Έρευνα: Πως οι άνθρωποι θα μπορούσαν να ζήσουν έως και 150 χρόνια
Οι άνθρωποι θα μπορούσαν ενδεχομένως να ζήσουν μέχρι και 150 χρόνια, σύμφωνα με νέα έρευνα που πραγματοποίησε η εταιρεία βιοτεχνολογίας Gero, η οποία εξέτασε την ικανότητα του ανθρώπινου σώματος να ανακάμπτει από ασθένειες, ατυχήματα ή οτιδήποτε άλλο μπορεί να ασκήσει πίεση στα συστήματά του.
Πως εξετάστηκε ο «ρυθμός γήρανσης»
Για τη μελέτη, ο Τίμοθι Πίρκοφ, ερευνητής στην εταιρεία Gero, με έδρα τη Σιγκαπούρη, και οι συνάδελφοί του, εξέτασαν τον «ρυθμό γήρανσης» σε τρεις μεγάλες ομάδες εθελοντών στις ΗΠΑ, στο Ηνωμένο Βασίλειο και στη Ρωσία. Στη συνέχεια, αξιολόγησαν τις αλλαγές στον αριθμό των αιμοσφαιρίων και τον ημερήσιο αριθμό των βημάτων που έκαναν οι συμμετέχοντες και τις ανέλυσαν ανά ηλικιακές ομάδες. Αυτά τα δεδομένα συλλέχθηκαν μέσω εφαρμογής από smartphone.
Οι μετρήσεις των κυττάρων του αίματος και των βημάτων έδειξαν το ίδιο αποτέλεσμα: καθώς η ηλικία αυξήθηκε, ένας παράγοντας που δεν σχετιζόταν με κάποια ασθένεια οδήγησε σε μια προβλέψιμη και σταδιακή μείωση της ικανότητας του σώματος να αντικαθιστά τα κύτταρα του αίματος ή να βαδίζει με μια σταθερή ταχύτητα μετά από μια περιπέτεια υγείας.
Όταν ο Πίρκοφ και οι συνάδελφοί του στη Μόσχα και το Μπάφαλο στη Νέα Υόρκη, χρησιμοποίησαν αυτό τον ρυθμό βιολογικής γήρανσης για να καθορίσουν πότε εξαφανίζεται εντελώς η φυσική αντοχή, διαπίστωσαν ότι αυτό συμβαίνει γύρω στα 120 με 150 έτη ζωής.
Αξίζει να σημειωθεί ότι ο μέσος όρος, σε ό,τι αφορά το προσδόκιμο ζωής των ανθρώπων στον ανεπτυγμένο κόσμο, είναι τα 80 έτη, ενώ το μακροβιότερο επιβεβαιωμένα πρόσωπο στην ιστορία είναι η Γαλλίδα Ζαν Λουίζ Καλμάν, η οποία απεβίωσε το 1997 σε ηλικία 122 ετών. Μετρήσεις όπως η αρτηριακή πίεση και ο αριθμός των αιμοσφαιρίων έχουν ένα γνωστό υγιές εύρος, ενώ οι μετρήσεις των βημάτων είναι κάτι πολύ προσωπικό. Το γεγονός ότι ο Πίρκοφ και οι συνάδελφοί του επέλεξαν μια μεταβλητή που είναι τόσο διαφορετική από τις μετρήσεις αίματος, αλλά παρόλα αυτά έφτασαν στο ίδιο συμπέρασμα, μπορεί να υποδηλώνει ότι υπάρχει ένας πραγματικός παράγοντας ρυθμού γήρανσης, που ίσως να εντοπίζεται σε διαφορετικούς τομείς.
Ο συν-συγγραφέας της μελέτης Πίτερ Φέντιτσεβ, φυσικός και συνιδρυτής της Gero, λέει ότι παρόλο που οι περισσότεροι βιολόγοι βλέπουν τον αριθμό των αιμοσφαιρίων και τα βήματα ως κάτι πολύ διαφορετικό, το γεγονός ότι και οι δύο μετρήσεις καταλήγουν στο ιδιο συμπέρασμα, ίσως σημαίνει ότι αυτός ο παράγοντας ρυθμού γήρανσης είναι πραγματικός.
