Στα σκαλοπάτια της καγκελαρίας σφάζονται «παλληκάρια»…
Αποτελεί μακρά παράδοση της ελληνικής πολιτικής σκηνής τα κόμματα που διεκδικούν την διακυβέρνηση άλλα να λένε προεκλογικά και άλλα να κάνουν μετεκλογικά. Η ρητορική του Κυριάκου Μητσοτάκη πριν γίνει πρωθυπουργός ήταν σαφής και κατηγορηματική. Κατηγορούσε και δικαιολογημένα την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ για τη συμφωνία σε πλεονάσματα του 3,5% το οποία χαρακτήριζε ματωμένα και δεσμευόταν ότι μόλις εκλεγεί θα προχωρήσει σε επαναδιαπραγμάτευση με του εταίρους προκειμένου να τα μειώσει διότι όπως έλεγε «αποτελούν τροχοπέδη για την ανάπτυξη». Έφτασε λοιπόν το πλήρωμα του χρόνου και βρέθηκε ως πρωθυπουργός στα σκαλοπάτια της γερμανικής καγκελαρίας. Τα ανοικτά θέματα, η μείωση των πλεονασμάτων, το κατοχικό δάνειο και οι γερμανικές αποζημιώσεις.
Ο κ. Μητσοτάκης ενώπιον της καγκελαρίου υπήρξε «σαφής». Μίλησε για: «βαθιές διαρθρωτικές αλλαγές, που θα πάνε πιο γρήγορα και πιο βαθιά από τις μεταρρυθμιστικές πρωτοβουλίες που είχαν αναληφθεί, είχαν επιβληθεί στη χώρα τις εποχές μνημονίων. Αυτές οι αλλαγές θα γίνουν από εμάς, γιατί αφορούν πρωτίστως εμάς. Και σε αυτές τις αλλαγές θέλουμε την Γερμανία ως σύμμαχο». Με λίγα λόγια είπε ξεκάθαρα πως η κυβέρνησή του θα συνεχίσει να εφαρμόζει και μάλιστα με μεγαλύτερη ένταση και «συνέπεια» τις μνημονιακές πολιτικές για τις οποίες είχαν δεσμευτεί και υπογράψει οι προηγούμενοι. Άφησε μάλιστα να εννοηθεί ότι αυτός θα τις εφαρμόσει πολύ πιο αποτελεσματικά διότι τις πιστεύει ενώ οι προκάτοχοί του τις εφάρμοζαν με το ζόρι! Η δέσμευση όπως ήταν φυσικό άρεσε πολύ και ικανοποίησε την καγκελάριο…
Για να μην υπάρξει καμιά αμφιβολία περί των προθέσεών του, την διαβεβαίωσε ότι είναι αξιόπιστος αγνοώντας ότι και ο προκάτοχός του είχε γρήγορα μεταβληθεί από αμφισβητίας των μνημονίων στον πιο υπάκουο και πειθήνιο εφαρμογέα τους. Μάλιστα με τον κ. Τσίπρα, η κ. Μέρκελ είχε το κεφάλι της ήσυχο. Τα μνημόνια εφαρμόζονταν απρόσκοπτα με ελάχιστες ως μηδαμινές κοινωνικές αντιστάσεις.
