Μουσείο Μπενάκη: Μια έκθεση αφιερωμένη στη ζωή και το έργο του φιλέλληνα ζωγράφου John Craxton
Πηγή: John Craxton 1922-2009
Μια υπέροχη αναδρομική έκθεση φιλοξενεί από την Τετάρτη 13 Απριλίου, το Μουσείο Μπενάκη. Είναι αφιερωμένη στη ζωή και το έργο του φιλέλληνα ζωγράφου John Craxton (1922-2009) και πραγματοποιείται με αφορμή τα 100 χρόνια από τη γέννηση του καλλιτέχνη. Ο Craxton ερωτεύθηκε την Ελλάδα και κυρίως την Κρήτη. Έγινε ένα με το νησί. Πέρασε στη χώρα μας το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του.
Η ιστορία του καλλιτέχνη, γεμάτη με αισιοδοξία που αντικατοπτρίζεται στους εξαίσιους πίνακές του, καταγράφει ένα επικό ταξίδι από το σκοτάδι της πρώτης του περιόδου στο φως που του πρόσφερε απλόχερα η Ελλάδα. Η έκθεση «John Craxton, Μια ελληνική ψυχή» φιλοξενεί 90 έργα χωρισμένα σε τέσσερις ενότητες, πολλά από αυτά άγνωστα έως τώρα και προερχόμενα από το Craxton Estate. Καλύπτουν όλες τις περιόδους της σταδιοδρομίας του καλλιτέχνη και περιλαμβάνουν χαρακτικά και σχέδια, πίνακες ζωγραφικής, μια εντυπωσιακή ταπισερί, φωτογραφίες και προσωπικά αντικείμενα.
«Είναι η πρώτη μεγάλη αναδρομική έκθεση μετά το θάνατό του»
Καθώς πολλά από τα έργα του δεν έχουν παρουσιαστεί ποτέ, τώρα μας προσφέρεται για πρώτη φορά η ευκαιρία να εκτιμήσουμε αυτό που πραγματικά υπήρξε: ένας απαράμιλλος πορτρετίστας και τοπιογράφος στην Ελλάδα των μέσων του 20ού αιώνα. Από τη στιγμή που έφτασε στη χώρα έως τον θάνατό του, όλο σχεδόν το έργο του εξυμνούσε τη ζωή, το φως και τα τοπία της Ελλάδας. Βρήκε στη ζωή και στους ανθρώπους γύρω του, όλο τον μυθολογικό κόσμο, που είχε γνωρίσει στα βιβλία, πριν φτάσει εδώ. Συνδύασε με έναν μοναδικό τρόπο το παρόν και το παρελθόν, την τέχνη με την καθημερινή ζωή στην Κρήτη.
«Είναι η πρώτη μεγάλη αναδρομική έκθεση μετά το θάνατό του» επισημαίνει ο Γιώργος Μαγγίνης, επιστημονικός διευθυντής του μουσείου Μπενάκη, «Είμαστε ιδιαίτερα χαρούμενοι και περήφανοι που ξεκινάει την πορεία της από το Μουσείο Μπενάκη. Εντάσσεται σε ένα κύκλο εκθέσεων που ξεκίνησε το 2016, με την έκθεση «Γκίκας, Fermor, Craxton: Τρεις τόποι, τρεις δημιουργοί». Συνεχίστηκε με την έκθεση «Γκίκας-Craxton, Fermor η γοητεία της ζωής στην Ελλάδα» που παρουσιάστηκε στη Λεβέντειο Πινακοθήκη της Λευκωσίας και ταξίδεψε μετά στο Βρετανικό Μουσείο του Λονδίνου. Πρόκειται για εκθέσεις που παρουσιάζουν με πολύ ζωντανό τρόπο το φαινόμενο του μεταπολεμικού φιλελληνισμού, όπως αυτός εκδηλώθηκε κυρίως μέσα από βρετανικά μάτια και βρετανικές καρδιές. Ο Craxton ήταν μια από αυτές τις μεγάλες καρδιές.
Είδε την Κρήτη με μια ματιά φρέσκια, καθαρή, ερωτική και με ιδιαίτερη ένταση» και συμπληρώνει:_ «Ο καλλιτέχνης είχε μια μοναδική ικανότητα να “βραχυκυκλώνει” το παρόν με το παρελθόν. Ήταν κάτι πολύ χαρακτηριστικό της γενιάς του. Το πέρασμα από τη μυθολογία στο παρόν, από το ζωντανό αίμα και τη σάρκα του τώρα στην εικόνα του μύθου είναι ακαριαίο. Εμείς στην Ελλάδα είμαστε πιο κουρασμένοι από αυτό και το βλέπουμε διαμεσολαβημένα. Εκείνη η γενιά το έβλεπε με μια αθωότητα και μια απλότητα. Αυτό προκύπτει μέσα από τη συγκεκριμένη έκθεση»._
Αγαπούσε πολύ την Ελλάδα, αλλά πολύ παραπάνω την Κρήτη. Ήταν Κρητικός.
