The Economist: Aργεντινή – Κατέκτησε το Παγκόσμιο Κύπελλο νικώντας τη Γαλλία στα πέναλτι
Πηγή: Odd ANDERSEN / AFP/AP Photo/Martin Meissner
Ξεκίνησαν το Παγκόσμιο Κύπελλο χάνοντας από τη Σαουδική Αραβία, μια από τις λιγότερο αγαπητές ομάδες της διοργάνωσης. Οι ποδοσφαιριστές της Αργεντινής τελείωσαν το Μουντιάλ ως πρωταθλητές, κερδίζοντας τη Γαλλία, την προηγούμενη κυπελλούχο, στη διαδικασία των πέναλτι μετά από μια συναρπαστική ισοπαλία 3-3. Όταν ο Γκονσάλο Μοντιέλ έβαλε στα δίχτυα το αποφασιστικό πέναλτι, εκατομμύρια Αργεντινοί έτρεξαν στην Avenida 9 de Julio, στο κέντρο του Μπουένος Άιρες, πυροδοτώντας κροτίδες, αλαλάζοντας και κορνάροντας. Η La selección, όπως είναι γνωστή η εθνική ομάδα, πήρε το τρίτο κύπελλο της Αργεντινής και το πρώτο εδώ και 36 χρόνια.
Η Αργεντινή περίμενε ένα σκληρό ματς που στο τέλος κέρδισε. Όταν η Γαλλία πήρε το Παγκόσμιο Κύπελλο το 2018, η ομάδα της ήταν νεότερη και οι παίκτες της πιο ακριβοί από σχεδόν κάθε άλλη. Ο Κιλιάν Εμπαπέ τότε μόλις 19 ετών, έγινε ο δεύτερος νεότερος παίκτης που σκόραρε ποτέ σε τελικό Παγκοσμίου Κυπέλλου, αφού ο Πελέ πρωτοέπαιξε σε Μουντιάλ στα 17 του το 1958. Φέτος η γαλλική ομάδα αξίζει συνολικά πάνω από 1 δισ. ευρώ (1,1 δισ. δολάρια), σε σύγκριση με την Αργεντινή που αποτιμάται πιο μέτρια στα €645 εκατ., σύμφωνα με το Transfermarkt, ιστότοπο που ασχολείται με τα κόστη μεταγραφών.
Ωστόσο, η Αργεντινή τους απέκρουσε – τελικά, έχοντας προηγηθεί 2-0 και στη συνέχεια 3-2. Ο κ. Εμπαπέ είχε επαναφέρει τη Γαλλία στο παιχνίδι με ένα πέναλτι και ένα γκολ στην κανονική διάρκεια και στη συνέχεια ένα άλλο γκολ στην παράταση, και έγινε ο δεύτερος παίκτης που σκόραρε τρεις φορές σε τελικό Παγκοσμίου Κυπέλλου. Αλλά η δόξα θα ανήκει στον Λιονέλ Μέσι, τον 35χρονο αρχηγό της Αργεντινής, ο οποίος παρόλο που θεωρείται ευρέως ως ο καλύτερος παίκτης στον κόσμο για πολλά χρόνια δεν είχε καταφέρει να σηκώσει το πιο πόθητο ποδοσφαιρικό τρόπαιο. Με πολλή μαεστρία, ο κ. Μέσι σημείωσε δύο γκολ και έστησε όλη την ομάδα για ένα ακόμη, που πέτυχε τα δίχτυα μετά από μια «αέρινη» κίνηση του Άνχελ Ντι Μαρία, ο οποίος σκόραρε με ψυχραιμία και μετά ξέσπασε σε κλάματα.
