Πέδρο Αλμοβόδαρ: Τιμήθηκε με τον Χρυσό Λέοντα για το σύνολο της καριέρας του
Πέδρο Αλμοβόδαρ: Ο Ισπανός σκηνοθέτης Πέδρο Αλμοδόβαρ πρόσθεσε έναν Χρυσό Λέοντα για τη συνολική προσφορά του στον κινηματογράφο στη μακρά λίστα των βραβείων που έχει κερδίσει, καθώς το Φεστιβάλ της Βενετίας τον τίμησε σήμερα για το σύνολο της καριέρας του.
Ο 69χρονος βραβευμένος με Όσκαρ σκηνοθέτης, γνωστός για τις εμβληματικές ταινίες του, όπως το «Μίλα της», το «Όλα για τη μητέρα μου» και, πιο πρόσφατα, για το «Πόνος και δόξα», έκανε το ντεμπούτο του στο φεστιβάλ αυτό το 1983 με τη μαύρη κωμωδία «Αμαρτωλές καλόγριες». Ήταν υποψήφιος για τον Χρυσό Λέοντα το 1988, με τις “Γυναίκες στα πρόθυρα νευρικής κρίσης”, μια ταινία που τον έκανε γνωστό σε όλον τον κόσμο.
«Η Βενετία… είναι ο τόπος όπου γεννήθηκα ως σκηνοθέτης. Για μένα, είναι κάτι πολύ ιδιαίτερο», είπε στους δημοσιογράφους ο Αλμοδόβαρ. Για τις «Αμαρτωλές καλόγριες», μια ταινία στην οποία μια τραγουδίστρια κρύβεται σε μια μονή με εκκεντρικές μοναχές -για την οποία παραδέχτηκε ότι δεν άρεσε σε όλα τα μέλη της κριτικής επιτροπής- είπε: «Και μόνο το γεγονός ότι συμμετείχα σε ένα διεθνές κινηματογραφικό φεστιβάλ έμοιαζε με θαύμα».
Ο Αλμοδόβαρ, που έχει συνεργαστεί κατ’ επανάληψη με τον Αντόνιο Μπαντέρας και την Πενέλοπε Κρουθ, έχει κερδίσει πολλά βραβεία για το έργο του, όπως ένα Όσκαρ πρωτότυπου σεναρίου για το “Μίλα της” ενώ το “Όλα για τη μητέρα μου” κέρδισε το Όσκαρ ξενόγλωσσης ταινίας το 2000.
Αναλυτικά τα όσα είπε στο λόγο του ο Πέδρο Αλμοδοβάρ:
«Την πρώτη φορά που έφυγα από την Ισπανία ως σκηνοθέτης ήταν για να έρθω στο Φετστιβάλ της Βενετίας το 1983 με τις “Αμαρτωλές Καλόγριες”. Η Βενετία ήταν το βάπτισμα μου ως διεθνής σκηνοθέτης. Ο Ενζο Ουνγκάρι, ο οποίος ήταν μέλος της επιτροπής επιλογής ταινιών, με ανακάλυψε και γι ‘αυτό θα είμαι πάντα ευγνώμων σε αυτόν και στο Φεστιβάλ.»
«Αισθάνομαι πάρα πολύ οικεία στην Ιταλία και με τους Ιταλούς. Εχουμε μια παρόμοια αίσθηση του χιούμορ, παρόμοια ελλατώματα, οι γλώσσες μας και οι κουλτούρες μας μοιάζουν μεταξύ τους και όλοι αγαπάμε και υπερασπιζόμαστε το σινεμά του δημιουργού. Το να είμαι εδώ τώρα, είναι σαν να είμαι σπίτι μου. Είμαι εξαιρετικά ευγνώμων γι ‘αυτό το απροσδόκητο Χρυσό Λιοντάρι που με δέχεται σε μια ομάδα η οποία, χωρίς υποκριτική σεμνότητα, δεν είμαι βέβαιος ότι αξίζω να είμαι μέρος: Μπουνιουέλ, Αντονιόνι, Κισλόφσκι, Ποντεκόρβο, Ροσελίνι, Ντράγιερ και ο κατάλογος θα μπορούσε να συνεχιστεί.
