Κρίσιμες εκλογές στη Βρετανία στη σκιά των τρομοκρατικών επιθέσεων
Στις κάλπες προσέρχονται σήμερα περίπου 46 εκατομμύρια ψηφοφόροι, οι οποίοι καλούνται να ψηφίσουν για τις πρόωρες βουλευτικές εκλογές στη χώρα, που γίνονται στη σκιά της τρομοκρατίας.
Οι κάλπες άνοιξαν στις 07.00 το πρωί τοπική ώρα (09.00 ώρα Ελλάδας) και κλείνουν στις 22.00 το βράδυ (24.00 ώρα Ελλάδας). Η ψήφος δεν είναι υποχρεωτική.
Οι Βρετανοί καλούνται να επιλέξουν ποιος θα οδηγήσει τη χώρα εκτός Ευρωπαϊκής Ένωσης, ενόψει της έναρξης των διαπραγματεύσεων, παρόλα αυτά το Brexit πέρασε σε δεύτερη μοίρα. Η προεκλογική εκστρατεία διεκόπη δύο φορές εξαιτίας τρομοκρατικών επιθέσεων, στο Μάντσεστερ στις 22 Μαΐου με 22 νεκρούς και στο Λονδίνο μόλις το περασμένο Σάββατο, με 8 θύματα.
Η Μέι ανακοίνωσε τις πρώιμες εκλογές αιφνιδιαστικά πριν από επτά εβδομάδες, στοχεύοντας στην αύξηση της πλειοψηφίας των βουλευτικών της εδρών σε πάνω από 17 έδρες που είναι σήμερα, πριν την έναρξη των συνομιλιών για την έξοδο από την ΕΕ.
Η προεκλογική της εκστρατεία όμως είχε αναπάντεχες ανατροπές – μια απότομη κάθοδο του άνετου προβαδίσματός της σε δημοσκοπήσεις έναντι του Εργατικού Κόμματος (αξιωματική αντιπολίτευση), και τις τρομοκρατικές επιθέσεις στο Μάντσεστερ και το Λονδίνο.
Τι δείχνουν οι τελευταίες δημοσκοπήσεις
Οι εκλογές διεξάγονται πρόωρα και στον αρνητικό απόηχο των πρόσφατων αιματηρών τρομοκρατικών επιθέσεων στο Μάντσεστερ και το Λονδίνο, με το ποσοστό των Συντηρητικών της πρωθυπουργού Τερέζας Μέι να μειώνεται σύμφωνα με τα αποτελέσματα των δημοσκοπήσεων, έναντι των αρχικών εκτιμήσεων για άνετη επικράτησή τους.
Tη μικρότερη διαφορά μεταξύ Συντηρητικών και Εργατικών δίνει η έρευνα της Kantar, σύμφωνα με την οποία το προβάδισμα του κόμματος της Μέι μειώθηκε στο μισό, στις πέντε ποσοστιαίες μονάδες. Σύμφωνα με τη συγκεκριμένη δημοσκόπηση, οι Τόρις συγκεντρώνουν το 43%, με το ποσοστό τους αμετάβλητο σε σύγκριση με την έρευνα της Kantar στις 31 Μαΐου, αλλά το ποσοστό των Εργατικών ανέβηκε στο 38%.
Στην έρευνα της Panelbase, η διαφορά Συντηρητικών- Εργατικών παρέμεινε σταθερή στις 8 ποσοστιαίες μονάδες, με τους πρώτους να συγκεντρώνουν το 44% στην πρόθεση ψήφου και τους δεύτερους το 36%. Η δημοσκόπηση αυτή διεξήχθη στις 2-7 Ιουνίου, δηλαδή πριν και μετά την επίθεση στο Λονδίνο (3/6).
Έρευνα της ComRes για τον Independent δείχνει ότι το προβάδισμα των Συντηρητικών μειώθηκε στο 10%, αλλά ακόμα κι έτσι το κυβερνών κόμμα οδεύει στη διεύρυνση της πλειοψηφίας του στη Βουλή των Κοινοτήτων. Στην προηγούμενη δημοσκόπηση της ίδιας εταιρείας (3/6), η διαφορά ήταν στο 12%. Σε αυτή την έρευνα, το κόμμα της Μέι συγκεντρώνει το 44% και του Κόρμπιν το 34%.
