Χωρίς κυβερνητικό πρόγραμμα;
Η ώρα της αληθείας ήγγικεν για πολιτικά κόμματα και πολιτικούς αρχηγούς, αλλά και για τη χώρα συνολικά, αφού έχουμε εισέλθει στο τελευταίο έτος της τετραετίας, που εγκαινιάσθηκε τον Ιούλιο του 2019, με το ένα από τα δύο κόμματα εξουσίας να μην έχει, όμως, καταθέσει ακόμη πρόγραμμα διακυβέρνησης.
Η ηγεσία της Νέας Δημοκρατίας είναι το κόμμα εξουσίας, που εμφανίζεται με αρκετά σαφείς πολιτικές θέσεις στα εθνικά θέματα και τα ζητήματα εξωτερικής πολιτικής, τη θέση της χώρας στο διεθνές περιβάλλον, την οικονομία, την παιδεία. Το κυβερνών κόμμα παραμένει ένα τυπικό κόμμα της ευρωπαϊκής κεντροδεξιάς, με σαφείς δυτικές αναφορές και με φιλελεύθερο πρόσημο. Διεκδικεί την κοινοβουλευτική αυτοδυναμία και έχει ήδη καταστήσει σαφές στους πολίτες, ότι δεν αποκλείει το ενδεχόμενο της συμμετοχής της σε κυβέρνηση συνεργασίας επί τη βάσει προγραμματικών συγκλίσεων και δεσμεύσεων.
Σε αυτό ακριβώς το πεδίο ο ΣΥΡΙΖΑ αντιμετωπίζει ιδιαίτερες δυσχέρειες. Οι επιθετικοί προσδιορισμοί, που συχνά χρησιμοποιεί για να περιγράψει την κυβερνητική πρόταση, είναι «σύγχρονη, προοδευτική, ριζοσπαστική». Οι τρεις όροι αποτελούν, όμως, περισσότερο μία αμφιβόλου αξίας ρητορική υπεκφυγή παρά ένα σαφές πλαίσιο κυβερνητικής λύσης για τη χώρα.
Βέβαια, είναι αληθές ότι η αδυναμία του Αλ. Τσίπρα είναι εγγενής. Η αμυντική γραμμή του δεν είναι, ούτε θα μπορούσε να είναι η αυτοδυναμία. Αυτό είναι ελάχιστα πιστευτό και πειστικό. Το νεφελώδες του ευρήματός του αντικατοπτρίζει μία στρατηγική αντίφαση. Ο ΣΥΡΙΖΑ είναι υποχρεωμένος να φιλοτεχνήσει και να προβάλει την εικόνα του κόμματος εξουσίας, του μεγάλου κόμματος, για να μπορέσει να προσελκύσει το κρίσιμο εκείνο τμήμα των εκλογέων, οι οποίοι συμπαρασύρονται από τον αέρα του νικητή και, συνεπώς, την προοπτική της κυβερνητικής εξουσίας.
Η Κουμουνδούρου διέγνωσε το δομικό πρόβλημα του κόμματος και απηύθυνε πρόσκληση συνεργασίας για τη συγκρότηση συμμαχικής κυβέρνησης. Η πρόταση για κυβέρνηση συνεργασίας απευθύνεται στο ΜέΡΑ25 με επικεφαλής τον Γιάνη Βαρουφάκη, πρώην Υπουργό Οικονομικών στην συγκυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ. Ακόμη και για τους πιο δύσπιστους, η πρόταση παρουσιάζει το προτέρημα της σαφήνειας. Ο ΣΥΡΙΖΑ υπό τον Αλέξη Τσίπρα απευθύνει δημόσια πρόταση για την έναρξη συζητήσεων, προκειμένου να συγκροτηθεί μια κυβέρνηση της ριζοσπαστική αριστεράς. Την ίδια στιγμή, παρουσιάζει το μειονέκτημα ότι απωθεί μια κατηγορία ψηφοφόρων, που τοποθετούνται στον ευρύτερο κεντρώο – κεντροαριστερό χώρο και που παρακολουθούν από κοντά και με ενδιαφέρον τις διεργασίες στα αριστερά του Κέντρου. Η ιδέα της επανάληψης ενός οικονομικού επιτελείου Βαρουφάκη – Τσακαλώτου δεν είναι ελκυστική για αυτήν την κατηγορία των «ενδιάμεσων ψηφοφόρων».
Η πρόταση αυτή ήρθε, όμως, να αναδείξει και ένα συνολικότερο και σοβαρό πρόβλημα, με το οποίο βρίσκεται αντιμέτωπη η σημερινή ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ. Απέναντι στη νεοφιλελεύθερη δεξιά, απέναντι στη συντηρητική παράταξη, απέναντι στον ακροκεντρώο Μητσοτάκη ποιο κυβερνητικό πρόγραμμα αντιπαρατίθεται από την Κουμουνδούρου; Αν γίνει δεκτό ότι η παρούσα Κυβέρνηση εκπροσωπεί την καπιταλιστική βαρβαρότητα, όπως διατείνεται ο ίδιος ο Αλέξης Τσίπρας, ποια είναι η αντιπρόταση διακυβέρνησης που αυτός καταθέτει στον δημόσιο διάλογο και θέτει στην κρίση των πολιτών;
Στο ΠΑΣΟΚ – ΚΙΝΑΛ εργάσθηκαν μεθοδικά τα χρόνια της πολιτικής και κυβερνητικής ευφορίας του ΣΥΡΙΖΑ, κινήθηκαν ενάντια σε μια ολόκληρη αρνητική, εσωκομματική παράδοση απέναντι στην σοσιαλδημοκρατία, πριν καταλήξουν να την υπερασπιστούν ως θετική, εναλλακτική πρόταση διακυβέρνησης. Η εφηβεία είναι μια ευχάριστη περίοδος της ζωής μας, η οποία, όμως, κάποτε μας ζητεί να ενηλικιωθούμε, παίρνοντας καθαρές θέσεις σε βασικά θέματα ζωτικής σημασίας. Κι ευτυχώς για το πολιτικό σύστημα της χώρας, η σημερινή ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ έχει ενηλικιωθεί εδώ και πολλά χρόνια. Δεν ζητά, παλιμπαιδίζοντας, τα όνειρά της πίσω, και μάλιστα με τόκο.
Διαβάστε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο
Το σχόλιο σας