Η πολιτισμική ταυτότητα της Παιανίας – Μια διαδρομή από τα βάθη της ιστορίας
Από την Χαλιδού στην Παιανία. Το otavoice.gr παρουσιάζει μια ιστορική διαδρομή μέσα από αιώνες πολιτισμικής μετεξέλιξης που σημαδεύτηκε από σημαντικής αξίας βυζαντινά και μεταβυζαντινά μνημεία. Η Ορθοδοξία αποτέλεσε για την ευρύτερη περιοχή των Μεσογείων πόλο ανάπτυξης, δημιουργίας, κοινωνικής συνοχής και πνευματικής ανάτασης.
Η δημοσιογραφική έρευνα στόχευσε να αναδείξει αυτή την μοναδική διαδρομή μέσα στο πέρασμα των αιώνων, η οποία αποτυπώνεται από συγκεκριμένα μνημεία που διασώζονται και αποτελούν την πολιτισμική ταυτότητα της Παιανίας.
Το ταξίδι στο χρόνο ξεκίνησε:
Άγιος Νικόλαος και Άγιος Σάββας, Χαλιδούς
Εδώ δημιουργήθηκε ο πρώτος οικισμός των Λιοπεσιωτών και η ύπαρξη κενοταφίου και αρχαίου υδραγωγείου στον περιβάλλοντα χώρο δείχνει ότι υπήρξε σημαντική οικιστική δραστηριότητα. Η Χαλιδού είναι τοποθεσία στους πρόποδες του κυρίως Υμηττού και κατά την κλασική αρχαιότητα υπήρχε ο μικρός δήμος της Κίκκυνας, δήμος της Μεσογαίας και της ακαμαντίδος φυλής, όπως και ο γειτονικός Σφηττός.
Πριν έλθουν οι Αρβανίτες, η περιοχή κατοικείτο από αυτόχθονες. Το ενεπίγραφο ανάγλυφο του 1302 μ. Χ., που ανακάλυψε ο αρχαιολόγος Ν. Κοτζιάς, μαρτυρά για κάποιον χριστιανό κτήτορα Δημήτριο Ιωάννου Χαλιδίτη, ο οποίος πιθανώς κατείχε μέρος της περιοχής. Τα ερείπια εκκλησιών και λείψανα άλλων κτισμάτων που ανακαλύφθηκαν στην περιοχή πιστοποιούν, κατά τον Ν. Κοτζιά, την κατοίκηση της περιοχής στην εποχή εκείνη.
Την περίοδο της φραγκοκρατίας και ιδιαίτερα την περίοδο των Φλωρεντίνων, η περιοχή της Χαλιδούς, μαζί με την περιοχή του Αγίου Νικολάου, υπήρξαν μέρος του τιμαρίου του Καρελά.
Αρχικά χτίστηκε ο ναός του Αγίου Νικολάου και αργότερα προσαρτίστηκε το παρεκκλήσιο του Αγίου Σάββα. Ο Ναός του Αγίου Νικολάου μνημείο της βυζαντινής -μεταβυζαντινής εποχής, είναι μονόχωρος σταυροειδής με τρούλο και διατηρεί τοιχογραφίες τριών διαφορετικών εποχών.
Αρχικά είχε χρονολογηθεί στους χρόνους της τουρκοκρατίας, λόγω των μικρών ανοιγμάτων και άλλων αρχιτεκτονικών στοιχείων. Όταν όμως οι τοιχογραφίες του τρούλου χρονολογήθηκαν στην εποχή των Κομνηνών, τότε και αναχρονολογήθηκε. Ωστόσο, επειδή στην επανεξέταση δεν φάνηκε να έχει στοιχεία χαρακτηριστικά της κομνήνειας εποχής, τίποτε δεν αποκλείει το να χτίστηκε αρκετά ή πολύ πριν την τοιχογράφησή του.
Στην κορυφή του ψηλού τρούλου δεσπόζει ο Παντοκράτορας μέσα σε κύκλο, με ένσταυρο φωτοστέφανο και αυστηρό ύφος, να ευλογεί. Ο τύπος αυτός απαντά σε πολλούς μεσοβυζαντινούς τρούλους. Τον Παντοκράτορα περιβάλλουν η Παναγία σε μετάλλιο, η Ετοιμασία του θρόνου και αγγελικά τάγματα, τα οποία παρεμβάλλονται.