Γιατί η αθανασία είναι «μύθος»
Η αθανασία και η παντοτινή νεότητα που πολλοί ύμνησαν στην τέχνη και περισσότεροι ήλπισαν ενδόμυχα, αποδεικνύονται μύθος, σύμφωνα με νέα έρευνα που βάζει τέλος στο αιώνιο ερώτημα για το αν μπορούμε να ζήσουμε αιώνια. Οι επιστήμονες έχουν περάσει δεκαετίες προσπαθώντας να αξιοποιήσουν τις δυνατότητες της γονιδιωματικής και της τεχνητής νοημοσύνης προκειμένου να βρουν τρόπο να αποτρέψουν ή ακόμη και να αντιστρέψουν τη γήρανση. Κυβερνήσεις, επιχειρήσεις, ακαδημαϊκοί και επιστήμονες έχουν επενδύσει στη συγκεκριμένη βιομηχανία πάνω από 110 δισεκατομμύρια δολλάρια. Κι όμως, μάταια.
Μια νέα έρευνα επιβεβαιώνει πως πιθανότατα δεν μπορούμε να επιβραδύνουμε τον ρυθμό γήρανσης λόγω των βιολογικών περιορισμών. Η έρευνα, αποτέλεσμα διεθνούς συνεργασίας επιστημόνων από 14 χώρες, συμπεριλαμβανομένων και ειδικών από το Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης, εστίασε την υπόθεση του «αμετάβλητου ρυθμού γήρανσης» που λέει πως κάθε είδος έχει ένα σχετικά σταθερό ρυθμό γήρανσης από την ενηλικίωση.
«Τα ευρήματά μας στηρίζουν τη θεωρία πως, αντί για την επιβράδυνση του θανάτου, περισσότεροι άνθρωποι ζουν πιο πολύ λόγω της μείωσης της θνησιμότητας στις νεαρές ηλικίες» εξηγεί ο Χοσέ Μανουέλ Αμπούρτο από το Κέντρο Δημογραφικών Επιστημών Leverhulme της Οξφόρδης, το οποίο ανέλυσε δεδομένα γεννήσεων και θανάτων σε ορίζοντα πολλών αιώνων και σε πολλές ηπείρους.
«Συγκρίναμε τα στοιχεία γεννήσεων και θανάτων από ανθρώπους και άλλα πρωτεύοντα και διαπιστώσαμε πως το γενικό μοτίβο θνησιμότητας ήταν το ίδιο σε όλους. Αυτό υποδεικνύει πως βιολογικοί παράγοντες κι όχι περιβάλλοντος τελικά ελέγχουν τη μακροζωΐα» σημειώνει ο Αμπούρτο. «Η στατιστική επιβεβαίωσε πως τα άτομα ζουν περισσότερο καθώς οι συνθήκες ζωής και υγείας βελτιώνονται, κάτι που οδηγεί σε αυξανόμενη μακροζωΐα έναν ολόκληρο πληθυσμό. Παρόλα αυτά, μια απότομη αύξηση στους ρυθμούς θανάτου, καθώς τα χρόνια εξελίσσονται σε γήρας, είναι ξεκάθαρο πως παρατηρείται σε όλα τα είδη», πρόσθεσε.
Αυτό που έλειπε από τις έρευνες τόσων δεκαετιών ήταν η σύγκριση τής διάρκειας ζωής διαφόρων πληθυσμών ζώων με εκείνη των ανθρώπων, προκειμένου να διαπιστωθεί τι οδηγεί στο γήρας και τελικά το θάνατο. Η τελευταία αυτή έρευνα καλύπτει αυτό το κενό, διευκρινίζει ο Αμπούρτο»: «Η εκπληκτική αυτή συλλογή διαφορετικών δεδομένων μάς επέτρεψε να συγκρίνουμε τις διαφορές θνησιμότητας μέσα και ανάμεσα στα είδη».
«Τα ευρήματά μας επιβεβαιώνουν πως, σε πληθυσμούς της ιστορίας, το προσδόκιμο ζωής ήταν χαμηλό καθώς πολλοί άνθρωποι πέθαιναν νέοι. Καθώς η ιατρική, κοινωνική και περιβαλλοντική εξέλιξη συνεχίστηκε, το προσδόκιμο ζωής αυξήθηκε. Όλο και περισσότεροι άνθρωποι πλέον ζουν περισσότερο τώρα. Παρόλα αυτά, η πορεία προς το θάνατο σε μεγάλη ηλικία δεν έχει αλλάξει» παρατηρεί ο ίδιος και καταλήγει: «Η έρευνα αυτή καταδεικνύει πως η εξελικτική βιολογία υπερισχύει των πάντων και έως τώρα η ιατρική πρόοδος έχει σταθεί ανήμπορει να νικήσει τους βιολογικούς αυτούς περιορισμούς».
Διαβάστε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο
Το σχόλιο σας