Bloomberg: Πώς η Ευρώπη κλείνει τα μάτια στην ενότητα Κίνας – Ρωσίας
Πηγή: Alexei Druzhinin | Συντελεστές: AP
Ήταν η χρονιά που τα μάτια της Ευρώπης ως προς τι είναι η Κίνα φαίνεται να άνοιξαν. Κατευθυνόμενοι προς το 2023, η σαφήνεια που δημιουργήθηκε από τη στάση του Πεκίνου έναντι της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία κινδυνεύει να χαθεί. Οι ηγέτες μιας ηπείρου η οποία κατακλύζεται από τις αυξανόμενες τιμές της ενέργειας και τις οικονομικές δυσχέρειες δείχνουν σημάδια ότι θέλουν να τα “ξαναπούν” με το μεγαλύτερο εμπορικό έθνος στον κόσμο σαν να μην έχει συμβεί τίποτα. Κάτι τέτοιο θα ήταν λάθος. Οι ευσεβείς πόθοι δεν αποτελούν ποτέ βάση μιας υγιούς σχέσης.
Σταθερά φιλορωσικά στο ουκρανικό
Αξίζει να ανακεφαλαιώσουμε για να δούμε πώς έχει αλλάξει ο “τόνος” από τότε που τα στρατεύματα του Βλαντιμίρ Πούτιν πέρασαν τα σύνορα της Ουκρανίας στα τέλη Φεβρουαρίου. Η επίθεση σημειώθηκε λιγότερο από τρεις εβδομάδες αφότου ο Κινέζος ηγέτης Σι Τζινπίνγκ διακήρυξε μια “χωρίς όρια” εταιρική σχέση με τη Ρωσία, κάτι που ισοδυναμούσε με ένα σχέδιο για την αναμόρφωση της διεθνούς τάξης και των κανόνων στους οποίους βασίζεται.
Μετά την εισβολή, το Πεκίνο δήλωσε ότι στέκεται ουδέτερο και επανέλαβε τον σεβασμό του για τις αρχές της εδαφικής ακεραιότητας και της εθνικής κυριαρχίας. Αρνείται ωστόσο σταθερά να επικρίνει τη Ρωσία. Κινέζοι αξιωματούχοι έχουν κατηγορήσει τις ΗΠΑ για τη σύγκρουση και τα κινεζικά κρατικά μέσα ενημέρωσης επαναλαμβάνουν σταθερά το υπέρ της Μόσχας αφήγημά τους, ενώ αποκλείουν αναφορές στα δεινά της Ουκρανίας. Είναι σαφές προς τα πού κλίνουν οι συμπάθειες της κινεζικής κυβέρνησης.
Το Κομμουνιστικό Κόμμα της Κίνας δεν έκρυψε ποτέ την εχθρότητά του προς τις φιλελεύθερες αξίες στις οποίες βασίζεται η υπό την ηγεσία των ΗΠΑ παγκόσμια τάξη πραγμάτων, αν και αυτή η αντιπάθεια έχει γίνει εντελώς ανοικτή και σταθερότερη υπό τον Σι.
Για την Ευρώπη, η οποία είναι μάρτυρας της μεγαλύτερης στρατιωτικής σύγκρουσης στο έδαφός της από το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, η ντε φάκτο υποστήριξη της Κίνας στη ρωσική επιθετικότητα έδωσε ένα νέο επίπεδο πραγματικότητας σε αυτή τη σύγκρουση αξιών. Ίσως η πιο εντυπωσιακή έκφραση της αλλαγής συνείδησης που προκάλεσαν όλα τα παραπάνω προήλθε από τον αντιπρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Josep Borrell, ο οποίος, σε μια ομιλία μετά τη Σύνοδο Κορυφής ΕΕ-Κίνας τον Απρίλιο, την αποκάλεσε “διάλογο κωφών”. Ο 75χρονος πρώην υπουργός Εξωτερικών της Ισπανίας συνέχισε:
“Η Κίνα ήθελε να παραμερίσει τη διαφορά μας για την Ουκρανία – δεν ήθελε να μιλήσει για την Ουκρανία. Δεν ήθελαν να μιλήσουν για ανθρώπινα δικαιώματα και άλλα θέματα και, αντ’ αυτού, επιθυμούσαν να επικεντρωθούν στα θετικά πράγματα. Η ευρωπαϊκή πλευρά κατέστησε σαφές ότι αυτή η “διαμερισματοποίηση” του διαλόγου δεν είναι εφικτή, δεν είναι αποδεκτή. Για εμάς, ο πόλεμος στην Ουκρανία είναι μια καθοριστική στιγμή για το εάν θα ζούμε σε έναν κόσμο ο οποίος θα διέπεται από κανόνες ή από βία. Αυτό είναι το ερώτημα. Καταδικάζουμε τη ρωσική επίθεση κατά της Ουκρανίας και υποστηρίζουμε την κυριαρχία και τη δημοκρατία αυτής της χώρας – όχι επειδή “ακολουθούμε τυφλά τις ΗΠΑ”, όπως υπονοεί μερικές φορές η Κίνα, αλλά επειδή είναι η δική μας θέση, η γνήσια θέση μας, πιστεύουμε σε αυτήν. Αυτό ήταν ένα σημαντικό μήνυμα που έπρεπε να το ακούσει η κινεζική ηγεσία”.