Η ένταξη της Παναγίας στο εικονογραφικό πρόγραμμα (συμβολική της ενσάρκωσης του Λόγου, η Ετοιμασία (συμβολική της δόξας της Δευτέρας Παρουσίας) αλλά και τα αγγελικά τάγματα (έμφαση του λόγου του Παντοκράτορα ως κυρίαρχου του Σύμπαντος), συμφωνούν απόλυτα με την παράδοση της εικονογραφικής παράδοσης κατά τον 12ο αιώνα που είναι η απότιση φόρου τιμής στον κυρίαρχο του σύμπαντος.
Η αείμνηστη Ντούλα Μουρίκη χρονολόγησε τις τοιχογραφίες της Χαλιδούς στο τελευταίο τέταρτο του 12ου αιώνα. Η δε τεχνοτροπία του τρούλου, τις εντάσσει στη μνημειακή τάση της υστεροκομνήνειας ζωγραφικής.
Διατηρούνται σε όχι καλή κατάσταση και κάπως αποσπασματικά. Παρ’ όλα αυτά, παρέχουν πολύτιμη μαρτυρία για την καλλιτεχνική παραγωγή σ’ αυτή την απομακρυσμένη επαρχία του τέλους του 12ου αιώνα, και για τον λόγο αυτόν αποκτούν ιδιαίτερη αξία.
Ο σύγχρονος ποιητής και γηγενής Παιανιώτης, πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Κέντρου Τέχνης της Ελλάδος, Ευάγγελος Ανδρέου, ακολουθεί τα βήματα των διεσπαρμένων Λιοπεσιωτών του 17ου αιώνα, από τις Μεσογείτικες περιοχές των τσιφλικιών Καρελά, Κόκλα και Μπεσικένη και φτάνει μέχρι την ίδρυση του πρώτου χωριού Λιόπεσι (της σημερινής Παιανίας) στα ριζά της ανατολικής πλευράς του Υμηττού, αποδίδοντας επακριβώς τοπικά γεγονότα της ενετοκρατίας και τουρκοκρατίας, που συνδέονται με τη γενικότερη ιστορία της Αττικής και των Αθηνών.
Το έργο εμπλουτίζεται με άγνωστο φωτογραφικό υλικό εποχής, από το οικογενειακό αρχείο του ποιητή καθώς επίσης και από την προπολεμική φωτογραφική συλλογή του ιστοριοδίφη της Αττικής Γεωργίου Δ. Χατζησωτηρίου.
Προσδιορίζεται η αρβανίτικη καταγωγή των κατοίκων, γνωστοποιούνται και ετυμολογούνται οι τοποθεσίες της περιοχής και περιγράφονται τα κεντρικά μνημεία του τόπου, που αφορούν κυρίως στην πρωτοχριστιανική, βυζαντινή και μεταβυζαντινή αρχαιολογία.
Άγιος Ιωάννης
Χτίστηκε το 1715 και είναι η πρώτη ενορία του Λιοπεσίου. Στο εσωτερικό του ναού υπάρχουν αγιογραφίες του Γεωργίου Μάρκου τον Αργείο, ενός από τους σπουδαιότερους αγιογράφους επί τουρκοκρατίας, με επίκεντρο δράσης τα Μεσόγεια. Η περιοχή πέριξ του Αγίου Ιωάννη είναι η φυσική μετεξέλιξη της πορείας των Λιπεσιωτών και μπαίνουν οι βάσεις για την δημιουργία ενός οικισμού που αποτελεί τον προπομπό της Παιανίας.
Ο Άγιος Ιωάννης
Ιερός Ναός Χριστού Γέννησης
Η πρώτη ενορία της κοινότητας Παιανίας. Χρονολογείται το 19ο αιώνα και ο αρχικός ναός γκρεμίστηκε και κατασκευάστηκε στη σημερινή μορφή του. Διατηρείται σε παρακείμενο χώρο το Εκκλησιαστικό Μουσείο Χριστού Γέννησης, για το οποίο ο δήμαρχος Παιανίας Ισίδωρος Μάδης ανέφερε ότι γίνονται ενέργειες για την αξιοποίηση του, σε συνεργασία με την Περιφέρεια Αττικής και την Εκκλησία.
