Η Ευρωπαϊκή Ένωση καλείται να κυρώσει τη Σύμβαση για την πρόληψη και την καταπολέμηση της βίας κατά των γυναικών και της ενδοοικογενειακής βίας. Η γνωστή ως «Σύμβαση της Κωνσταντινούπολης», το αποφασιστικότερο κείμενο για την ισότητα των δύο φύλων, δεν έχει ακόμη κυρωθεί από την Ε.Ε., παρά την απόφαση του Δικαστηρίου της Ε.Ε., η οποία προβλέπει την υιοθέτησή της από την Ένωση.
Οι ευρωβουλευτές, προερχόμενοι τόσο από την κεντροδεξιά όσο και από την σοσιαλιστική ομάδα, στηλιτεύουν την άρνηση χωρών μελών της Ε.Ε. για την εφαρμογή της Σύμβασης. Η ρητή αναφορά στο δικαίωμα στην πρόωρη διακοπή της κύησης συναντά την άρνηση ορισμένων δεξιών κυβερνητικών πλειοψηφιών, ανάμεσα στις οποίες διακρίνεται αυτή της Πολωνίας.
Βασική αρχή της Σύμβασης της Κωνσταντινούπολης είναι το δικαίωμα στην άμβλωση, αλλά αυτό δεν κατοχυρώνεται από συντηρητικά κυβερνητικά σχήματα. Με την παρέμβαση αυτή, ευρωβουλευτές όλων των πολιτικών χρωμάτων ευελπιστούν να ασκήσουν ουσιαστική πίεση στον νεοσυντηρητισμό ορισμένων κυβερνητικών κύκλων.
Η Σύμβαση της Κωνσταντινούπολης, η οποία παίρνει το όνομά της από τη τουρκική πόλη, όπου μπήκε η πρώτη υπογραφή στο τέλος του κειμένου, τον Μάιο του 2011 τέθηκε σε ισχύ μετά την δέκατη επικύρωσή της, το 2014.
Έκτοτε, όλες οι κυβερνήσεις που έχουν επικυρώσει αυτή τη συνθήκη δεσμεύονται από τις υποχρεώσεις της και είναι αυτό το στοιχείο της δεσμευτικότητας που επιζητούν να αποφύγουν νεοσυντηρητικές πλειοψηφίες στην Ευρώπη.
Μέχρι σήμερα, 34 κράτη μέλη του Συμβουλίου της Ευρώπης έχουν επικυρώσει τη Σύμβαση της Κωνσταντινούπολης και πρέπει να υιοθετήσουν μέτρα για να τιμήσουν τη δέσμευσή τους για την πρόληψη και την καταπολέμηση της βίας κατά των γυναικών και της ενδοοικογενειακής βίας. Επιπλέον, δώδεκα κράτη μέλη την έχουν υπογράψει, με την Ελλάδα να έχει κυρώσει το κείμενο.
Ένα από τα πρώτα κράτη μέλη της, η Τουρκία, κοινοποίησε την απόσυρσή της από τη σύμβαση τον Μάρτιο του 2021. Άλλα κράτη μέλη του Συμβουλίου της Ευρώπης εργάζονται ενεργά για την επικύρωσή της και χώρες εκτός του Συμβουλίου της Ευρώπης έχουν εκφράσει ενδιαφέρον για προσχώρηση στη Σύμβαση, η οποία είναι μια νομική δυνατότητα που ορίζεται στο κείμενο.
Η Σύμβαση της Κωνσταντινούπολης αναγνωρίζει τη βία κατά των γυναικών ως παραβίαση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και μια μορφή διάκρισης κατά των γυναικών. Καλύπτει νεότερες και σύγχρονες μορφές βίας κατά των γυναικών με βάση το φύλο, η οποία αναφέρεται στη βία που στρέφεται κατά των γυναικών επειδή είναι γυναίκες ή στη βία που τις επηρεάζει δυσανάλογα.
Η βία με βάση το φύλο κατά των γυναικών διαφέρει από άλλους τύπους βίας, διότι στην περίπτωση αυτή, το γεγονός ότι διαπράττεται κατά των γυναικών είναι τόσο η αιτία όσο και το αποτέλεσμα των άνισων σχέσεων εξουσίας μεταξύ των γυναικών και των ανδρών που υποβιβάζουν τις γυναίκες σε χαμηλότερη θέση στην δημόσια και ιδιωτική σφαίρα και που συμβάλλουν στο να γίνει αποδεκτή η βία εναντίον τους.
Σύμφωνα με τη σύμβαση, η χρήση του όρου «φύλο» έχει σκοπό να αναγνωρίσει πώς οι επιβλαβείς στάσεις και αντιλήψεις για τους ρόλους και τις συμπεριφορές που αποδίδονται στις γυναίκες στην κοινωνία παίζουν ρόλο στη διαιώνιση της βίας κατά των γυναικών. Αυτή η ορολογία δεν αντικαθιστά τον βιολογικό ορισμό του «φύλου», ούτε αυτόν των «γυναικών» και «ανδρών», αλλά στοχεύει να υπογραμμίσει πως οι ανισότητες, τα στερεότυπα και η βία δεν προέρχονται από βιολογικές διαφορές, αλλά από προκατασκευασμένες αντιλήψεις αναφορικά με τον τρόπο που πρέπει να συμπεριφέρονται. Αυτές οι προκαταλήψεις έχουν ως αποτέλεσμα τον περιορισμό της ικανότητας των γυναικών να ενεργούν ελεύθερα.
Έτσι, η σύμβαση τοποθετεί την εξάλειψη της βίας κατά των γυναικών και της ενδοοικογενειακής βίας στο ευρύτερο πλαίσιο προώθησης της ισότητας μεταξύ γυναικών και ανδρών.