Φυσικό αέριο: Οι αγορές δε βλέπουν συμφωνία – Πολλά ανοιχτά τα μέτωπα από το Νότο
Πηγή: Φυσικό αέριο
Οι υπουργοί Ενέργειας της Ευρώπης κατάφεραν να φτάσουν σε συμφωνία για τη μείωση της κατανάλωσης φυσικού αερίου και άπαντες δεν μπορούσα να κρύψουν την ικανοποίηση τους για αυτήν την εξέλιξη, αλλά σύμφωνα με ρεπορτάζ του Politico, υπήρχαν και ορισμένοι που είχαν αντίθετη γνώμη για το αποτέλεσμα της συνόδου και τις αποφάσεις που ελήφθησαν σε αυτήν και έβλεπαν κάτι αρκετά διαφορετικό.
Οι αγορές δεν πείστηκαν – Να γιατί
Οι αγορές, για παράδειγμα, που – εκτός από την τάση τους για κερδοσκοπία – έχουν την τάση και την ικανότητα να «διαβάζουν» τι πραγματικά κρύβεται πίσω από επίσημα κείμενα και δηλώσεις, αντέδρασαν με αντίθετο τρόπο από αυτόν που ίσως θα ανέμενε κανείς: Η τιμή του αερίου συνέχισε να ανεβαίνει και ξεπέρασε το φράγμα των 200 ευρώ ανά μεγαβατώρα, ενώ για τα προθεσμιακά συμβόλαια του Αυγούστου και του Νοεμβρίου οι τιμές είχαν διαμορφωθεί το απόγευμα στα 214 και 217 ευρώ αντιστοίχως.
Το γιατί συνέβη αυτό δεν είναι δύσκολο να το καταλάβει κανείς: Όπως συνηθίζεται στην ΕΕ σε όλα τα μεγάλα και σημαντικά θέματα, όπου υπάρχουν έντονες διαφωνίες, η υπόθεση «κλείνει» με ένα συμβιβασμό ο οποίος απέχει πολύ από τα αρχικά σχέδια και τις ανάγκες που υπάρχουν στην πραγματικότητα. Έτσι και στη συγκεκριμένη περίπτωση, οι αγορές εκτίμησαν ότι η συμφωνία που υπογράφηκε πολύ απλά δεν συνιστά συμφωνία.
Αντί της Κομισιόν, οι κυβερνήσεις
Για του λόγου το αληθές, μία από τις βασικές αλλαγές που έγιναν – μετά τις σφοδρές αντιδράσεις οι οποίες προκλήθηκαν – στο αρχικό σχέδιο της Κομισιόν είναι ότι αφαιρέθηκε από την… Κομισιόν η ευθύνη της εφαρμογής της συμφωνίας.
Με άλλα λόγια: Ο καταρχήν στόχος για μείωση της κατανάλωσης κατά 15% σε σύγκριση με το μέσο επίπεδο της προηγούμενης πενταετίας (2017-’21), για το επόμενο οκτάμηνο, παραμένει εθελοντικός. Όμως, σε περίπτωση έκτακτης ανάγκης – εάν, για παράδειγμα, η Μόσχα κλείσει εντελώς τις στρόφιγγες – τότε η απόφαση για την υποχρεωτική επιβολή περικοπών δεν εναπόκειται στην «κυβέρνηση» της ΕΕ, αλλά στα κράτη-μέλη και τις δικές τους κυβερνήσεις.
Αυτό σημαίνει, πρακτικά, ότι θα πρέπει να διασφαλιστεί η αποκαλούμενη «ενισχυμένη πλειοψηφία» μεταξύ των εταίρων προκειμένου να ισχύσει η υποχρεωτικότητα. Κάτι που, με βάση την εικόνα που καταγράφηκε τις προηγούμενες ημέρες και τις ανταγωνιστικές θέσεις που διατυπώθηκαν, κάθε άλλο παρά εύκολο θα είναι.