Στο Εκκλησιαστικό Μουσείο εκτίθενται 180 χρόνια θρησκευτικής και τοπικής ιστορίας μέσα από εικόνες, λειτουργικά σκεύη, κοσμητικά αποσπάσματα του τέμπλου, λειτουργικά βιβλία και στοιχεία φωτογραφικού υλικού από την περίοδο του μεσοπολέμου μέχρι σήμερα. Μέσα από την μνήμη ζωντανεύουν ήθη, έθιμα, παραδόσεις και ξεδιπλώνεται η πολιτιστική και πολιτισμική διαδρομή της περιοχής.
Στο προαύλιο του Ιερού Ναού ξεχωρίζει η επιβλητική πηγή με την καρκινική επιγραφή, «Νίψον ανομήματα μη μόναν όψιν»
Ιερός Ναός Αγίας Παρασκευής
Ο ναός χτίστηκε ανάμεσα στο 1730 και το 1760 και είναι δισυπόστατος, με δεύτερη υπόσταση τους Ταξιάρχες Μιχαήλ & Γαβριήλ.
Ο εσωτερικός του διάκοσμος παρουσιάζει μεγάλο ενδιαφέρον κι αυτό διότι μερικές αγιογραφίες είναι των χρόνων της Τουρκοκρατίας. Σημαντικότερη είναι η αγιογραφία των Αγίων Σαράντα Μαρτύρων, λόγω της πιστής αναπαράστασης παλαιών προτύπων που παραπέμπει στην εποχή του Βυζαντίου και των Παλαιολόγων. Το τέμπλο του ναού έχει ζωγραφιστεί στα χρόνια της Γερμανικής κατοχής από τον Φώτη Κόντογλου και τους μαθητές του, Ιωάννη Τερζή και Βασίλειο Μπρούσαλη.
Ο χώρος όπου βρίσκεται σήμερα το πανέμορφο εκκλησάκι, το οποίο υπεβλήθη σε εργασίες συντήρησης από την Αρχαιολογική Υπηρεσία, με μέριμνα του Αιδεσιμωτάτου Πρωτοπρεσβυτέρου και υπευθύνου για τον ναό π. Μιχαήλ Νικολογιάννη, αποτέλεσε κοιμητήριο των κατοίκων του Λιοπεσίου, (το δεύτερο μετά τον Άγιο Αθανάσιο) την Β’ περίοδο της Τουρκοκρατίας και κατά τις πρώτες ελεύθερες ημέρες του 19ου αιώνα, μέχρι το 1886 περίπου.
Πρίν από περίπου έναν αιώνα, γύρω από τον ναό υπήρχαν αλώνια, γι αυτό και η θέση μέχρι το 1871, αναφερόταν ως «παλαιά αλώνια». Τα αλώνια αυτά υπήρχαν εκεί μέχρι τις αρχές του 20ου αιώνα και μάλιστα επεκτείνονταν προς τα ανατολικά, όπου βρίσκονται σήμερα το πρώην 1ο Δημοτικό Σχολείο και νυν νηπιαγωγείο και ο Μητροπολιτικός Ιερός Ναός της Ζωοδόχου Πηγής.
Στο εσωτερικό του Ιερού Ναού της Αγίας Παρασκευής, διατηρούνται αγιογραφίες του σημαντικού λογοτέχνη και ζωγράφου Φώτη Κόντογλου .
Ο Ισίδωρος Μάδης μιλά για την ανάδειξη και προστασία της πολιτισμικής ταυτότητας της Παιανίας
Ο Δήμαρχος Παιανίας Ισίδωρος Μάδης αναλύει τα σχέδια του για την ανάδειξη της πολιτισμικής κληρονομιάς της Παιανίας και της θρησκευτικής παράδοσης που αποτελούν την ταυτότητα της και τον συνεκτικό κρίκο στην διαχρονική πορεία και μετεξέλιξη της.
Στη σύγχρονη εποχή η ανάδειξη της Ιστορίας και ο σεβασμός στα μνημεία εκτός από εθνική και κοινωνική ευθύνη είναι και στοιχείο τοπικής ανάπτυξης. Σύμφωνα με τον κ. Μάδη τα θρησκευτικά και ιστορικά μνημεία της Παιανίας μπορούν να αποτελέσουν πόλο έλξης στα πλαίσια του θρησκευτικού τουρισμού που στην ευρύτερη περιοχή της Ανατολικής Αττικής έχει σημαντικά σημεία αναφοράς.
