Agrino: Το ελληνικό ρύζι που κατακτά τον κόσμο
Agrino: Στην πλατεία Χατζοπούλου στο Αγρίνιο υπήρχε ένα μπακάλικο όπως τα παλιά μπακάλικα που υπήρχαν κατά χιλιάδες στην Ελλάδα τουλάχιστον μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του 1970 όταν και εξαφανίστηκαν σιγά σιγά με την επέλαση των σούπερ μάρκετ. Το συγκεκριμένο μπακάλικο ανήκε στον Κωνσταντίνο Πιστιόλα, έναν έμπειρο επαγγελματία της εποχής γνωστό στη μικρή κοινωνία του Αγρινίου.
Μέσα σε αυτό το μπακάλικο μπαινόβγαιναν από τα παιδικά τους χρόνια τα τρία αγόρια του Κωνσταντίνου και της Λουκίας Πιστιόλα από τα συνολικά επτά παιδιά που είχε το ζευγάρι. Ο Ευστράτιος, ο Ευθύμιος και ο Γεώργιος Πιστιόλας έμαθαν τα μυστικά του εμπορίου τροφίμων μέσα στο μαγαζί του πατέρα τους.
Τα τρία αγόρια του Κωνσταντίνου Πιστιόλα, έχοντας αντλήσει πολύτιμα διδάγματα από τη δουλειά του πατέρα τους αλλά και έχοντας πάντοτε μπροστά στα μάτια τους τον αγροτικό μικρόκοσμο του Αγρινίου, που στηριζόταν στο ρύζι, αποφάσισαν να ασχοληθούν το 1955 με το εμπόριο ρυζιού.
Διαβλέποντας όμως ότι μια τέτοια δουλειά, παρά την εκτεταμένη καλλιέργεια ρυζιού στο δέλτα του Αχελώου, είχε περιορισμένους ορίζοντες, σκέφτηκαν να επεκτείνουν το εμπόριο πέρα από τα όρια του Νομού Αιτωλοακαρνανίας.
Για να γίνει όμως αυτό, χρειάστηκε να περάσουν επτά χρόνια σκληρής δουλειάς και ακόμη πιο σκληρής αποταμίευσης ώστε να δημιουργηθεί ένα πρώτο κομπόδεμα αλλά και να συμπέσει η αλλαγή προσανατολισμού με μια κίνηση μιας άλλης μορφής του ελληνικού επιχειρείν, του Αριστόβουλου Πετζετάκι.
Ο τελευταίος, εφευρέτης και βιομήχανος ο ίδιος, έκανε δοκιμές σε ένα τεχνολογικό επίτευγμα που έμελλε μερικά χρόνια αργότερα να τον κάνει πλούσιο και διάσημο: πειραματιζόταν σε αρδευτικούς σωλήνες από σκληρό ΡVC και γι΄ αυτό είχε αγοράσει έναν ορυζόμυλο κοντά στο Αγρίνιο.
Οταν τα πειράματά του στέφθηκαν από επιτυχία και έπρεπε να ξεκινήσει τις προσπάθειες μαζικής παραγωγής των αρδευτικών σωλήνων, εγκατέλειψε τον μύλο, τον οποίο σκέφτηκαν να αποκτήσουν οι αδελφοί Πιστιόλα και να τον μετατρέψουν σε ένα μικρό, πρωτογενές εργοστάσιο παραγωγής και συσκευα- σίας ρυζιού.
Οι αδελφοί Πιστιόλα δούλεψαν με επιτυχία το συσκευαστήριό τους άλλα επτά χρόνια. Μάλιστα η εταιρεία τους είχε το χαρακτηριστικό όνομα ΕΥ.ΓΕ. Πιστιόλα, από τα αρχικά γράμματα στα μικρά ονόματα των τριών αδελφών (Ευστράτιος, Ευγένιος, Γεώργιος) που σχημάτιζαν την προσφώνηση «εύγε!».
