Πρύτανης ΕΚΠΑ για κορωνοϊό: “Με βάση τις τελευταίες εξελίξεις μπορούμε να είμαστε συγκρατημένα αισιόδοξοι”
Στο τι έχει επιτευχθεί στον θεραπευτικό τομέα έπειτα από 10 μήνες με τον κορωνοϊό να δηλώνει “παρών” αναφέρθηκε ο πρύτανης του ΕΚΠΑ, Θάνος Δημόπουλος. “Η ανάπτυξη ειδικών αντισωμάτων έναντι του ιού, που παράγονται στο εργαστήριο, έχει προχωρήσει και τα αποτελέσματα δείχνουν ότι μπορούν να βελτιώνουν τα συμπτώματα στους ασθενείς με ήπια COVID-19” λέει, μεταξύ άλλων, στο ΑΠΕ-ΜΠΕ.
Συγκεκριμένα, για το τι έχει επιτευχθεί έπειτα από 10 μήνες στον θεραπευτικό τομέα:
«Σε αυτό το μικρό χρόνο των 10 μηνών η θεραπεία της νόσου έχει εξελιχθεί και οι γιατροί σήμερα είναι σε θέση να αντιμετωπίσουν τους ασθενείς αποτελεσματικότερα χρησιμοποιώντας νέα αλλά και παλαιότερα φάρμακα, αλλά και τροποποιώντας την στρατηγική στην αντιμετώπιση ορισμένων επιπλοκών. Οι γιατροί χρησιμοποιούν πιο συχνά μη επεμβατικές μεθόδους για τη χορήγηση συμπληρωματικού οξυγόνου π.χ. μεγάλη συγκέντρωση οξυγόνου με υψηλή ροή και εφύγρανση με ρινικό καθετήρα μέσω ειδικής συσκευής (high nasal flow), αλλά και άλλες στρατηγικές όπως π.χ. την τοποθέτηση σε πρηνή θέση, με παράλληλη χορήγηση υψηλών συγκεντρώσεων οξυγόνου, ενώ στους διασωληνωμένους ασθενείς η επιλογή των ρυθμίσεων του αναπνευστήρα με βάση τους κανόνες του προστατευτικού αερισμού έχει φανεί ότι βελτιώνει την επιβίωση. Οι διαταραχές της πήξης είναι συχνές με αποτέλεσμα θρόμβωση ή εμβολές (π.χ. πνευμονική εμβολή).
Έτσι, σήμερα θεωρείται απαραίτητη η προφυλακτική χορήγηση αντιπηκτικών, που φαίνεται ότι είναι μια από τις παρεμβάσεις που βελτιώνει την επιβίωση. Θεραπείες που στοχεύουν στην υπερβολική φλεγμονή που προκαλείται από την αντίδραση έναντι του SARS-CoV-2 βελτιώνουν την επιβίωση. Τα κορτικοστεροειδή, όπως η υδροκορτιζόνη και η δεξαμεθαζόνη, έχουν αντιφλεγμονώδη δράση και ελαττώνουν σημαντικά την θνητότητα όσο και την πιθανότητα διασωλήνωσης, σε ασθενείς με μέτριας βαρύτητας ή σοβαρή Covid-19. Άλλα αντιφλεγμονώδη φάρμακα, όπως το ειδικό αντιφλεγμονώδες baricitinib σε συνδυασμό με το αντι-ιϊκό remdesivir ελαττώνει κάπως το χρόνο «ανάρρωσης».
Η χορήγηση πλάσματος από αναρρώσαντες ασθενείς που περιέχει αντισώματα έναντι του SARS-CoV-2 μπορεί να βοηθήσει ασθενείς με μέτριας βαρύτητας ή σοβαρή νόσο. Η ανάπτυξη ειδικών αντισωμάτων έναντι του ιού, που παράγονται στο εργαστήριο, έχει προχωρήσει και τα αποτελέσματα δείχνουν ότι μπορούν να μειώσουν τα επίπεδα του ιού και βελτιώνουν τα συμπτώματα στους ασθενείς με ήπια COVID. Η Ρεμδεσιβίρη (remdesivir) είναι ένα αντι-ιϊκό φάρμακο το οποίο ελάττωσε τη διάρκεια της νοσηλείας και τον χρόνο μέχρι την κλινική βελτίωση, αν και δεν φαίνεται να μειώνει την πιθανότητα θανάτου, και έχει εγκριθεί για τη θεραπεία ασθενών με COVID-19 που έχουν ανάγκη νοσηλείας».