Για αυτό και βρίσκεται σε συνεχή συνεργασία με την Περιφέρεια Αττικής και την Εκκλησία, έτσι ώστε να εξεύρει πόρους για την υλοποίηση ενός φιλόδοξου σχεδίου που θα αναδείξει περαιτέρω τα βυζαντινά – μεταβυζαντινά μνημεία, το Εκκλησιαστικό Μουσείο της Χριστού Γέννησης και τον Μητροπολιτικό Ναό που φέρει τη σφραγίδα του σπουδαίου Φώτη Κόντογλου.
Ο σεβασμός στην Ιστορία και στα μνημεία μας που είναι η ταυτότητά μας, καθορίζει το μέλλον μας σχολιάζει ο κ. Μάδης μέσα από το παρεκκλήσιο της Αγίας Παρασκευής, όπου ο μεγάλος Φώτης Κόντογλου έχε αγιογραφήσει το τέμπλο του. Το παρελθόν μας οδηγεί στο μέλλον, για να γίνουμε καλύτεροι χωρίς ποτέ να ξεχνάμε ποιοι είμαστε και από που ξεκινήσαμε.
Ιερός Ναός Ζωοδόχου Πηγής
Ο Μητροπολιτικός Ναός της Ζωοδόχου Πηγής είναι η σύγχρονη μετεξέλιξη των θρησκευτικών μνημείων της Παιανίας, ξεκίνησε να κατασκευάζεται το 1902 με σχέδια του μηχανικού Μ. Λυκούδη και με την εθελοντική συνδρομή πολλών Λιοπεσιωτών οι εργασίες ανοικοδόμησης ολοκληρώθηκαν το 1939. Ο μεγάλος ζωγράφος Φώτης Κόντογλου αναλαμβάνει την αγιογράφηση του, η οποία ξεκινά το 1939 με την Πλατυτέρα, στην κόγχη του ιερού και συνεχίζει την επόμενη χρονιά, με τον Ευαγγελισμό της Θεοτόκου στο μέτωπο της κόγχης του Ιερού και από κάτω, αριστερά και δεξιά, τους θεοπάτορες, Ιωακείμ και Άννα.
Η αγιογράφηση από τον Φώτη Κόντογλου θα περάσει από πολλά στάδια και θα τελειώσει το 1951, ενώ θα ολοκληρωθεί (τρούλος) από τον μαθητή του Βασίλειο Μπρούσαλη.
Σύμφωνα με τις βυζαντινές πηγές, ο ναός είναι επίγειος παράδεισος όπου κατοικεί και εμπεριπατεί ο Θεός και επομένως ο ζωγράφος, εν προκειμένω ο Φ. Κόντογλου μέσα από το έργο του επιχειρεί να μεταφέρει στον πιστό-θεατή την εμπειρία της Βασιλείας των Ουρανών, να τον καταστήσει αισθητικά κοινωνό μιας άλλης πραγματικότητας.
Κύριο χαρακτηριστικό η ατμόσφαιρα που δημιουργεί η εικαστική συνοχή του συνολικού έργου, που δεν αποτελείται από τυχαία ή αυτόνομα σύνολα, αλλά όλα είναι εναρμονισμένα αναδεικνύοντας το μεγαλείο της δημιουργίας του ζωγράφου. Η νεοβυζαντινή εικαστική παρέμβαση Κόντογλου δίνει το στίγμα της συνέχειας των βυζαντινών-μεταβυζαντινών μνημείων σεβόμενη μια ιστορική διαδρομή και διατηρώντας αναλλοίωτο το θρησκευτικό αποτύπωμα, στη σύγχρονη εποχή.
Περισσότερες πληροφορίες για τον Ιερό Ναό της Ζωοδόχου Πηγής μπορείτε να δείτε στην επίσημη ιστοσελίδα του.
Ιερά Μονή Αγίου Ιωάννου Προδρόμου ή των «Φιλοσόφων» ή «Κυνηγού» Γλυκών Νερών
Η Μονή Φιλοσόφων είναι ένα ακόμη σημαντικό θρησκευτικό μνημείο του δήμου Παιανίας με μεγάλη ιστορική διαδρομή, όπου επί αιώνες απετέλεσε σημαντικό μοναστικό κέντρο της περιοχής και πόλο έλξης πιστών.