Τέλος, η δημοσκόπηση της ICM για τον Guardian ανεβάζει τη διαφορά των Συντηρητικών στις 12 ποσοστιαίες μονάδες.
Δρακόντεια μέτρα ασφαλείας
Τα μέτρα ασφαλείας στα εκλογικά τμήματα διαρκώς επανεξετάζονται, δήλωσε στον Guardian υψηλόβαθμος αξιωματούχος της αστυνομίας. Η αναπληρώτρια επίτροπος Λούσι Ντ’Ορσι αναγνώρισε ότι είναι πρωτοφανείς οι συνθήκες στις οποίες θα γίνουν οι εκλογές, έπειτα από τις τρομοκρατικές επιθέσεις σε Ουέστμινστερ, Μάντσεστερ και Γέφυρα του Λονδίνου.
«Το γενικό επίπεδο απειλής παραμένει σοβαρό, οπότε εξακολουθούμε να ζητάμε από τον κόσμο να είναι σε επιφυλακή και να αναφέρει τις όποιες ανησυχίες του στην αστυνομία», πρόσθεσε.
Εκλογές με φόντο την οικονομία
«Παρά την ανέχεια που καταγράφεται σε πολλές περιοχές της βόρειας Αγγλίας, η βρετανίδα πρωθυπουργός Τερέζα Μέι έχει να παρουσιάσει θετικά αποτελέσματα ως προς την πορεία της οικονομίας. Από το 2013 μέχρι σήμερα, ο δείκτης ανάπτυξης βρίσκεται στο 2% ετησίως και η ανεργία στη Βρετανία ανήκει στις χαμηλότερες της ΕΕ. Συνήθως όμως οι περισσότερες νέες θέσεις εργασίας αφορούν την χαμηλόμισθη απασχόληση.
Επιπλέον, από την οικονομική ανάπτυξη δεν ωφελήθηκαν όλες οι περιοχές της χώρας. Είναι ενδεικτικό ότι το ίδρυμα Resolution διαπιστώνει τα τελευταία χρόνια την μεγαλύτερη αύξηση ανισοτήτων από την δεκαετία του ΄80. Ήδη τότε οι ιδιωτικοποιήσεις και η αποβιομηχανοποίηση που προώθησε η τότε πρωθυπουργός Μάργκαρετ Θάτσερ έπληξαν κυρίως το βόρεια τμήμα της Αγγλίας», γράφει η Deutsche Welle.
Μέι εναντίον Κόρμπιν
Μία ημέρα πριν από τις εκλογές, η Μέι προσπάθησε να επαναφέρει την εκστρατεία της στο Brexit. “Όσον αφορά τις εκλογές, νομίζω πως οι επιλογές και τα ερωτηματικά που χρειάζεται να θέσει ο κόσμος είναι ακριβώς τα ίδια σήμερα με αυτά που υπήρχαν στην αρχή της προεκλογικής εκστρατείας”, είπε σε ακροατήριο υποστηρικτών της στο Νόργουιτς, στην ανατολική Αγγλία.
“Και η πρώτη ερώτηση είναι ποιόν εμπιστεύεσαι να έχει στην πραγματικότητα την ισχυρή και σταθερή ηγεσία η οποία θα φέρει την καλύτερη συμφωνία για τη Βρετανία στην Ευρώπη”, τόνισε.
Η Μέι έχει προσπαθήσει να χαρακτηρίσει τον Κόρμπιν ως αδύναμο ηγέτη ενός σπάταλου κόμματος το οποίο θα διαλύσει την οικονομία της Βρετανίας (συνολικής αξίας 2,2 τρις ευρώ), και θα οδηγήσει τη χώρα σε χαοτικές διαπραγματεύσεις για την έξοδό της.
Ο Κόρμπιν, παλαίμαχος αριστερός ο οποίος κέρδισε αναπάντεχα την ηγεσία των Εργατικών το 2015 μετά από τρεις δεκαετίες στο περιθώριο του κόμματος, έχει περάσει στην αντεπίθεση, λέγοντας ότι η οικονομία λιτότητας των Συντηρητικών έχει ζημιώσει τους φτωχούς και έχει αυξήσει τις κοινωνικές ανισότητες.