Επιμελητής της έκθεσης είναι ο Ian Collins, φίλος και εκτελεστής της διαθήκης του John Craxton, ο άνθρωπος που έχει γράψει και τη βιογραφία του. Τονίζει: «Αυτή η έκθεση έχει να κάνει με τη χαρά. Ειδικά σε μια τέτοια εποχή που έχει μεσολαβήσει η πανδημία και ο κορονοϊός. Έχει να κάνει με το πώς βρίσκει κάποιος την ταυτότητά του, το ποιος είναι. Από πολύ νωρίς ο John Craxton βρήκε αυτό που ήθελε στην Ελλάδα. Δεν ήταν ένας Βρετανός που ζούσε στο εξωτερικό, ήταν ένας υιοθετημένος Έλληνας. Γι’ αυτό δώσαμε αυτόν τον τίτλο στην έκθεση. Αγαπούσε πολύ την Ελλάδα, αλλά πολύ παραπάνω την Κρήτη. Ήταν Κρητικός. Σκεφτόταν, δρούσε και ζούσε ως Κρητικός. Ήταν πολύ ευτυχισμένος εκεί».
Η ζωή του John Craxton
Γόνος μιας μεγάλης, μουσικόφιλης και μποέμικης οικογένειας του Λονδίνου με ευρύ κοινωνικό κύκλο, ο Craxton ήταν ένα αναρχικό πνεύμα που ήθελε μόνο να ζωγραφίζει και έμαθε μέσα από το βλέμμα. Ανακάλυψε το έργο του Ελ Γκρέκο και του Πικάσο ενώ ήταν ακόμα έφηβος και αγάπησε την αρχαία ελληνική τέχνη στα μουσεία που επισκεπτόταν συχνά. Όμως, αυτό που ονειρευόταν ήταν μια ζωή γεμάτη φως. Έκανε το πρώτο βήμα για το ταξίδι προς τον Νότο πηγαίνοντας για να σκιτσάρει στο Παρίσι το 1939, αλλά αναγκάστηκε να επιστρέψει στην Αγγλία λόγω του επικείμενου Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου. Έμεινε εγκλωβισμένος εκεί για έξι ατελείωτα χρόνια κι έγινε γνωστός ως ένα εκκεντρικό παιδί-θαύμα της τέχνης.
Η ζωή του ήταν γεμάτη μαγεία. Προικισμένος με εξαιρετικό ταλέντο και με την εύνοια της τύχης, υπήρξε ένας ηρωικός ηδονιστής: ζούσε για την απόλαυση και την αποτύπωνε στη ζωγραφική του. Αυτός ο κοσμοπολίτης νομάς καταξιώθηκε ως καλλιτέχνης από πολύ νεαρή ηλικία, κατά τα χρόνια του πολέμου στο Λονδίνο, μαζί με τον καλύτερό του φίλο Lucian Freud. Στα 19 του εργαζόταν σε ένα ατελιέ δίπλα σε εκείνο του Freud. Μαζί δημιούργησαν ευρηματικούς πίνακες, ξεσάλωσαν στο βομβαρδισμένο Λονδίνο και περιπλανήθηκαν ως την Ουαλία. Χαρακτηρίστηκαν ως τα αρχέτυπα της σκοτεινής και μελαγχολικής τέχνης του νεορομαντισμού. Μισούσαν όμως τις ταμπέλες και αντιστάθηκαν σε κάθε σύμβαση στη ζωή και την τέχνη τους.
Χάρη στην προσωπική του γοητεία κατάφερε να επιβιβαστεί σε μαχητικό αεροπλάνο μαζί με τη σύζυγο του Βρετανού πρέσβη στην Ελλάδα και προσγειώθηκε στην Αθήνα την άνοιξη του 1946. Κατά τις επόμενες δεκαετίες εξερεύνησε το Αιγαίο και παραδόθηκε στη σαγήνη του. Το 1947 έκανε το πρώτο από τα πολλά ταξίδια του στην Κρήτη, για να δει την Κνωσσό, να ανακαλύψει τη γένετειρα του Ελ Γκρέκο.