Το Καθολικό της Μονής είναι τύπου σταυροειδής εγγεγραμμένος δικιόνιος ναός και αναγέρθηκε στα τέλη του 12ου ή στις αρχές του 13ου αιώνα. Η τοιχοποιία ακολουθεί την τεχνοτροπία της αργολιθοδομής με λίθους και πλινθοπερίβλητους πωρόλιθους, αλλά εμπεριέχει και αρκετά αρχιτεκτονικά κομμάτια παλαιότερων κατασκευών. Αρχιτεκτονικά κομμάτια, κυρίως μαρμάρινα, διακρίνονται σε όλη την έκταση του χώρου της Μονής.
Σήμερα, εκτός από το Καθολικό διασώζεται και ο δυτικός πυλώνας. Ενώ, στον μεταγενέστερο νάρθηκα και στο Καθολικό διασώζονται τοιχογραφίες νεότερης εποχής, τη στιγμή που σε ορισμένα σημεία διακρίνονται και μικρά τμήματα από τοιχογραφίες Βυζαντινών Χρόνων. Πλέον, λειτουργεί ως Μονή αποκλειστικά για γυναίκες μοναχές.
Όσον αφορά την επωνυμία «Κυνηγός», κατά τον αγωνιστή του 1821, ιστοριογράφο και μέγα λόγιο του 19ου αιώνα, Διονύσιο Σουρμελή, προέρχεται από το ότι η θέση της Μονής είναι το «κυνηγέσιον μέρος του Υμηττού». Όμως αυτό είναι ανακριβές, καθόσον σε επιστολή του Μιχαήλ Χωνιάτη, πρώην Μητροπολίτου Αθηνών, αναφέρεται στον Βασίλειο Κυνηγό, ηγούμενο της Μονής ο οποίος πιστεύεται ότι σχετιζόταν με τους φιλοσόφους της Μονής του Φιλοσόφου της Δημητσάνας Αρκαδίας και αναφέρεται σε επιγραφή του 1205, σαν μοναχός φιλόσοφος. Αυτός αφιέρωσε τη Μονή του Υμηττού στον Άγιο Ιωάννη τον Πρόδρομο κατά μίμηση της αρκαδικής μονής.
Στις αρχές του 13ου αιώνα ήλθε στη Μονή ο ανηψιός του Βασιλείου, Λουκάς ο Κυνηγός, που τον διαδέχθηκε. Σε επιτύμβια επιγραφή του 1235 αναφέρονται οι μοναχοί Λουκάς και Φιλόσοφος, που πέθαναν συγχρόνως, σαν κτήτορες της Μονής. Από αυτούς, Βασίλειο και Λουκά, θα πήρε η Μονή την επωνυμία «Κυνηγός», όπως και την επωνυμία «των Φιλοσόφων».
Πιθανόν όμως την επωνυμία «των Φιλοσόφων», να την πήρε αργότερα η Μονή, όταν εγκαταστάθηκαν σε αυτήν μοναχοί από τη Μονή Φιλοσόφων στην Αρκαδία, από όπου είχαν εκδιωχθεί από τους Φράγκους. Τον Λουκά τον Κυνηγό, διαδέχτηκε ο μοναχός Νεόφυτος, γνωστός από το κιόνιο του Νεοφύτου, ένα μαρμάρινο κορμό που βρίσκεται στο Σταυρό, στο ναό της Αγίας Θέκλας και φέρει επιγραφή του 1238. Το κιόνιο χρησιμοποιούνταν σαν οδόσημο, ενώ ο Νεόφυτος πιστεύεται ότι κατασκεύασε το δρόμο που συνέδεε την πεδιάδα των Αθηνών με την πεδιάδα των Μεσογείων.
Η μονή διαλύθηκε, όπως και άλλα 411 μοναστήρια, από την Αντιβασιλεία των Βαυαρών, μετά την απελευθέρωση από τους Τούρκους, εκποιήθηκε η μεγάλη περιουσία της και ερημώθηκε. Έκτοτε έγιναν κάποιες απόπειρες επανίδρυσης (το 1943 σαν μετόχι της Ιεράς Μονής Φανερωμένης Σαλαμίνος και το 1969 σα μετόχι της Ιεράς Μονής Κοιμήσεως Θεοτόκου Κλειστών) και το 1975 ανασυστάθηκε σαν γυναικεία Κοινοβιακή Μονή.