Οι Εργατικοί προτείνουν την οικοδόμηση μιάς δικαιότερης κοινωνίας μέσω πολιτικών όπως η αύξηση φόρων για το πλουσιότερο 5% των φορολογούμενων, η ενδυνάμωση των δικαιωμάτων των εργαζομένων, η κατάργηση των διδάκτρων στα πανεπιστήμια και η επένδυση 250 δις λιρών (288 δις ευρώ) σε υποδομές.
“Η επιλογή είναι πολύ απλή. Άλλα πέντε χρόνια μιας κυβέρνησης Τόρυ (Συντηρητικών), άλλα πέντε χρόνια λιτότητας, άλλα πέντε χρόνια μειώσεων. Ή κάτι διαφορετικό”, είπε ο Κόρμπιν σε υποστηρικτές του στο Κόλγουιν Μπέι της βόρειας Ουαλίας, υπό τον ήχο επιφωνημάτων και χειροκροτημάτων.
Για την Μέι, η δυσκολία δεν είναι απλώς να κερδίσει, αλλά να ξεπεράσει κατά πολύ την πλειοψηφία των 12 βουλευτικών εδρών που είχε ο Συντηρητικός προκάτοχός της, Ντέιβιντ Κάμερον, όταν κέρδισε τις εκλογές το 2015. Μια μικρότερη μειοψηφία θα υπονομεύσει το κύρος της ενδοκομματικά καθώς και στις συνομιλίες με τους άλλους 27 ευρωπαίους ηγέτες.
Επιπλέον πληροφορίες για τη διαδικασία
Η Βρετανία είναι κοινοβουλευτική δημοκρατία. Η βασική αρχή για κάθε εν δυνάμει κυβέρνηση είναι να έχει την υποστήριξη της πλειοψηφίας των βουλευτών που εκλέγονται στην κάτω βουλή του Κοινοβουλίου, τη Βουλή των Κοινοτήτων.
Οι εθνικές εκλογές είναι επομένως οι εκλογές για τη Βουλή των Κοινοτήτων. Οι ψηφοφόροι καλούνται να εκλέξουν ένα μέλος του κοινοβουλίου που θα εκπροσωπεί την τοπική τους εκλογική περιφέρεια, η οποία κατά μέσο όρο έχει περίπου 72.000 ψηφοφόρους.
Βάσει του εκλογικού συστήματος της Βρετανίας, εκλέγεται όποιος λάβει τις περισσότερες ψήφους. Δεν υπάρχει σύστημα αναλογικής εκπροσώπησης για τους υποψηφίους που έρχονται δεύτεροι σε κάθε εκλογική περιφέρεια.
Προκειμένου να προκύψει μια πλειοψηφική κυβέρνηση, το μεγαλύτερο κόμμα πρέπει θεωρητικά να κερδίσει τουλάχιστον 326 έδρες από τις 650 περιφέρειες του Ηνωμένου Βασιλείου. Πρακτικά, το όριο για την πλειοψηφία είναι περίπου 323, καθώς το ιρλανδικό εθνικιστικό κόμμα Σιν Φέιν δεν καταλαμβάνει στο κοινοβούλιο του Λονδίνου τις έδρες που κερδίζει στη Βόρεια Ιρλανδία.
Το κόμμα που θα κερδίσει την πλειοψηφία θα επιδιώξει να εφαρμόσει τις πολιτικές που εξήγγειλε κατά την προεκλογική του εκστρατεία. Κατά συνθήκη, το μη αιρετό σώμα της άνω βουλής, η Βουλή των Λόρδων, δεν παρεμποδίζει πολιτικές που εξαγγέλθηκαν κατά τη διάρκεια της εκστρατείας.
Εάν η κυβέρνηση έχει μια μικρή πλειοψηφία ή πρέπει να συμμετάσχει σε κάποιο συνασπισμό, η ικανότητά της να ηγηθεί της χώρας τυπικά θα τεθεί σε δοκιμασία κατά τη διάρκεια μιας ψηφοφορίας με αφορμή την Ομιλία της Βασίλισσας μια ομιλία στην αρχή της κοινοβουλευτικής θητείας που παρουσιάζει την νομοθετική ατζέντα που έχει προετοιμαστεί από την μελλοντική κυβέρνηση.
Το εκλογικό σώμα
Η συμμετοχή στις εθνικές εκλογές στη Βρετανία έχει μειωθεί από τη δεκαετία του 1950, όταν ήταν πάνω από 80%. Ο αριθμός των εγγεγραμμένων ψηφοφόρων στις γενικές εκλογές του 2015 ήταν 46,4 εκατ. Η συμμετοχή ήταν 66,4%, η υψηλότερη από το 1997.