Για τα βασικά φάρμακα σήμερα που είναι το remdesivir και η δεξαμεθαζόνη:
«Και τα δύο έχουν ένδειξη για χορήγηση σε ασθενείς που έχουν ανάγκη νοσηλείας και ήπια ή σοβαρά συμπτώματα της covid-19. H δεξαμεθαζόνη, σε δοσολογία και θεραπευτικό σχήμα που καθορίστηκαν στην μεγάλη κλινική μελέτη RECOVERY (δηλαδή 6 mg μία φορά την ημέρα , μέχρι 10 ημέρες), έχει φανεί ότι ελαττώνει την πιθανότητα θανάτου από την νόσο. Η χορήγηση της δεξαμεθαζόνης σε ασθενείς με ήπια συμπτώματα δεν βελτιώνει την έκβαση. Το remdesivir, με βάση τα αποτελέσματα των κλινικών δοκιμών δεν φαίνεται να ελαττώνει την πιθανότητα θανάτου, αλλά να ελαττώνει τον χρόνο μέχρι την βελτίωση των συμπτωμάτων της νόσου. Η χρήση του φαρμάκου αυτού σχετικά νωρίτερα στην πορεία της νόσου ίσως βελτιώνει και την αποτελεσματικότητά του. Το remdesivir χορηγείται ενδοφλεβίως και η χορήγηση του για 5 ημέρες (έναντι 10 ημερών) αρκεί. Αναπόσπαστο της θεραπείας αποτελεί και η χορήγηση αντιπηκτικής αγωγής, σε όλους τους νοσηλευόμενους ασθενείς με covid-19. Φυσικά, η χορήγηση της κατάλληλης ποσότητας συμπληρωματικού οξυγόνου ανάλογα με τις ανάγκες του ασθενούς, με την κατάλληλη συσκευή χορήγησης, και η παρακολούθηση για πιθανή ανάγκη διασωλήνωσης και μηχανικής υποστήριξης είναι κρίσιμοι παράμετροι της θεραπείας, μαζί με τα υπόλοιπα υποστηρικτικά μέτρα (υγρά, ηλεκτρολύτες, αρτηριακή πίεση, επίπεδα γλυκόζης, αντιμετώπιση πυρετού κ.α.). Η αντιμετώπιση επιπλοκών από άλλα συστήματα (π.χ., καρδιά, νεφρούς), μπορεί επίσης να χρειαστεί ειδικές θεραπευτικές παρεμβάσεις».
Για τον ρόλο του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας (ΠΟΥ):
«Ο ΠΟΥ προσπαθεί να συντονίσει τη διεξαγωγή κλινικών δοκιμών που θα βοηθήσουν στην ανάπτυξη αποτελεσματικών σχημάτων θεραπείας. Από την αρχή του 2020, ο ΠΟΥ ξεκίνησε μεγάλες κλινικές δοκιμές ορισμένων φαρμάκων που μπορεί να είχαν τουλάχιστον κάποια μέτρια επίδραση στη θνησιμότητα με βάση τα τότε προκαταρκτικά αποτελέσματα: τα φάρμακα αυτά ήταν το remdesivir, η υδροξυχλωροκίνη (hydroxychloroquine), η lopinavir και η ιντερφερόνη-β 1α (interferon beta-1a). Ο σχεδιασμός αυτών των μελετών ήταν από την αρχή ευέλικτος ώστε να επιτρέψει την αξιολόγηση όσο το δυνατόν περισσότερων θεραπειών, με αυστηρά επιστημονικά κριτήρια, αλλά επιτρέπει και την ταχεία απόρριψη των μη αποτελεσματικών φαρμάκων, ώστε να αξιολογηθούν άλλα, ελπιδοφόρα, χωρίς καθυστέρηση. Έτσι, η υδροξυχλωροκίνη, η λοπιναβίρη και η ιντερφερόνη, με βάση τα αποτελέσματα των μελετών της ΠΟΥ, απορρίφθηκαν και σταμάτησε η περαιτέρω δοκιμή τους, ενώ τα μονοκλωνικά αντισώματα, προστίθενται στην αξιολόγηση. Αυτή η προσπάθεια σε παγκόσμιο επίπεδο , σε τόσο μικρό χρονικό διάστημα αποτελεί ένα σημαντικό επίτευγμα».
Για το αν μπορούμε να είμαστε αισιόδοξοι:
«Με βάση τις τελευταίες εξελίξεις μπορούμε να είμαστε συγκρατημένα αισιόδοξοι. Η αντιμετώπιση της νόσου έχει βελτιωθεί όμως ακόμα οι ασθενείς με σοβαρή Covid-19 έχουν υψηλό κίνδυνο θανάτου. Επιπλέον, οι μακροχρόνιες επιπλοκές θα αποτελέσουν ένα πρόβλημα που θα αντιμετωπίσουν σταδιακά τα συστήματα υγείας. Ορισμένες από τις θεραπείες έχουν δείξει κάποια θετικά αποτελέσματα, αλλά σε καμία περίπτωση δεν έχουν εξουδετερώσει τους κινδύνους από την νόσο. Η ανάπτυξη ενός αποτελεσματικού αντι-ιικού φαρμάκου στο άμεσο μέλλον δεν φαίνεται ρεαλιστικό σενάριο, και θα χρειαστεί ακόμα εντατική έρευνα πάνω στον τομέα. Πρέπει επίσης να έχουμε υπόψη μας ότι αυτός ο νέος ιός βρίσκεται μαζί μας μόλις 10-12 μήνες, διάστημα εξαιρετικά μικρό για να τον αντιμετωπίσουμε με νέα αντι-ιικά φάρμακα. Παρόλα αυτά η πρόοδος είναι εξαιρετική αν σκεφτεί κανένας το προηγούμενο άλλων λοιμώξεων από ιούς (πχ HIV, γρίπης), για τους οποίους χρειάστηκαν δεκαετίες για την κατανόηση και την αντιμετώπιση τους. Η ανάπτυξη αποτελεσματικών εμβολίων είναι μάλλον η πιο σημαντική εξέλιξη για την αναχαίτιση της νόσου».
Διαβάστε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο
Το σχόλιο σας