Μετόχια της αποτελούν ο Ιερός Ναός της Αγίας Θέκλας στο Σταυρό, το παλαιό εκκλησάκι του Αγίου Ιωάννου του Κυνηγού στη Λεωφόρο Βουλιαγμένης, ο Άγιος Νικόλαος Λεονταρίου στην Κάντζα, Ο Άγιος Ιωάννης ο Θεολόγος (ερείπια) στον Γέρακα και ο Άγιος Νικόλαος Φθισιατρείου στην Πλατεία Ρηγίλλης.
Άγιος Αθανάσιος, ο Πολιούχος και προστάτης της Παιανίας
Ο ναός του Αγίου Αθανασίου βρίσκεται στα ανατολικά της Παιανίας και είναι χτισμένος πάνω στα λείψανα μιας μεγάλης παλαιοχριστιανικής βασιλικής. Σήμερα σώζονται μόνο νεώτερες τοιχογραφίες. Οι τοιχογραφίες αυτές χωρίζονται σε τέσσερα στρώματα, χρονολογημένα όλα στους χρόνους της Τουρκοκρατίας. Στο τελευταίο στρώμα, το οποίο και είναι το μόνο ορατό σήμερα, τα χρώματα, τα σχέδια και η έκφραση των προσώπων παρουσιάζουν αρκετό ενδιαφέρον, αναδεικνύοντας τη λαϊκή ταυτότητα του καλλιτέχνη.
Από την παλαιά βασιλική, σήμερα διατηρείται μόνον η κόγχη του Ιερού αλλά και οι αρράβδωτοι κίονες, οι οποίοι χωρίζουν τα κλίτη στο νεώτερο ναό. Στην ίδια επίσης εποχή ανάγονται και οι επιστέψεις των κιόνων αυτών. Ο ναός, όπως μας έχει διασωθεί, ανήκει στη μεταβυζαντινή εποχή.
Πολύ σημαντικό είναι το γεγονός της εύρεσης επιγραφής, γραμμένης σε τετράπλευρη στήλη και εντοιχισμένης στο τέμπλο του ναού: πρόκειται για επιτύμβια επιγραφή από παλαιοχριστιανικό τάφο. Αναφέρεται στην Ευφημία τη μειζοτέρα, επικεφαλής στην υπηρεσία ίσως κάποιου σημαντικού γαιοκτήμονα της Αττικής. Παρουσιάζεται ως ελεήμων ενώ απειλεί με αρές (κατάρες) να μη θάψουν κανέναν άλλον στον τάφο της, αλλά ούτε και τα λείψανα όσων είναι εδώ θαμμένοι να μεταφέρουν αλλού.
Διάφορα ευρήματα που κατά καιρούς έχουν εντοπισθεί στη θέση γύρω από το ναό, οδηγούν στο συμπέρασμα της ύπαρξης ανθηρού παλαιοχριστιανικού οικισμού, ο οποίος φαίνεται να συνεχίζεται όχι μόνο κατά τον 11ο και 12ο αιώνα αλλά και στους χρόνους της Τουρκοκρατίας.
O Άγιος Αθανάσιος καθιερώθηκε ως Πολιούχος και προστάτης αρχικά του χωριού του Λιοπεσίου και μετέπειτα της πόλης της Παιανίας, όταν επιτέλεσε ένα μεγάλο θαύμα, κατά την περίοδο της Τουρκοκρατίας, που ανάγκασε μέχρι και τους Τούρκους να τον σέβονται και να τον τιμούν! Έκτοτε και εις το διηνεκές, ο Άγιος είναι ο φύλακας του τόπου από ορατούς και αόρατους εχθρούς, ο φρουρός του από κάθε εχθρική επιδρομή, ο έφορος του στις ανάγκες και ο ρύστης του από συμφορές και κακώσεις.