Η συμμετοχή ήταν υψηλότερη στο δημοψήφισμα του 2016 για την παραμονή ή την αποχώρηση από την ΕΕ, με το 72,2% των 46.500.001 ψηφοφόρων να προσέρχονται στις κάλπες. Η προθεσμία για την εγγραφή ψηφοφόρων ήταν η Δευτέρα 22 Μαΐου. Μόνο σε μία ημέρα, η εκλογική επιτροπή έλαβε 622.000 αιτήσεις.
Η μεγαλύτερη αύξηση στις αιτήσεις εγγραφής παρατηρήθηκε μεταξύ των νέων, καθώς την τελευταία ημέρα της σχετικής προθεσμίας κατατέθηκαν σχεδόν 250.000 αιτήσεις από ψηφοφόρους κάτω των 25 ετών. Το 2015, η συμμετοχή ψηφοφόρων ηλικίας 18-24 ετών ήταν μόλις 43%.
Το αντιπολιτευόμενο Εργατικό Κόμμα έχει δημοσκοπικά μεγαλύτερη απήχηση στους νέους ψηφοφόρους, ενώ οι Συντηρητικοί του Μαΐου είναι πιο δημοφιλείς στις μεγαλύτερες ηλικίες.
Συνολικά, περισσότερα από ένα εκατομμύριο άτομα κάτω των 25 ετών έχουν εγγραφεί για να ψηφίσουν μετά την ανακοίνωση των εκλογών τον Απρίλιο, σε σύγκριση με περίπου 700.000 την ίδια περίοδο πριν από τις εκλογές του 2015. Λιγότεροι ψηφοφόροι άνω των 55 ετών έχουν εγγραφεί αυτή τη φορά σε σύγκριση με πριν από δύο χρόνια.
Η Εκλογική Επιτροπή δήλωσε ότι περίπου το 30% των ατόμων κάτω των 34 ετών δεν είχε εγγραφεί σε σύγκριση με το 4% των ψηφοφόρων άνω των 55 ετών.
Ποια είναι η πιθανότερη έκβαση;
Οι Συντηρητικοί της Τερέζα Μέι έχουν σήμερα μια πλειοψηφία 17 εδρών, και η ίδια προκήρυξε τις πρόωρες εκλογές με την ελπίδα να την αυξήσει. Σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις, η Μέι αναμένεται να κερδίσει, αν και δεν είναι σαφές με πόση διαφορά.
Υπάρχει μια μεγάλη απόκλιση μεταξύ των εταιριών δημοσκοπήσεων, παρόλο που όλα τα ευρήματα συγκλίνουν στο ότι η Μέι θα υπερισχύσει ενώ οι Εργατικοί έχουν μειώσει την απόσταση από τους Συντηρητικούς.
Οι εταιρίες δημοσκοπήσεων προέβλεψαν εν πολλοίς ότι δεν θα υπήρχε απόλυτη πλειοψηφία το 2015, με το Εργατικό πιθανόν να ήταν το πρώτο κόμμα. Η νίκη -και η πλειοψηφία- των Συντηρητικών αποτέλεσε σοκ για τους δημοσκόπους.
«Από την άποψη των δημοσκόπων, πρόκειται για μια πειραματική εκλογική διαδικασία», ανέφερε ο Άντονι Γουέλς, από τη YouGov σε μπλογκ. «Όλοι κάναμε λάθος το 2015 και όλοι δοκιμάζουμε διαφορετικές μεθόδους για να το πετύχουμε σωστά φέτος».
Ο ρόλος της Βασίλισσας
Η Βασίλισσα Ελισάβετ έχει την εξουσία να αποπέμψει έναν πρωθυπουργό ή να επιλέξει προσωπικά τον διάδοχό του, ωστόσο το δικαίωμα αυτό δεν έχει ασκηθεί από μονάρχη από το 1834 και η παράδοση αυτή θεωρείται ξεπερασμένη. Η βασίλισσα συνηθίζει να μην εμπλέκεται στην πολιτική των κομμάτων και ο σχηματισμός της επόμενης κυβέρνησης είναι ένα θέμα που επιλύεται από τα ίδια τα κόμματα.
Διαβάστε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο
Το σχόλιο σας