Από αυτό το πάνθεον γεμάτο με λιοντάρια σας ευχαριστώ με όλη μου την καρδιά για το Λιοντάρι για την καριέρα μου μου που λαμβάνω σήμερα. Θα ήθελα επίσης να ευχαριστήσω τον ιταλικό κινηματογράφο και την ιταλική μουσική για τη συνεχή έμπνευση που έδωσαν στη ζωή και τη δουλειά μου. Η παιδική μου ηλικία και η εφηβεία διαμορφώθηκαν από την ιταλική μουσική και από όλα τα κινηματογραφικά είδη που με επηρέασαν, θα ήθελα να υπογραμμίσω ειδικότερα τον ιταλικό νεορεαλισμό, ο οποίος πιστεύω ότι είναι ο μοναδικός αφηγηματικός τύπος που εξακολουθεί να έχει νόημα ακόμη και σήμερα, χωρίς να προσαρμοστεί στις νέες συνθήκες, σε αντίθεση με όλα τα άλλα είδη κινηματογραφικών ταινιών».
«Είμαι σκηνοθέτης από τη φύση μου. Όταν ήμουν πολύ μικρός, αποφάσισα ότι ο λόγος του να είμαι στον κόσμο ήταν να συναρπάζω τους ανθρώπους, να λέω ιστορίες. Ο κινηματογράφος είναι η ζωή μου και δεν μπορώ να συλλάβω ότι θα ξοδέψω τον υπόλοιπο χρόνο που μου μένει χωρίς να φτιάχνω ταινίες. Ο “Πόνος και η Δόξα” ασχολείται, μεταξύ άλλων θεμάτων, με αυτή τη ζωτική ανάγκη».
«Συνέλαβα τις ταινίες μου σε μια μοναδική στιγμή για την Ιστορία της Ισπανίας. Αναφέρομαι στη δημοκρατία που προέκυψε μετά τη δικτατορία του Φράνκο. Θα ήταν αδύνατο να τις κάνουμε πριν. Ο κινηματογράφος μου είναι το προϊόν της ισπανικής δημοκρατίας, η απόδειξη ότι αυτή η εκκολαπτόμενη δημοκρατία ήταν πραγματική. Για τον λόγο αυτόν, δεν μπορώ παρά να αφιερώσω αυτά το ισχυρότερο των ζώων στους συμπολίτες μου και στη χώρα μου, την Ισπανία.
Και σε όλους τους ηθοποιούς και τους ηθοποιούς με τους οποίους συνεργάστηκα και στους τεχνικούς. Η βιομηχανία μας είναι μικρή αλλά είναι γεμάτη από ανθρώπους με ταλέντο. Είχα την τύχη να συνεργαστώ με πολλούς από αυτούς. Θα αναφέρω μόνο τον αδελφό μου Αγκουστίν, τον παραγωγό μου και τον φύλακα-αγγελό μου, αλλά ο καθένας μπορεί να θεωρεί τον εαυτό του ότι τον έχω αναφέρει: Πενέλοπε, Μαρίσα, Κάρμεν, Χοσέ Λουίς, Αντόνιο, Αλμπέρτο. Ολοι αυτοί, συμπεριλαμβανομένων των ηθοποιών που πέρασαν οντισιόν για μένα και δεν τους επέλεξα. Ολοι τους έχουν αφήσει το σημάδι τους στις ταινίες μου».
«Ποτέ δεν υποστήριξα ότι θα αλλάξω τον κόσμο (ξέρω τα όρια μου), αλλά προσπάθησα, το παραδέχομαι, να εξηγήσω τον δικό μου, μικρό κόσμο στον οποίο έχω ζήσει και το έκανα πάντα με απόλυτη ελευθερία, ανεξαρτησία και αθωότητα. Στον κόσμο μου οι άνθρωποι υποφέρουν, αλλά χαίρονται και χωρίς προκατάληψη, είναι παθιασμένοι, διαφορετικοί, γενναιόδωροι, με ελαττώματα, με τεράστια ικανότητα επιβίωσης, αλλά ταυτόχρονα εύθραυστοι και ευάλωτοι, όλοι τους με μεγάλη ηθική αυτονομία. Ως δημιουργός των ιστοριών τους αυτό ήταν το λιγότερο που θα μπορούσα να τους δώσω. Την ίδια ελευθερία που είχα και εγώ». «Θα ήθελα να ευχαριστήσω άλλη μια φορά το Φεστιβάλ Βενετίας για την τιμή. Δεν θα είμαι ποτέ μόνος, γιατί αυτό το Λιοντάρι θα μου κρατάει συντροφιά.»
Διαβάστε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο
Το σχόλιο σας