Αυτός ήταν ένας από τους λόγους που ο Έλληνας πρωθυπουργός το πήγε ακόμα παραπέρα λέγοντας στην γερμανική επιχειρηματική ελίτ αυτά που περίμενε να ακούσει. Κάλεσε τους Γερμανούς να έρθουν στην Ελλάδα και να επενδύσουν σε τομείς όπως η πράσινη ενέργεια και η ανακύκλωση σκουπιδιών. Ούτε επαναδιαπραγμάτευση ούτε αιτήματα. Μόνο εκκλήσεις για επενδύσεις. Ανοίξαμε και σας περιμένουμε με φοροελαφρύνσεις, χαμηλό εργατικό κόστος και ανύπαρκτα εργατικά δικαιώματα. Αν ενδεχομένως τα έχετε ξανακούσει αυτά δεν κάνετε λάθος. Πάνω –κάτω τα ίδια έλεγε και ο αείμνηστος πατήρ Μητσοτάκης…
Θα αναρωτηθείτε αν από αυτό προκύπτει πως ο πρωθυπουργός δεν είπε κουβέντα για τα πλεονάσματα. Πως δεν είπε. Αφού ανέφερε ότι τα πλεονάσματα είναι υψηλά (δεν είπε ματωμένα όπως έλεγε προεκλογικά), τόνισε στην καγκελάριο ότι θα τηρήσει «τους δημοσιονομικούς στόχους για το 2019 και το 2020», συμπληρώνοντας ότι σκοπός του είναι να επιτευχθεί πρώτα η αξιοπιστία, δηλαδή τα διαπιστευτήρια για την εφαρμογή μέτρων ενάντια στα λαϊκά συμφέροντα.
Με λίγα λόγια δεσμεύτηκε ότι για δυο χρόνια τουλάχιστον δεν πρόκειται να ενοχλήσει τους εταίρους με αυτό το ζήτημα. Θα περιμένει δηλαδή να πάει καλά η οικονομία και μετά θα θέσει το θέμα της μείωσης των πλεονασμάτων. Αντίφαση πρώτη: Ο ίδιος ισχυριζόταν ότι η οικονομία δεν πρόκειται να πάει καλά διότι υπάρχουν τα πλεονάσματα που την στραγγίζουν. Αντίφαση δεύτερη: Αυτά που είπε τα έλεγαν και οι προκάτοχοι του. Και η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ ισχυριζόταν ότι θα έθετε θέμα μείωσης των πλεονασμάτων αν οι οικονομικοί δείκτες ευημερούσαν. Ζήσε Μάη μου να φας τριφύλλι…
Θα μπορούσε εδώ ο αναγνώστης να σκεφτεί ότι ο πρωθυπουργός ήπιε το αμίλητο νερό για τα πλεονάσματα αλλά υπήρξε διεκδικητικός σε ότι αφορά τις γερμανικές αποζημιώσεις και το κατοχικό δάνειο. Κι εδώ άνθρακες ο θησαυρός . Κάτι ψέλλισε ο κ. Μητσοτάκης: «ελπίζουμε κάποια στιγμή να κλείσει (…) η οριστική διευθέτηση θα είναι εξαιρετικά χρήσιμη για την περαιτέρω σύσφιξη των σχέσεων των δυο λαών») και η καγκελάριος είπε ότι δεν θα ήθελε να τοποθετηθεί επί του ζητήματος. Αυτό ήταν όλο κι όλο. Ο Αντώνης Σαμαράς από την καγκελαρία είχε προβεί σε δήλωση μετανοίας για τα Ζάππεια λέγοντας το περίφημο «ουδείς αναμάρτητος». Ο Αλέξης Τσίπρας αναγκάστηκε να καταπιεί αμάσητη την προεκλογική ρητορική του που τον έφερε στην εξουσία για να γίνει τελικά ο πιο πιστός υποτακτικός της κ. Μέρκελ.
Τώρα, ο κ. Μητσοτάκης δεν είπε κουβέντα για τα πλεονάσματα. Κάθε φορά που οι Έλληνες πρωθυπουργοί συναντούν την κ. Μέρκελ αναγκάζονται να πάρουν πίσω όσα έλεγαν στον ελληνικό λαό. Αυτή την εξευτελιστική παράδοση συνέχισε και ο κ. Μητσοτάκης. Όποιος τυχόν έχει ενστάσεις, ας ψάξει να βρει κάποιο αίτημα που διατύπωσε ο πρωθυπουργός για ρύθμιση του χρέους, μείωση των πλεονασμάτων, κατοχικό δάνειο και γερμανικές αποζημιώσεις
Διαβάστε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο
Το σχόλιο σας