Οι οπαδοί της Αργεντινής είχαν ήδη κάνει αυτό το Παγκόσμιο Κύπελλο εθνική υπόθεση αλλά και θέμα για τον αρχηγό της. Περίπου 50.000 Αργεντινοί οπαδοί μετέβησαν στην Ντόχα για τον τελικό, σε σύγκριση με μόνο 10.000 Γάλλους, αν και η Γαλλία είναι πολύ πιο πλούσια και πολυπληθέστερη χώρα. Οι Αργεντινοί Hinchas, ή οπαδοί, έχουν τη φήμη ότι είναι σαματατζήδες. Γράφουν νέα ποδοσφαιρικά τραγούδια σχεδόν τόσο γρήγορα όσο ο κ. Μέσι ντριμπλάρει μια τριάδα αντιπάλων και ήρθαν εξοπλισμένοι με τύμπανα, γιγάντιες αργεντίνικες λευκές και γαλάζιες σημαίες και 500 κιλά yerba mate, το αγαπημένο φυτικό ποτό ή «τσάι» της χώρας.
Ο τελικός τερμάτισε κάθε συζήτηση, για τους Αργεντινούς, για το ποιος είναι ο καλύτερος εν ζωή ποδοσφαιριστής. Ωστόσο, ο κ. Μέσι είχε μια πολυτάραχη σχέση με την πατρίδα του, την οποία άφησε στα 13 του για να προπονηθεί στην Ευρώπη. Σε σύγκριση με τον Ντιέγκο Μαραντόνα, έναν Αργεντινό κεντρώο σούπερσταρ παλαιότερης γενιάς, ο Μέσι, στον οποίο χρειάστηκε να του χορηγηθούν αυξητικές ορμόνες ως παιδί, θεωρούνταν από καιρό άτολμος και χωρίς πάθος. Ο Μαραντόνα (που πέθανε το 2020) ακούστηκε το 2016 να λέει ότι ο κ. Μέσι «δεν είχε αρκετό σθένος για να είναι ηγέτης». Οι Αργεντινοί δυσανασχετούσαν με το γεγονός ότι συχνά κέρδιζε με την Μπαρτσελόνα, την ομάδα του στην Ισπανία, αλλά όχι με την εθνική ομάδα. Με τον κ. Μέσι στο τιμόνι της, η la selección έχασε δύο τελικούς στο Κόπα Αμέρικα, την κορυφαία ποδοσφαιρική διοργάνωση της Λατινικής Αμερικής, και έναν στο Παγκόσμιο Κύπελλο. Απογοητευμένος, αποσύρθηκε για λίγο από την εθνική ομάδα το 2016.
Όλα άλλαξαν πέρυσι, όταν η Αργεντινή κέρδισε το τρόπαιο του Κόπα Αμέρικα για πρώτη φορά μετά από 28 χρόνια. Από τότε, η χώρα κυριεύτηκε από Μεσιμανία. Το μπλουζάκι του, με το νούμερο 10, έχει γίνει εθνική στολή. Έχει αρχίσει να ακούγεται πιο μαχητικός. Στιγμιότυπα του κ. Μέσι να ρωτά τον Γουάουτ Βέγκχορστ, έναν Ολλανδό επιθετικό, «Τι κοιτάς, βλάκα;» μετά από έναν σκληρό αγώνα προημιτελικού που παραλίγο να καταλήξει σε καυγά, έχουν γίνει remix με ηλεκτρονική χορευτική μουσική, τυπώνονται σε κούπες και έχουν γίνει τατουάζ στα κορμιά των πιο φανατικών οπαδών.
Στην Αργεντινή, το ποδόσφαιρο είναι κάτι παραπάνω από άθλημα. «Όταν σε ρωτούν ποιος είσαι, απαντάς: Είμαι γιος, είμαι πατέρας και υποστηρίζω αυτή την ομάδα», αποκαλύπτει ο αθλητικογράφος Αριέλ Σερ. «Η οικοδόμηση μιας ταυτότητας σε αυτή τη χώρα είναι αδιανόητη χωρίς κάποιο είδος σύνδεσης με το ποδόσφαιρο».