Πριν την έλευση του μαζικού τουρισμού, ο John Craxton απολάμβανε την επιβίωση του μυθικού στοιχείου στην καθημερινότητα της ελληνικής επαρχίας, η οποία έμοιαζε απαράλλαχτη από τα χρόνια του Ομήρου. Είχε πολλούς διάσημους φίλους και σχεδίασε περίφημα εξώφυλλα για τα βιβλία του Paddy Leigh Fermor, καθώς και ένα μπαλέτο για τη Margot Fonteyn. Προτιμούσε, όμως, να ζωγραφίζει τους απλούς ανθρώπους: βοσκούς μαζί με τις οικογένειές τους, ναυτικούς και στρατιώτες, με τους οποίους του άρεσε να περνάει τον χρόνο του.
Μετά από πολλές περιπλανήσεις και μεγάλα διαστήματα φιλοξενίας στο αρχοντικό του πιο στενού καλλιτέχνη φίλου του, του Νίκου Χατζηκυριάκου-Γκίκα, στην Ύδρα, μετακόμισε σε ένα παλιό βενετσιάνικο σπίτι στο λιμάνι των Χανίων, το 1960.
Κατά τα σχεδόν δέκα χρόνια της εξορίας του, στη διάρκεια της δικτατορίας, όταν η χούντα του απαγόρευσε να μείνει στη χώρα, ταξίδεψε στο Εδιμβούργο, «την Αθήνα του Βορρά», προκειμένου να σχεδιάσει και να επιβλέψει τη δημιουργία μιας ταπισερί που απέτινε φόρο τιμής στην παραδοσιακή κρητική υφαντουργία και στη μυθολογία, το κλίμα, τα τοπία και τον αισθησιασμό της Ελλάδας. Πρόκειται για το έργο «Τοπίο με στοιχεία της φύσης», που ταξίδεψε για πρώτη φορά από την Σκωτία στην Ελλάδα και αποτελεί κεντρικό έκθεμα της έκθεσης. Αποτελεί μια εντυπωσιακή σπουδή στη νοσταλγία, που αποκαλύπτει παράλληλα τη μεγάλη του αγάπη για το νησί.
Η επιστροφή του στην Ελλάδα κατά τη Μεταπολίτευση ήταν για εκείνον το πιο πολύτιμο δώρο στην πορεία της καλότυχης ζωής του. Μετά την επανεγκατάστασή του στο σπίτι του στα Χανιά, η αέναα εξελισσόμενη τέχνη του αναγεννήθηκε. Αφομοίωσε σταδιακά όλες τις εποχές της ελληνικής δημιουργικότητας –τη γλυπτική της αρχαιότητας, τα βυζαντινά ψηφιδωτά, την εικονογραφία της Κρήτης– και έσμιξε μαζί το αρχαίο και το σύγχρονο, μέσα στην ίδια μεγαλεπήβολη εικόνα. Εξέφραζε με παιχνιδιάρικο τρόπο τη βαθιά του αγάπη για τους ανθρώπους, τις κατσίκες και τις γάτες.
«Φεύγω ξανά σε μια μέρα για ένα νησί»
Ο John Craxton περιφρονούσε τη φήμη του καλλιτέχνη. Δεν νοιαζόταν καν να ολοκληρώσει τους πίνακές του, πόσο μάλλον να τους πουλήσει. Εάν το έργο του φανερώνει ένα πράγμα για εκείνον, είναι ότι προτιμούσε τη ζωή από την τέχνη: τη ζωή στην Ελλάδα, πάνω απ’ όλα. Πέθανε σε νοσοκομείο του Λονδίνου το 2009 και οι στάχτες του σκορπίστηκαν αργότερα στο λιμάνι των Χανίων. Έγινε πια κι αυτός κομμάτι της ζωγραφιάς.
Όπως είχε γράψει: «Φεύγω ξανά σε μια μέρα για ένα νησί, όπου φυτρώνουν λεμόνια και τα πορτοκάλια λιώνουν στο στόμα και οι κατσίκες αρπάζουν τα τελευταία φύλλα συκιάς από μικρά δέντρα. Το καλαμπόκι είναι κίτρινο και θροΐζει και η θάλασσα είναι σαν άρπα από ηφαιστειακές ακτές. Είδα τους αδελφούς Μαρξ σε υπαίθριο σινεμά και οι τοίχοι ήταν από αγιόκλημα».
Η έκθεση διαρκεί μέχρι τις 11 Σεπτεμβρίου. Από τον Οκτώβριο του 2022 μέχρι τον Ιανουάριο του 2023 θα μεταφερθεί στην Κρήτη, στην Δημοτική Πινακοθήκη Χανίων και στη συνέχεια θα παρουσιαστεί και στο Λονδίνο.
Διαβάστε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο
Το σχόλιο σας