Μία, δύο, τρεις, πολλές εξαιρέσεις
Εκτός αυτού, η συμφωνία αναγνωρίζει ντε φάκτο και αρκετές εξαιρέσεις για τα κράτη-μέλη: Για την Κύπρο, τη Μάλτα και την Ιρλανδία επειδή είναι νησιωτικές χώρες και δεν είναι συνδεδεμένες με το δίκτυο της υπόλοιπης ΕΕ. Για την Ισπανία, την Πορτογαλία και άλλες χώρες (σύντομα ενδεχομένως και την Ιταλία) οι οποίες έχουν πολύ μικρή εξάρτηση από το ρωσικό αέριο επειδή θα είναι σε θέση να εξάγουν ενέργεια προς άλλες.
Για τις χώρες της ανατολικής Ευρώπης, επίσης, επειδή «κρέμονται» από τους ρωσικούς αγωγούς και πρέπει να φουλάρουν τις αποθήκες τους. Και για εκείνες της Βαλτικής επειδή τα δίκτυα διανομής τους παραμένουν συγχρονισμένα με το σύστημα της σοβιετικής εποχής.
Σε αυτό το φόντο, όπως παραδέχθηκε ο Ιταλός υπουργός Οικολογικής Μετάβασης, Ρομπέρτο Τσινγκολάνι, ο ρεαλιστικός στόχος της μείωσης της κατανάλωσης για τη χώρα του είναι το 7% και όχι το 15%. Η δε Ισπανίδα συνάδελφός του, Τερέσα Ριμπέρα, διεμήνυσε ότι «δεν υπάρχει τέτοιο πράγμα που να ονομάζεται τελειότητα και να αποτυπώνεται σε ένα αρχείο Excel».
Τα υπόλοιπα μέτωπα
Θα θυμούνται, άλλωστε, πολλοί και το τι συνέβη της απόφασης που ελήφθη τον Ιούνιο για το εμπάργκο στο ρωσικό πετρέλαιο: Το μέτρο θα αρχίσει να τίθεται σταδιακά σε εφαρμογή από τον Δεκέμβριο, θα αφορά μόνο τις ποσότητες που φτάνουν μέσω θαλάσσης, ενώ οι χώρες της ανατολικής Ευρώπης που τροφοδοτούνται με τον αγωγό Druzhba (όπως η Ουγγαρία) εξαιρούνται επ’ αόριστον.
Αποκαλυπτική είναι και η εικόνα που αφορά στην ατομική ενέργεια. Ενώ η Γαλλία προχωρά ακάθεκτη (παρά τα προβλήματα) στον εκσυγχρονισμό των αντιδραστήρων της και στην κατασκευή νέων, με στόχο να προφυλάξει και να ενισχύσει το μοντέλο που καλύπτει το 70% περίπου των αναγκών της, η Γερμανία επιμένει στο κλείσιμο των τελευταίων δικών της. Έστω και αν, βραχυπρόθεσμα, αναγκαστεί να παρατείνει τη λειτουργία τους για μερικούς μήνες μετά το τέλος του 2022, προκειμένου να «θωρακιστεί» απέναντι σε ενδεχόμενο ρωσικό μπλακάουτ.
Η διαδικασία και ο ρυθμός της μετάβασης στην «πράσινη εποχή» αποτελεί ένα ακόμη κραυγαλέο παράδειγμα των μεγάλων ενεργειακών αντιθέσεων εντός της ΕΕ. Από τις ποσοστώσεις στις εκπομπές ρύπων και το αντίστοιχο χρηματιστήριο μέχρι την προσαρμογή των αυτοκινητοβιομηχανιών και των ορίων ταχύτητας στους δρόμους, οι «27» συνεχίζουν να χωρίζονται σε στρατόπεδα και να διαφωνούν.
Αρκετοί, βεβαίως, θα σπεύσουν να ισχυριστούν ότι η ΕΕ πάντα έτσι ήταν και ότι πάντα προχωρά μέσω χρονοβόρων και συχνά επώδυνων συμβιβασμών. Ίσως, όμως, πρέπει να σκεφτούν ότι γι’ αυτό ακριβώς έχει κουράσει τόσο και μοιάζει σε μεγάλο βαθμό αναποτελεσματική και «γερασμένη».
Διαβάστε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο
Το σχόλιο σας