Οι Έλληνες και η κρίση στο Ισραήλ – Από την παλαιστινιακή μαντίλα στον ορθολογισμό και το εθνικό συμφέρον
Η νέα κρίση μεταξύ Ισραήλ και Παλαιστινίων ανέδειξε μια παράπλευρη, δική μας, εσωτερική πτυχή η οποία είναι η πρώτη φορά που αποτυπώνεται τόσο ευκρινώς: Την υποστήριξη της πλειοψηφίας της ελληνικής κοινής γνώμης προς τους Ισραηλινούς και όχι προς τους Παλαιστινίους.
Η τάση αυτή θα ήταν αδιανόητη τις προηγούμενες δεκαετίες, ειδικά του ’80 και ’90 ακόμα και μέχρι τις αρχές της δεκαετίας το ’10 οπότε και άρχισε να μορφοποιείται στα πρώτα της βήματα η προσέγγιση Ελλάδας – Ισραήλ.
Ειδικά την εποχή της πρώτης Ιντιφάντα που στην Ελλάδα είχαμε πήξει στην παλαιστινιακή μαντίλα από τους συντρόφους γιατί ήταν trendy και το σύνθημα που δονούσε την ανδρεο-πασοκική ατμόσφαιρα ήταν «Ελλάδα- Κύπρος – Παλαιστίνη, Αμερικάνος δεν θα μείνει», ο Αραφάτ ήταν πιο γνωστός από τον Πάριο.
Οι συνθήκες, βέβαια, ήταν άλλες, τελείως διαφορετικές. Η Ελλάδα δεν είχε καν αναγνωρίσει το Ισραήλ μέχρι το 1990 και το Ισραήλ είχε στρατηγική συνεργασία με την Τουρκία σε κρίσιμους τομείς όπως της άμυνας, της ασφάλειας και των πληροφοριών, σχέση που εκ των πραγμάτων λειτουργούσε εις βάρος της χώρας μας. Ελλάδα και Ισραήλ ήταν ξένοι στην ίδια γειτονιά και καχύποπτοι μεταξύ τους.
Και μετά ήρθε ο απεσταλμένος του Αλάχ, ο Ερντογάν, και το παζλ άρχισε να αλλάζει εικόνα. Η κρίση με το Μαβί Μαρμαρά αποτέλεσε σημείο καμπής και ουσιαστικά ρήξης μεταξύ Ισραήλ και Τουρκίας. Ο Ερντογάν είχε αρχίσει να εκδηλώνει τον ισλαμιστικό του προσανατολισμό ήδη πολύ νωρίτερα, αλλά οι περισσότεροι στα διεθνή κέντρα αποφάσεων δεν περίμεναν (κακώς) ότι θα εξελιχθεί σε επίδοξο παγκόσμιο ηγέτη του σκληρού Ισλάμ, ανάγοντας την αντι-ισραηλινή ρητορική σε βασικό στοιχείο της πολιτικής του.
Οι Ισραηλινοί κατανοώντας ότι το γυαλί με την Τουρκία ράγισε (στην καλύτερη περίπτωση, στην πραγματικότητα θρύψαλα έγινε) κοίταξαν τον χάρτη και διαπίστωσαν το προφανές. Η αναζήτηση εναλλακτικής λύσης στην περιοχή δεν αφήνει πολλές επιλογές: Ελλάδα και Κύπρος είναι ο μόνος διάδρομος προς δυσμάς που εξασφαλίζει στρατηγικό, επιχειρησιακό και γεωπολιτικό βάθος στο εβραϊκό κράτος.
Ιδωμένο με την αντίστροφη φορά, από τη δική μας γεωγραφική μεριά, διαπιστώνουμε το ίδιο, ότι η συνεργασία με το Ισραήλ διευκολύνει τη δική μας επανάκαμψη σε έναν ζωτικό χώρο του ελληνισμού, την Ανατολική Μεσόγειο, ενισχύοντας τα πατήματά μας στην περιοχή πέραν του δεύτερου ελληνικού κρατικού πυλώνα, της Κύπρου. Με υψηλή επιχειρησιακή, γεωπολιτική, στρατιωτική, διπλωματική τεχνολογική προστιθέμενη αξία.
Από εκεί και πέρα άρχισε να ξετυλίγεται μία νέα αρχιτεκτονική ασφαλείας που απέκτησε αυξανόμενη δυναμική, αναδεικνύοντας διευρυμένα σχήματα συνεργασίας σε διμερή, τριμερή και πολυμερή βάση σε κομβικούς τομείς όπως η ενέργεια και η άμυνα. Εξέλιξη που τελεί υπό την ενθάρρυνση των ΗΠΑ, στοιχείο το οποίο νισχύει τις προοπτικές καθώς και οι Αμερικανοί, έστω καθυστερημένα, αντιλήφθηκαν ότι πρέπει να δημιουργήσουν συμπληρωματικές ή και εναλλακτικές αρχιτεκτονικές.
Να γυρίσουμε στο αρχικό ζήτημα, της μεταστροφής της κοινής γνώμης στην Ελλάδα υπέρ του Ισραήλ η οποία συντελείται εδώ και μία δεκαετία και πλέον αποτυπώνεται καθαρά. ΟιΈ,λληνες αφενός αντιλήφθηκαν τα οφέλη, κυρίως ασφαλείας, από τη συνεργασία των δύο κρατών, αφετέρου συνειδητοποίησαν και λόγω της λαίλαπας του μεταναστευτικού σε συνδυασμό με την έξαρση της ισλαμικής τρομοκρατίας, ότι η επιλογή στρατοπέδου στα σταυροδρόμια της Ιστορίας είναι πιο σύνθετη διαδικασία και πιο πολύπλοκη γεωμετρία από τα καρό της παλαιστινιακής μαντίλας. Σταθμίσεις πρέπει να γίνονται. Αθώες επιλογές δεν υπάρχουν. Ούτε εύκολες. Ούτε ακίνδυνες.
Αλλά η διασφάλιση του συμφέροντος της χώρας ποτέ δεν είναι ούτε αθώα, ούτε εύκολη, ούτε ακίνδυνη υπόθεση.
Διαβάστε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο
Το σχόλιο σας