Το ποδόσφαιρο και η εθνική ταυτότητα μπλέχτηκαν όταν η Αργεντινή κέρδισε την Αγγλία στον προημιτελικό του Παγκοσμίου Κυπέλλου του 1986 στο Μεξικό, αγώνα στον οποίο ο Μαραντόνα σημείωσε δύο γκολ, το ένα φημισμένο για την αριστοτεχνικότητα του και το άλλο -ένα «χέρι» που δεν εντόπισε ο διαιτητής- επειδή εκνεύρισε μια γενιά Άγγλων οπαδών. Μετά την ταπεινωτική ήττα της Αργεντινής μετά την εισβολή στα νησιά Φώκλαντ, βρετανική κτήση στον Νότιο Ατλαντικό, πολλοί το είδαν σαν μια στιγμή εθνικής δικαίωσης. Ο Μαραντόνα έγινε, για κάποιους, ημίθεος. Μια αίρεση που ονομάζεται Εκκλησία του Μαραντόνα μπορεί να υπερηφανεύεται για χιλιάδες οπαδούς, τις δικές της δέκα εντολές και ένα νέο παράρτημα στο Μεξικό.
Αν το ποδόσφαιρο είναι θρησκεία στην Αργεντινή, τότε μια νίκη στο Παγκόσμιο Κύπελλο είναι η πνευματική του αποθέωση—και αυτή έρχεται σε μια περίοδο εθνικής αγωνίας. Η Αργεντινή έχει πληγεί φέτος από ξηρασίες ρεκόρ, πληθωρισμό που έφτασε το 100% και σαθρή πολιτική. Η αντιπρόεδρος, Κριστίνα Φερνάντεζ ντε Κιστσνέρ επέζησε από απόπειρα δολοφονίας όταν το όπλο που πρόβαλε εκατοστά από το πρόσωπό της δεν εκπυρσοκρότησε και νωρίτερα αυτό το μήνα καταδικάστηκε σε έξι χρόνια φυλάκιση για σκάνδαλο διαφθοράς.
Σε αυτό το χαοτικό σκηνικό, η εθνική ομάδα έχει σκορπίσει χαρά και προσωρινή ομοψυχία. Η βαθιά ριζωμένη grieta, ή ρήγμα, στην πολιτική της Αργεντινής μεταξύ των οπαδών της κ. Φερνάντεζ και της φιλελεύθερης αντιπολίτευσης δεν έχει ξεχαστεί. Αλλά οι υποστηρικτές της κυρίας Φερνάντεζ ήταν ασυνήθιστα ήρεμοι μετά την καταδίκη της στις 6 Δεκεμβρίου, ίσως επειδή βρίσκονταν στα σπίτια τους και παρακολουθούσαν ποδόσφαιρο. Το Κογκρέσο δυσκολεύτηκε να πετύχει απαρτία για να συνεδριάσει, εν μέρει επειδή ορισμένοι νομοθέτες βρίσκονταν στη Ντόχα.
«Ο πυρετός του Παγκοσμίου Κυπέλλου βοήθησε την κυβέρνηση να τελειώσει την χρονιά που διαφορετικά θα μπορούσε να ήταν εκρηκτική με αρκετά ειρηνικό τρόπο», λέει ο Αντρέ Μαλαμούντ, Αργεντινός πολιτικός επιστήμονας στο Πανεπιστήμιο της Λισαβόνας. Αλλά καθώς οι πολιτικοί της χώρας προετοιμάζονται για γενικές εκλογές το 2023, δεν μπορούν να αναμένουν ότι θα τους σώσουν οι ευχάριστες αναμνήσεις από το Παγκόσμιο Κύπελλο. «Όλες οι μελέτες σχετικά με τις επιπτώσεις των αθλητικών νικών στις εκλογές δείχνουν ότι είναι εφήμερες – δεν διαρκούν περισσότερο από δύο εβδομάδες».
