Ο Αμερικανικός προβληματισμός για την Τουρκία και η ελληνική ευκαιρία
Η επόμενη ημέρα από τα γεγονότα στο Καπιτώλιο μπορεί να βρίσκει τις ΗΠΑ τραυματισμένες σε επίπεδο εικόνας και με επιβεβαιωμένο τον βαθύ διχασμό στην αμερικανική κοινωνία, αυτό όμως δεν σημαίνει ότι θα σταματήσουν να τις απασχολούν θέματα στρατηγικής σημασίας.
Καμία υπερδύναμη, όσο δύσκολη συγκυρία και αν διέρχεται, δεν έχει το περιθώριο να εγκαταλείψει ή ακόμα και να ατονήσει τον σχεδιασμό της για ζωτικά ζητήματα. Οι σχέσεις με την Τουρκία είναι ένα από αυτά, καθώς όσο και να επιθυμούν οι Αμερικανοί να μειώσουν την άμεση παρουσία τους στην Ανατολική Μεσόγειο δεν μπορούν απλά να την εγκαταλείψουν.
Ο λόγος είναι ότι η περιοχή συνδέεται άμεσα με τη στρατηγική τους για την ανάσχεση της Ρωσίας και με την αντιμετώπιση της Κίνας. Είναι προφανές ότι η στρατηγική αυτή θα είναι διαφορετική με τις ΗΠΑ να συνεχίζουν την προσπάθεια επαναφοράς της Τουρκίας στο Δυτικό πλαίσιο, ιδιαίτερα αν καταστεί επιτυχής, και τελείως άλλη αν πάρουν την (πολύ δύσκολη) απόφαση να αποδεχθούν ότι η Τουρκία έχει χαθεί οριστικά και αμετάκλητα για τη Δύση. Δεν είμαστε, ακόμα τουλάχιστον, στη δεύτερη περίπτωση.
Για αυτό υπάρχει και η δυστοκία από πλευράς Ουάσινγκτον να ικανοποιήσει ελληνικά εξοπλιστικά αιτήματα που θα διαταράξουν περαιτέρω τους στρατιωτικούς συσχετισμούς με τη γείτονα. Παρόλα αυτά έχουν πυκνώσει οι δημόσιες τοποθετήσεις και τα δημοσιεύματα σε αμερικανικά ΜΜΕ με επιρροή στα θέματα ασφαλείας και εξωτερικής πολιτικής που θέτουν ζήτημα επανεξέτασης της πολιτικής έναντι της Τουρκίας. Όλο και πιο συχνά πλέον, δε, προτείνεται ευθέως η εγκατάλειψή της Άγκυρας ως χαμένης πλέον υπόθεσης και αναξιόπιστης συμμάχου, η εξάρτηση από την οποία εγκυμονεί κινδύνους για τις ΗΠΑ.
Η πιο πρόσφατη περίπτωση είναι άρθρο του οικονομολόγου και βετεράνου του Αμερικανικού Στρατού Ρίτσαρντ Κάρολ στο «βαρύ» και έγκυρο National Interest, με το οποίο προτείνεται η αποχώρηση των ΗΠΑ από την βάση του Ιντσιρλίκ στην Τουρκία και η μεταφορά των δραστηριοτήτων της στην Ελλάδα, στη βάση της Σούδας ή αλλού.
Ο ίδιος παρότι σημειώνει ότι η βάση παραμένει χρήσιμη για τις αεροπορικές επιχειρήσεις των ΗΠΑ στη Μέση Ανατολή, κυρίως στη Συρία και στο Ιράκ, προσθέτει ότι έχει μειωθεί η αξία της μετά το τέλος του Ψυχρού Πολέμου για την αντιμετώπιση της ρωσικής παρουσίας στην περιοχή, αλλά και για τον επιπρόσθετο λόγο ότι η Τουρκία είναι πλέον σύμμαχος με τη Ρωσία και εξοπλίζεται με ρωσικά οπλικά συστήματα όπως οι S400.
