Πού θα στραφεί για βοήθεια ο Ερντογάν μετά τον δολοφονικό σεισμό;

Πού θα στραφεί για βοήθεια ο Ερντογάν μετά τον δολοφονικό σεισμό;

Πηγή: independent.co.uk

Προς το παρόν, ο Ερντογάν επιμένει "παραδοσιακά": Ο μόνος ξένος ηγέτης που έχει υποδεχθεί μετά τον σεισμό είναι μέχρι τώρα ο Εμίρης του Κατάρ.

Οι νεκροί σε Τουρκία και Συρία από τον καταστροφικό διπλό σεισμό της 6ης Φεβρουαρίου ξεπέρασαν τους 42.000, ενώ 13.000 από τους 105.000 τραυματισθέντες στη γείτονα παραμένουν νοσηλευόμενοι. Από τα 3,4 εκατομμύρια κτίρια της πληγείσας περιοχής, τα μισά θα πρέπει να κατεδαφιστούν, εκτίμησε ο Εγιούπ Μουχτσού της Ένωσης Επιμελητηρίων Τούρκων Μηχανικών και Αρχιτεκτόνων, ενώ ήδη 2,2 εκατομμύρια άνθρωποι εγκατέλειψαν τις εστίες τους για άλλες περιοχές της Τουρκίας, έκανε γνωστό ο ίδιος ο Ταγίπ Ερντογάν.

Η J.P. Morgan υπολογίζει το άμεσο κόστος από την καταστροφή κτιρίων σε τουλάχιστον 25 δισ. δολάρια, ήτοι 2,5% του ΑΕΠ της Τουρκίας, ενώ ποικίλλουν οι εκτιμήσεις για το κόστος της ανοικοδόμησης. Μια πρώτη εκτίμηση από κυβερνητικά χείλη κάνει λόγο για 50 δισ. δολάρια, ενώ ο δήμαρχος της ισοπεδωμένης Αντιόχειας αναφέρεται σε διπλάσιο νούμερο.

Σε έκθεση που δημοσίευσε το Σαββατοκύριακο η Συνομοσπονδία Τουρκικών Επιχειρήσεων, υπολογίζει τη ζημιά σε 10,4 δισ. δολάρια από απώλεια εθνικού εισοδήματος και 2,9 δισ. δολάρια από χαμένες μέρες εργασίας, ενώ σε 70,8 δισ. δολάρια θα ανέλθει το κόστος της αναγκαίας ανοικοδόμησης ή επισκευής χιλιάδων κτιρίων. Η αρχική εκτίμηση της τουρκικής κυβέρνησης για ανάπτυξη της τουρκικής οικονομίας το 2023 κατά 5,5% θα πρέπει να προσγειωθεί τουλάχιστον δύο ποσοστιαίες μονάδες χαμηλότερα, και ας μην αντιπροσωπεύει η πληγείσα περιοχή τη βορειοδυτική βιομηχανική καρδιά της Τουρκίας, όπως συνέβη το 1999.

Όλα παραπέμπουν σε μια οδυνηρή “επανεκκίνηση” της γειτονικής χώρας σε κάθε επίπεδο: κατασκευαστικό, οικονομικό και πιθανότατα πολιτικό ή και γεωπολιτικό. Τεράστιο προβάλλει το ερώτημα ποιοι και με ποιους χρηματοδοτικούς πόρους θα αναλάβουν το έργο της ανοικοδόμησης, αλλά και ποια πολιτική ηγεσία θα τη συντονίσει.

Ως προς το τελευταίο, το μέλλον παραμένει άδηλο. Τρεις μήνες πριν από τις προγραμματισμένες εκλογές του Μαΐου, το ραντεβού με την κάλπη βρίσκεται “στον αέρα”. Η διεξαγωγή ψηφοφορίας με κατεστραμμένη την περιοχή όπου κατοικούσε το 15% του πληθυσμού είναι μη ρεαλιστική, αλλά και η πολιτική ιδιοτέλεια δεν λείπει. Ο άλλοτε αντιπρόεδρος της κυβέρνησης Ερντογάν, Μπουλέντ Αρίντς, πρώτος έριξε την ιδέα για αναβολή των εκλογών κατά 6 έως 12 μήνες, ωστόσο ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης, Κεμάλ Κιλιτσντάρογλου, υπενθύμισε ότι το Σύνταγμα προβλέπει αναβολή των εκλογών μόνο λόγω πολέμου και κανείς δεν μπορεί να ξαναγράψει τους κανόνες προς όφελός του.

Θα λειτουργήσει η φυσική καταστροφή ως ο καταλύτης για σάρωμα του πολιτικού σκηνικού, όπως είχε συμβεί με τον σεισμό του 1999, και, αν ναι, ποιος είναι πραγματικά σε θέση να αναδυθεί σε αυτό το τοπίο; Προς το παρόν ο Ερντογάν υπόσχεται ανοικοδόμηση-εξπρές, όμως το στοίχημα της συσπείρωσης γύρω από την εθνική ηγεσία το έχασε από το πρώτο 24ωρο, όταν αποδείχθηκε η ανετοιμότητα του κρατικού μηχανισμού στη διαχείριση εκτάκτων αναγκών. Η καταδίωξη και η φυλάκιση εργολάβων, πάλι, δεν σβήνει από τη μνήμη το γεγονός ότι η παράταξη Ερντογάν κυβερνά τη χώρα μία εικοσαετία, με “σημαία” της την ανάπτυξη των κατασκευών (και την επακόλουθη διαπλοκή ή την παραβίαση των οικοδομικών κανονισμών, νομιμοποιημένη με ποικίλες “οικιστικές αμνηστίες”).

