Νεοφιλελεύθερες μπαρούφες
Έχουνε πλάκα οι νεοφιλελεύθεροι οι οποίοι εσχάτως, και στα καθ ημάς, καταφεύγουν στον Άνταμ Σμιθ και στον Χάγιεκ για να υπερασπιστούν με πολλά άλματα στον χρόνο και κυρίως στην λογική, τον υπαρκτό νεοφιλελευθερισμό.
Θυμίζουν τους αρχειομαρξιστές που κι εκείνοι έκαναν αντίστοιχα άλματα για να υποστηρίξουν από την δική τους πλευρά ότι ο κομμουνισμός ή ο σοσιαλισμός δεν είναι νεκρός μετά τον εκφυλισμό του από τον αλήστου μνήμης υπαρκτό σοσιαλισμό.
Εάν ήταν πνευματικά έντιμοι και λογικά συνεπείς αντί για να οικοδομούν μπαρούφες για το κατά πόσο ο Άνταμ Σμιθ και ο Χάγιεκ είχαν δίκιο στις διαγνώσεις τους για την βιομηχανική κοινωνία έναντι του Μαρξ και των πρωτοπόρων σοσιαλιστών, θα έκαναν μία απλή άσκηση λογικής: θα εφάρμοζαν τις βασικές αρχές του φιλελευθερισμού στην υπαρκτή εκδοχή του, δηλαδή τον νεοφιλελευθερισμό, την οποία και υπερασπίζονται. Κατ αρχήν και μόνο το ότι αρνούνται τον όρο νεο-φιλελευθερισμός δείχνει κάποιου είδους σύμπλεγμα ή άγνοια.
Ο όρος επικράτησε στις ΗΠΑ και στη Μεγάλη Βρετανία, την δεκαετία του 1980, όταν πολιτικά κυριαρχούσαν ο Ρήγκαν και η Θάτσερ, για να περιγράψει μία νέα γενιά οικονομολόγων που βασίζονταν στα δόγματα του Χάγιεκ και του Φρήντμαν για την απόλυτη ελευθερία των αγορών και να τους διακρίνει ακριβώς από τους παραδοσιακούς τότε φιλελεύθερους, στις ΗΠΑ Liberals, που αναφέρονταν στον πολιτικό φιλελευθερισμό και για τον τομέα της οικονομίας αποδέχονταν και το κοινωνικό κράτος αλλά και την εν γένει παρέμβαση του κράτους στην οικονομία. Οι μπαρουφολόγοι νεοφιλελεύθεροι θα έπρεπε τουλάχιστον να τα ξέρουν αυτά και να μην αρνούνται τον όρο νεοφιλελευθερισμός. Υπάρχει ο αντίλογος από μαρξιστές συγγραφείς όπως ο Αλαίν Μπαντιού που αρνούνται την τομή και θεωρούν ότι ο νεοφιλελευθερισμός είναι η μοιραία κατάληξη και εξέλιξη του παραδοσιακού φιλελευθερισμού, αλλά μάλλον δεν είναι αυτή η οπτική των απολογητών του.
Κατέρρευσε με πάταγο
Το οικοδόμημα του υπαρκτού νεοφιλελευθερισμού βασίζεται στο δόγμα ότι “το κράτος είναι στην καλύτερη περίπτωση αναποτελεσματικό και στην χειρότερη διεφθαρμένο και ως εκ τούτου κάθε μη παρέμβασή του είναι προτιμότερη από την παρέμβαση στις υποθέσεις της οικονομίας”. Ακολούθως ότι η αγορά δίνει πάντα τις καλύτερες λύσεις και εξασφαλίζει τον ανταγωνισμό των οικονομικών παικτών και την δημοκρατική επιλογή των πολιτών-καταναλωτών, προς όφελος πάντα των τελευταίων. Το πρώτο δόγμα κατέρρευσε με πάταγο με την κρίση του 2008 όταν οι αποχαλινωμένες και απολύτως ελεύθερες αγορές, ζήτησαν από τα κράτη να παρέμβουν -οποία στρέβλωση για τις δικές τους αρχές- και να σώσουν τις τράπεζες και την παγκόσμια οικονομία από τον κακό τους εαυτό, με κρατικό χρήμα των φορολογουμένων. Μέχρι στιγμής δεν έχω διαβάσει καμία υπεράσπιση, συνεπή με τις ιδέες του Χάγιεκ ή του Φρήντμαν.