Ωστόσο, η πολιτική τάξη της Αργεντινής θα μπορούσε να μάθει από τους αθλητές της. Η ομάδα είναι πιο δεμένη από ό,τι σε προηγούμενα Παγκόσμια Κύπελλα, λέει ο Κλάους Γκάλο, ιστορικός που έχει γράψει για το ποδόσφαιρο στο Πανεπιστήμιο Torcuato di Tella στο Μπουένος Άιρες. Ο κ. Μέσι έλαμψε όχι μόνο λόγω του ταλέντου του αλλά και γιατί μπορούσε να βασιστεί στους παίκτες που τον περιέβαλλαν. Η διχασμένη κυβέρνηση της χώρας, στην οποία ο μετριοπαθής πρόεδρος και ο αριστερός αντιπρόεδρος δεν μιλιούνται εδώ και μήνες, θα μπορούσαν να λάβουν υπόψη τους αυτό το γεγονός. Το ίδιο θα μπορούσε να κάνει και η αντιπολίτευση, η οποία μερικές φορές έχει υποδαυλίσει τη grieta σε βάρος της συνδιαλλαγής.
Όπως μερικοί Αργεντινοί χλεύαζαν τον κ. Μέσι, οι Αργεντινοί πολιτικοί έχουν τη συνήθεια να υπονομεύουν τα καλύτερά στοιχεία της χώρας. Η κυρία Φερνάντεζ και μεγάλο μέρος της αριστερής πτέρυγας του περονισμού, του λαϊκιστικού κινήματος που κυριαρχεί στην Αργεντινή εδώ και επτά δεκαετίες, έχουν δυσφημίσει τις αγροτικές επιχειρήσεις της Αργεντινής και τον ιδιωτικό τομέα γενικότερα, αν και αυτές είναι οι ατμομηχανές της οικονομίας της χώρας. Η πολιτική τάξη της Αργεντινής θα μπορούσε να μάθει από τον καθυστερημένο εναγκαλισμό της χώρας με τον σταρ της Μέσι – αν το έχει κανείς, πρέπει να το εκτιμάει.
Το τελευταίο μάθημα έρχεται από τον κύριο Μέσι και τον λιτό μάνατζερ της la selección, Λιονέλ Σκαλόνι. «Στα τελευταία πέντε Παγκόσμια Κύπελλα, η Αργεντινή τα πήγε καλύτερα με προπονητές που ήταν ταπεινοί και επικεντρωμένοι στον προγραμματισμό», λέει ο κ. Μαλαμούντ. «Και τα πήγαν άσχημα με μάνατζερ που ήταν σόουμεν και καυχησιάρηδες». Οι καυχησιάρηδες ήταν ο Μαραντόνα το 2010, ο οποίος, αν και εξαιρετικός παίκτης, ήταν ένας απαίσιος προπονητής, όπως και ο Χόρχε Σαμπάολι το 2018. Οι σκληρά εργαζόμενοι ήταν ο Χοσέ Πέκερμαν το 2006, ο Αλεχάντρο Σαμπέλα το 2014 και ο κ. Σκαλόνι.
Η σύνεση και ο επαγγελματισμός του μάνατζερ της Αργεντινής και του καλύτερου του παίκτη προσφέρουν μια απογοητευτική αντίθεση με τον ερασιτεχνισμό με τον οποίο διοικείται η οικονομία της Αργεντινής, με δώδεκα συναλλαγματικές ισοτιμίες και πλήθος ελέγχων τιμών και νομισμάτων. Οι πολιτικοί ηγέτες της Αργεντινής μιλούν πολύ, αλλά δεν φέρνουν αποτελέσματα. Σε αντίθεση με τον σιωπηλά, απόλυτα επικεντρωμένο στο στόχο κ. Μέσι.
Πηγή: the economist
Διαβάστε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο
Το σχόλιο σας