Πού θα στραφεί για βοήθεια ο Ερντογάν; Η ανοικοδόμηση δεν μπορεί να στηριχθεί μόνο ενδογενώς, δεδομένης και της γνωστής ευαλωτότητας της τουρκικής οικονομίας, που πορεύεται μεταξύ υψηλού πληθωρισμού, διολίσθησης του νομίσματος και εξάντλησης των συναλλαγματικών αποθεμάτων. Θα δώσει η θεομηνία την ευκαιρία για άλλον έναν, μεγαλύτερο από ποτέ, “γύρο διαπλοκής”, με πρωταγωνιστή τον τουρκικό κατασκευαστικό κλάδο; Δύσκολο, στον βαθμό που η έξωθεν χρηματοδότηση θα επιβάλει και αντίστοιχο άνοιγμα του κύκλου των παικτών.

Η απάντηση στα ερωτήματα αυτά έχει και γεωπολιτική σημασία, γιατί κάθε ξένη συνδρομή σε αυτές τις συνθήκες συνεπάγεται και εξαρτήσεις. Η “διπλωματία των σεισμών”, όπως την είδαμε εν δράσει με τη θερμή υποδοχή των σωστικών συνεργείων από την Ελλάδα και το Ισραήλ ή το μερικό άνοιγμα των συνόρων με την Αρμενία, βοηθά στην πρόσκαιρη άμβλυνση εντάσεων στο πεδίο της εξωτερικής πολιτικής, αλλά δεν δίνει τη μεγάλη εικόνα. Αυτή, στην πραγματικότητα, μπορεί να περιγραφεί ως ένας υπόγειος διαγκωνισμός της Δύσης και των ευρασιατικών δυνάμεων για το ποιος θα “κερδίσει” την αυριανή Τουρκία.

Οι διεθνείς θεσμοί που έχει υπό τον έλεγχό της η Δύση είναι γνωστοί. Η Παγκόσμια Τράπεζα ανακοίνωσε στις 9 Φεβρουαρίου την αποδέσμευση 1,78 δισ. δολαρίων προς την Τουρκία, ενώ τους επόμενους μήνες θα επανέλθει με νέες χορηγήσεις. Όμως θα χρειαστεί να γίνουν πολύ περισσότερα, ενδεχομένως με τη μορφή μιας διάσκεψης δωρητών.

Το ΔΝΤ βρίσκεται εκτός συζήτησης, όχι μόνο γιατί η αποστολή του συνίσταται σε σταθεροποίηση οικονομιών με συνταγές περιστολής, αλλά και γιατί η μη επάνοδός του στην Τουρκία αποτελεί για τον Ερντογάν την απόλυτη “κόκκινη γραμμή”. Όμως, για τον ηγέτη που επαίρεται ότι “έβγαλε το ΔΝΤ από τη χώρα”, το “πικρόν ποτήριον”, αν ο ίδιος παραμείνει στα πράγματα, ενδέχεται να μην αργήσει, εφόσον μετά την πρώτη διετία της συσσώρευσης ελλειμμάτων για τις ανάγκες της ανοικοδόμησης η ανάγκη σταθεροποίησης θα επανέλθει δραματικότερα από ποτέ.

Όμως στον περί τη σεισμόπληκτη Τουρκία διεθνή “διαγωνισμό” άσκησης επιρροής και επιβολής όρων υπάρχουν και άλλοι ενδιαφερόμενοι. Οι δε ευρύτεροι στρατηγικοί προσανατολισμοί της Άγκυρας δεν ακυρώνονται οριστικά ούτε υπό το βάρος μιας τέτοιας καταστροφής, καθώς προκύπτουν από τον συνολικότερο δημογραφικό, κοινωνικοπολιτικό και οικονομικό μετασχηματισμό της.

Απέναντι στη Δύση, που επείγεται να ανακτήσει χαμένο έδαφος στη γεωπολιτικά “επαμφοτερίζουσα” Τουρκία (με χρηματοδοτικά και λοιπά εργαλεία μάλλον αναντίστοιχα του μεγέθους της πρόκλησης, αλλά με έλεγχο των αγορών), προβάλλουν οι φιλοδοξίες της ομάδας BRICS και των μοναρχιών του Αραβικού Κόλπου, με τις οποίες υπήρξε τελευταία συνολικότερη βελτίωση των σχέσεων. Η Κίνα, που διαθέτει ισχυρότατο κατασκευαστικό τομέα και ενδιαφέρεται τα μάλα για την Τουρκία ως φυσική κατάληξη των δρόμων του μεταξιού, έχει μια μεγάλη ευκαιρία, αλλά θα πρέπει να αναμετρηθεί με το ξεπέρασμα ποικίλων αναστολών της. Η Ρωσία, πάλι, είναι πολύ απορροφημένη από την ουκρανική περιπέτειά της για να παίξει έναν καταλυτικό και όχι απλώς υποστηρικτικό ρόλο.

Προς το παρόν, ο Ερντογάν επιμένει “παραδοσιακά”: Ο μόνος ξένος ηγέτης που έχει υποδεχθεί μετά τον σεισμό είναι μέχρι τώρα ο Εμίρης του Κατάρ. Όμως οι επιλογές του στο ζήτημα της ανοικοδόμησης δεν θα είναι διόλου άσχετες με το πώς θα σταθεί η αυριανή Τουρκία στη γειτονιά της και στον κόσμο.

Διαβάστε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο

ΚΑΤΕΒΑΣΤΕ ΤΟ APP ΤΟΥ PAGENEWS PAGENEWS.gr - App Store PAGENEWS.gr - Google Play