Ο Κάρολ υπογραμμίζει ότι ο ισλαμικός χαρακτήρας που έχει αποκτήσει η Τουρκία, λόγω της πολιτικής του Ερντογάν και που έχει καταστεί δομικό στοιχείο της, επιτείνει την αναξιοπιστία της ως συμμάχου. Ως εναλλακτική στην περίπτωση αποχώρησης από το Ιντσιρλίκ προτείνεται βάση στην Ελλάδα για την οποία υπενθυμίζεται η ήδη διευρυνόμενη αμερικανική παρουσία. Υπενθυμίζεται ότι προ καιρού ο γνωστός Αμερικανός κορυφαίος αναλυτής Μάικλ Ρούμπιν, σε άρθρο του στο American Enterprise πρότεινε να φύγουν… βράδυ οι ΗΠΑ από το Ιντσιρλίκ και το πρωί οι Τούρκοι «να βρουν μια άδεια βάση».
Σημειώνεται, ειρήσθω εν παρόδω, ότι ο απερχόμενος Αμερικανός υπουργός Εξωτερικών Μάικ Πομπέο, σε αποχαιρετιστήριο tweet του προς την Ελλάδα στο οποίο ευχαριστεί τον Έλληνα πρωθυπουργό για τη φιλοξενία κατά την επίσκεψή του στην Κρήτη ανέφερε τα εξής ενδιαφέροντα: «Η περιήγηση στην Κρήτη, το σπίτι σας, ήταν αξέχαστα. Η δουλειά που κάνουν από κοινού οι ΗΠΑ και η Ελλάδα στην Ανατολική Μεσόγειο και αλλού διασφαλίζει την ελευθερία της Αμερικής παράλληλα με αυτήν του ελληνικού λαού. Ευλογίες σε εσάς και τη Μαρέβα Μητσοτάκη. Και ο ομόλογός μου, ο υπουργός Εξωτερικών Νίκος Δένδιας είναι ένας εκπληκτικός επαγγελματίας».
Οι αναφορές όπως «η δουλειά που κάνουν από κοινού οι ΗΠΑ και η Ελλάδα στην Ανατολική Μεσόγειο και αλλού διασφαλίζει την ελευθερία της Αμερικής» ξεπερνά τις όποιες τυπικότητες και δείχνουν διπλωματική ουσία. Θα μπορούσε να επιλέξει μία πιο γενική αβρή αναφορά και όχι τόσο «βαριά» ότι η συνεργασία των δύο χωρών «διασφαλίζει την ελευθερία της Αμερικής».
Η υπερβολή είναι προφανώς σκόπιμη και μάλλον κρύβει γεωπολιτικό περιεχόμενο και μήνυμα. Δεν λέει κάποιος εύκολα, ειδικά όταν είναι ο… Αμερικανός ΥΠΕΞ ότι η συνεργασία με κάποια χώρα διασφαλίζει την ελευθερία της υπερδύναμης.
Σε κάθε περίπτωση, όλος αυτός ο αμερικανικός προβληματισμός προσφέρεται για αξιολόγηση και εκπόνηση ανάλογης πολιτικής από ελληνικής πλευράς η οποία θα έχει συγκεκριμένο στόχο: Να επιβεβαιώσει την καταλληλότητα και την αποφασιστικότητα της Ελλάδας ως χώρας πρώτης γραμμής σε μία νέα αρχιτεκτονική ασφαλείας και να «διευκολύνει» τις αμερικανικές αποφάσεις για τη «μετάβαση». Αποφάσεις οι οποίες δεν είναι ούτε εύκολες, ούτε βέβαιο ότι τελικώς θα ληφθούν διότι οι αντίρροπες τάσεις εντός του συστήματος των ΗΠΑ παραμένουν, ακόμα, ισχυρές. Ένας λόγος παραπάνω για να βγει η Ελλάδα μπροστά και να τις αποδυναμώσει.
Διαβάστε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο
Το σχόλιο σας