Ρωγμές
Συγκρίνετε αυτήν την παθιασμένη δήλωση της ευρωπαϊκής στάσης αρχών με τα σχόλια του προέδρου της Γαλλίας Εμανουέλ Μακρόν μετά τη συνάντησή του με τον Σι στη Σύνοδο της G20 στο Μπαλί τον Νοέμβριο. Ο Μακρόν δήλωσε ότι είναι πεπεισμένος ότι η Κίνα θα μπορούσε να παίξει “ένα πιο σημαντικό μεσολαβητικό ρόλο” στην Ουκρανία τους επόμενους μήνες. Στο φόρουμ Οικονομικής Συνεργασίας Ασίας-Ειρηνικού στην Ταϊλάνδη, που ακολούθησε, κάλεσε για διεύρυνση του συντονισμού με το Πεκίνο και προέτρεψε την Ευρώπη να ακολουθήσει μια μέση οδό μεταξύ των “δύο μεγάλων ελεφάντων”, των ΗΠΑ και της Κίνας.
Τα παραπάνω λογικά θα έχουν προσφέρει ικανοποίηση στον Σι, ο οποίος συνάντησε επίσης τον Μαρκ Ρούτε της Ολλανδίας, τον Ισπανό πρωθυπουργό Πέδρο Σάντσεθ και την Ιταλίδα πρωθυπουργό Τζόρτζια Μελόνι στο Μπαλί. Η Κίνα έχει επικεντρώσει τις προσπάθειές της στο να δημιουργήσει μια σφήνα μεταξύ Ευρώπης και ΗΠΑ και οι εντάσεις σχετικά με τα κίνητρα για την πράσινη ενέργεια της Ουάσιγκτον και τους περιορισμούς στους ημιαγωγούς έχουν δώσει στο Πεκίνο ένα οικονομικό άνοιγμα. Ο Μακρόν σκοπεύει να επισκεφθεί το Πεκίνο το νέο έτος, ακολουθώντας τα βήματα του Γερμανού καγκελαρίου Όλαφ Σολτς, ο οποίος ηγήθηξε αντιπροσωπείας κορυφαίων επιχειρηματικών στελεχών στην κινεζική πρωτεύουσα στις αρχές Νοεμβρίου.
Όλα αυτά θα δυσκολέψουν όσους βλέπουν ότι η θέση της Κίνας για την Ουκρανία αλλάζει θεμελιωδώς την εξίσωση ασφαλείας για την Ευρώπη (Κινέζοι αξιωματούχοι, συμπεριλαμβανομένου του Σι, έχουν εκφράσει περιοδικά “ανησυχία” κατά τη διάρκεια του πολέμου, αν και ποτέ δεν εγκατέλειψαν τη φιλορωσική τους στάση). Μέρες πριν ταξιδέψει στο Πεκίνο, η κυβέρνηση του Σολτς συμφώνησε να πουλήσει μερίδιο σε τερματικό σταθμό του λιμανιού του Αμβούργου στην κρατική Cosco Shipping Holdings της Κίνας – μια απόφαση που έφερε τον ηγέτη της Γερμανίας σε αντίθεση με τους υπουργούς Οικονομίας, Εξωτερικών, Οικονομικών, Μεταφορών και Άμυνας, καθώς και με τις υπηρεσίες ασφαλείας της χώρας.
Στις αρχές Δεκεμβρίου, ο Σολτς έγραψε ένα άρθρο 5.000 λέξεων στο αμερικανικό περιοδικό Foreign Affairs, στο οποίο σημείωνε ότι ο κόσμος αντιμετωπίζει μια Zeitenwende – ή μια εποχική τεκτονική αλλαγή – ως αποτέλεσμα του πολέμου της Ρωσίας στην Ουκρανία. Το άρθρο κατήγγειλε την επιθετικότητα του Πούτιν και την περιφρόνηση των αρχών του καταστατικού χάρτη του ΟΗΕ και περιείχε ορισμένες συγκλονιστικές επιβεβαιώσεις δημοκρατικών αξιών έναντι των αυταρχικών προκλήσεων.
Ο Σολτς αφιέρωσε ένα τμήμα του στην Κίνα, λέγοντας ότι η αυξανόμενη ισχύς της δεν δικαιολογεί τις φιλοδοξίες της για ηγεμονία στην Ασία, ενώ επέκρινε την απομάκρυνση της χώρας από το άνοιγμα στον κόσμο. Όμως, έγραψε, η ανάδυση της Κίνας δεν δικαιολογεί την απομόνωση του Πεκίνου ή τον περιορισμό της συνεργασίας. Ούτε μια πρόταση σε αυτό το μακροσκελές δοκίμιο δεν ενώνει την Κίνα με τη Ρωσία ή δεν αναφέρεται στη στάση του Πεκίνου για την Ουκρανία. Αυτό μοιάζει πολύ με τη “διαμερισματοποίηση” η οποία ήταν απαράδεκτη για τον Μπορέλ τον Απρίλιο.
Η ΕΕ και η Κίνα έχουν μια εμπορική σχέση 700 δισεκατομμυρίων δολαρίων. Μια τέτοια τεράστια οικονομική εμπλοκή καθιστά αναγκαία τη συζήτηση και τη συνεργασία, όπου είναι δυνατόν. Ο τόνος ορισμένων Ευρωπαίων ηγετών, ωστόσο, υποδηλώνει μια άποψη για το Πεκίνο που φαίνεται ξεκάθαρα ξεπερασμένη: ένα καθεστώς που, ονομαστικά, είναι ιδεολογικός αντίπαλος, αλλά που μπορεί να κρατηθεί στο πλάι της Ευρώπης και να πειθαναγκαστεί μέσω εμπορικών και επενδυτικών δεσμών.
Θυμίζει το πώς έβλεπε κάποτε η Γερμανία τη Ρωσία του Πούτιν. Ξέρουμε πού κατέληξε αυτή η αντίληψη. Δεν υπάρχουν επομένως δικαιολογίες για την επανάληψη του λάθους.
Πηγή: Blommberg/Matthew Brooker
Διαβάστε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο
Το σχόλιο σας