Ακολούθως οι αγορές, έχει αποδειχθεί ότι δεν μπορούν να δώσουν λύση σε ζητήματα που προκύπτουν από την χρήση των δημοσίων υπηρεσιών και αγαθών, από νερό και δίκτυα μέχρι υπηρεσίες Υγείας και Παιδείας, δίχως σοβαρές στρεβλώσεις.
Εταιρειοκρατία
Εν τέλει όπως έχουν δείξει πολλοί μελετητές και επιστήμονες, από τον Πολ Κρούγκμαν και τον Κόλιν Κράουτς, μέχρι την Σούζαν Μπέργκερ (εξαιρετικό το βιβλίο “η Σύγκρουση των εταιρειών στην παγκόσμια οικονομία, σε συνεργασία με το Κέντρο Βιομηχανικής Απόδοσης του ΜΙΤ) και τον Ουίλιαμ Γκρέιντερ (“Ο μανιακός καπιταλισμός”), οι ελεύθερες αγορές μόνο τον ανταγωνισμό δεν διασφαλίζουν.
Η δήθεν αντιπαράθεση των ελεύθερων αγορών με το κράτος είναι μία φενάκη. Αυτό που υπάρχει είναι η επικυριαρχία των κολοσσιαίων στην εποχή της παγκοσμιοποίησης εταιρειών, τόσο επί του δημόσιου χώρου όσο και επί των ελεύθερων αγορών. Αντί για πολλούς οικονομικούς παίκτες που ανταγωνίζονται προς όφελος των καταναλωτών, εάν δεν παρεμβαίνει ρυθμιστικά το κράτος, έχουμε παντοδύναμες εταιρείες που επιβάλλονται στον δημόσιο χώρο και καταπνίγουν τον ανταγωνισμό και τις μικρότερες εταιρείες και σκοτώνουν την δημοκρατία. Η κατάσταση αποδίδεται με τον όρο εταιρειοκρατία.
Όσο για την σύνδεση του νεοφιλελευθερισμού με την δημοκρατία την απάντηση την έχει δόσει ο πατριάρχης του νεοφιλελεθερισμού Μήλτον Φρίντμαν στον τελευταίο πρόλογο του κλασσικού του βιβλίου “Καπιταλισμός και Ελευθερία”, του 2002. Εκεί λέει απερίφραστα ότι “η πολιτική ελευθερία, όσο επιθυμητή κι αν είναι, δεν αποτελεί αναγκαία συνθήκη της οικονομικής και αστικής ελευθερίας…υπό ορισμένες συνθήκες τις εμποδίζει”. Αν και λέει ότι κατέληξε στο συμπέρασμα αυτό μετά την παρατήρησή του από το Χονγκ Κονγκ, στην πραγματικότητα το είχε εφαρμόσει ο ίδιος σε συνεργασία με τον Πινοσέτ στην Χιλή, οδηγώντας στην καταστροφή και την πολιτική ελευθερία και Δημοκρατία και βέβαια την οικονομία.
Τούτων δοθέντων το ερώτημα είναι τι υπερασπίζονται οι καθ ημάς νεοφιλελεύθεροι απολογητές; Και μιας και ο Άνταμ Σμιθ και ο Χάγιεκ δεν επαρκούν τους βλέπω να ανατρέχουν στον Τζ. Στ. Μιλ και στον Μπένθαμ
Διαβάστε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο
Το σχόλιο σας