Το θαύμα περιγράφει με γλαφυρό τρόπο, στο βιβλίο του Γεωργίου Χατζησωτηρίου «Ιστορία της Παιανίας και των Ανατολικά του Υμηττού Περιοχών», η Παιανιώτισσα, Παγώνα Χούντα:
«Στον Άη Θανάση πήγαιναν οι παππούδες μας για να λειτουργηθούν. Τότε, πριν χτιστεί το χωριό (εννοεί προ του 1690) δεν ήταν άλλη εκκλησία εκεί γύρω. Όλος ο κόσμος που έμενε στο χωριό του Κόκλα πήγαινε κι έπαιρνε νερό στο πηγάδι του Άη-Θανάση, γιατί δεν υπήρχε άλλο. Στο ίδιο πηγάδι πότιζαν και τα άλογα τους οι Τούρκοι. Εκεί έπλεναν τα ρούχα των Τούρκων και τα δικά τους οι Έλληνες. Το νερό τότε ήταν άφθονο και τρεχούμενο, ερχόταν από τη Σέζα. Το πηγάδι, ήταν ανάβαθο και αστείρευτο. Γύρω από το πηγάδι υπήρχαν δώδεκα πολύ παλιές γούρνες για πλύσιμο και για πότισμα. Τις θυμάμαι όταν ήμουν ακόμη μικρή.
Τώρα είναι λίγες (σημ. δεν υπάρχει καμιά). Οι γιαγιάδες μας, συνεχίζει η αφηγήτρια, όταν ήταν γιορτή, χόρευαν γύρω από εκείνο το πηγάδι. Οι Τούρκοι είχαν διατάξει μία φορά τον χρόνο να μαζεύονται εκεί οι νέες και να χορεύουν μπροστά τους. Ήθελαν να δουν ποια κορίτσια ήσαν όμορφα για να τα πάρουν. Αυτή η συνήθεια κρατήθηκε και όταν ακόμη «τραβήχτηκε» το χωριό αργότερα, πιο πάνω (εννοεί την ίδρυση του χωριού, μετά το 1690)».
Και συνεχίζει:
«Τα βάσανα όμως των παιδιών που χόρευαν γύρω από το πηγάδι, μπρος στα μάτια του Τούρκου, τα έβλεπε ο Άη-Θανάσης. Αυτοί όμως δεν τον λογάριαζαν. Για πολύ καιρό οι Τούρκοι είχαν απαγορεύσει να ανάβουν οι παππούδες μας τα καντήλια του. Κάποιο βράδυ, ο Άγιος φανερώθηκε στην προγιαγιά του Θανάση Χριστόδουλου και της είπε:
«Γιατί μένει η εκκλησία θεοσκότεινη; Να μου ανάβετε κάθε μέρα τα καντήλια». – «Πώς να τα ανάψω αφού είναι οι Τούρκοι»; – «Να πας και να μη φοβηθείς», είπε ο Άγιος. Από τότε πήγαινε αυτή ή ο γιος της νύχτα για να κάνει τη χάρη του. Περνούσαν μέσα από τα άλογα των Τούρκων που έμεναν εκεί κοντά. Τα άλογα χλιμίντριζαν και τα σκυλιά γαύγιζαν, αλλά οι Τούρκοι δεν τους έβλεπαν. Ένα βράδυ είδαν τον Χριστόδουλο και του έριξαν. Η σφαίρα όμως εξοστρακίστηκε, γύρισε πίσω και σκότωσε τον Τούρκο που τον τουφέκισε…».
Υπάρχει όμως και μία άλλη εκδοχή του θαύματος που λέει πως ανήμερα της εορτής του Αγίου στις 2 Μαΐου, κάτι είχε συμβεί και οι Λιοπεσιώτες είχαν καταφύγει περίτρομοι στην εκκλησία. Οι Τούρκοι δεν έμπαιναν μέσα, ιδίως οι ντόπιοι, γιατί φοβόντουσαν τον Άγιο, επειδή είχε κάνει κι άλλα θαύματα παλαιότερα. Κάποιος όμως διοικητής Τούρκος, όταν έμαθε ότι από φόβο δεν έμπαιναν στην εκκλησιά οι στρατιώτες του, αψήφησε τον Άγιο. Καβάλησε το άλογό του και έφθασε έξω από την πόρτα της εκκλησίας. Επειδή εκείνη ήταν αμπαρωμένη από τους Έλληνες, πυροβόλησε για να σπάσει τη κλειδαριά. Η σφαίρα όμως εξοστρακίστηκε και τον σκότωσε. Οι στρατιώτες, ύστερα απ’ αυτό, φοβήθηκαν κι έφυγαν. Έτσι σώθηκαν!
Διαβάστε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο
Το σχόλιο σας