Τότε, το 1969, βλέποντας ότι τα καταφέρνουν μια χαρά, σκέφτηκαν να κάνουν το μεγάλο βήμα στη δουλειά τους αλλά και στη ζωή τους. Στηρίχθηκαν στην παραγωγή ρυζιού στην ευρύτερη περιοχή της Αιτωλοακαρνανίας και δημιούργησαν ένα εμπορικό σήμα που έμελλε τα επόμενα χρόνια να γίνει κυρίαρχο σε όλη την Ελλάδα στο συγκεκριμένο προϊόν: ήταν το ρύζι Αgrino.
Από το 1970 και μετά βελτιώνεται η ποικιλία του διακινούμενου ρυζιού, η οποία παράλληλα εμπλουτίζει το προϊοντικό της χαρτοφυλάκιο με όλες τις λευκές ελληνικές ποικιλίες ρυζιού, καθώς και με το ρύζι parboiled, «αμερικανικού τύπου».
Στις αρχές της δεκαετίας του 1980, οπότε η πώληση χύμα ρυζιού αρχίζει πλέον να περιορίζεται και την προτίμηση των καταναλωτών να την κερδίζει το τυποποιημένο προϊόν, η εταιρεία Πιστιόλα κατορθώνει να κερδίσει την πρώτη θέση στο καλάθι της ελληνικής οικογένειας.
Στις αρχές της δεκαετίας του 1980, οπότε η πώληση χύμα ρυζιού αρχίζει πλέον να περιορίζεται και την προτίμηση των καταναλωτών να την κερδίζει το τυποποιημένο προϊόν, η εταιρεία Πιστιόλα κατορθώνει να κερδίσει την πρώτη θέση στο καλάθι της ελληνικής οικογένειας.
Στα μέσα της δεκαετίας του ’80 τόσο η ανάληψη καθηκόντων από τη δεύτερη γενιά, μετά την ολοκλήρωση των σπουδών της στις οικονομικές επιστήμες, όσο και το ξεκίνημα των πρώτων εξαγωγών προς τις ελληνικές παροικίες, με έμφαση στη Γερμανία και την Αμερική, έδωσαν ώθηση στην εταιρεία για νέα ξεκινήματα.
Από τις αρχές του 1990 η εταιρεία έχει ξεκινήσει δυναμικά να εξάγει τα προϊόντα της σε διάφορες αγορές του κόσμου κυρίως σε Ευρώπη και Αμερική. Αυτή τη στιγμή έχει κατορθώσει να διεισδύσει και να πουλά κωδικούς της σε πάνω από 30 χώρες, ευρωπαϊκές αλλά και στις ΗΠΑ και σε χώρες της Νότιας Αφρικής. Οι εξαγωγές παρουσιάζουν αύξηση ενώ αντιπροσωπεύουν το 13% του τζίρου της εταιρείας, ενώ σε επίπεδο όγκου ξεπερνούν το 20%.
Στην κατηγορία του ρυζιού η εταιρεία κατέχει την πρώτη θέση στην ελληνική αγορά με ποσοστό 32%, τη δεύτερη θέση στην κατηγορία των οσπρίων με ποσοστό 25% ενώ στην κατηγορία της ρυζογκοφρέτας διατηρεί επίσης ηγετικό μερίδιο με ποσοστό 10%.
Η ελληνική εταιρεία διαθέτει δυο παραγωγικές μονάδες στο Αγρίνιο και στη Σίνδο και μια μικρότερη στην Καστοριά καθώς και τρία κέντρα αποθήκευσης και διανομής σε Αγρίνιο, Αθήνα και Σίνδο απασχολώντας 174 εργαζομένους. Την προηγούμενη χρονιά οι καθαρές πωλήσεις της Agrino διαμορφώθηκαν σε 29,3 εκατομμύρια ευρώ αυξημένες κατά 6,3% σε σχέση με το 2018.
Η οικογένεια Πιστιόλα αυτή τη στιγμή ετοιμάζει νέες επενδύσεις ύψους 10 εκατομμυρίων ευρώ μέχρι το 2022 για τη δημιουργία επώνυμων προϊόντων που ανταποκρίνονται στις σύγχρονες διατροφικές ανάγκες, αλλά και για τον εκσυγχρονισμό των γραμμών παραγωγής.
Διαβάστε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο
Το σχόλιο σας