Ο θεσμός του Προέδρου της Δημοκρατίας εμφανίστηκε στην Ελλάδα για πρώτη φορά με το Σύνταγμα του 1924. Μετά το δημοψήφισμα που διενεργήθηκε και με το οποίο ανακηρύχθηκε η αβασίλευτη δημοκρατία, ο μέχρι τότε Αντιβασιλέας Παύλος Κουντουριώτης έγινε προσωρινός Πρόεδρος της Δημοκρατίας. Το Μάρτιο του 1926, μετά την πραξικοπηματική κατάληψη της εξουσίας από τον Θεόδωρο Πάγκαλο, παραιτήθηκε από το αξίωμα του Προέδρου, το οποίο ανέλαβε ο ίδιος ο Πάγκαλος μετά από μία εκλογική διαδικασία αμφίβολης νομιμότητας, και τον Αύγουστο του ίδιου χρόνου, ύστερα από την ανατροπή του τελευταίου, επανήλθε στον προεδρικό θώκο. Με το Σύνταγμα του 1927 καθιερώθηκε ο ρόλος του Προέδρου της Δημοκρατίας, ο οποίος περιοριζόταν στην άσκηση της εκτελεστικής εξουσίας. Το 1929 εξελέγη για δεύτερη φορά Πρόεδρος της Δημοκρατίας από τη Γερουσία και τη Βουλή των Ελλήνων ο Παύλος Κουντουριώτης. Τον ίδιο χρόνο όμως παραιτήθηκε και τον διαδέχθηκε ως προσωρινός Πρόεδρος της Δημοκρατίας, ο Αλέξανδρος Ζαΐμης, λόγω του γεγονότος ότι ήταν Πρόεδρος της Γερουσίας, ο οποίος τελικά επιλέχθηκε από τη Γερουσία και τη Βουλή ως καταλληλότερος για το αξίωμα του Προέδρου. Επανεξελέγη το 1934 και παρέμεινε μέχρι το 1935, οπότε και λόγω της πολιτειακής μεταβολής καταργήθηκε ο θεσμός του Προέδρου της Δημοκρατίας.
Ως θεσμός επανήλθε επί του δικτατορικού καθεστώτος των Συνταγματαρχών με το δεύτερο “Σύνταγμα” του 1973, το οποίο έδινε υπερεξουσίες στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, συγκεντρώνοντας πια όλη την δύναμη στο πρόσωπό του, καθιερώνοντας παράλληλα και θέση Αντιπροέδρου της Δημοκρατίας. Με το Σύνταγμα του 1975 ρυθμίστηκε εκ νέου ο ακριβής του ρόλος, αλλά οι αρμοδιότητές του περιορίστηκαν σε μεγάλο βαθμό με την αναθεώρηση του Συντάγματος το 1986. Σήμερα ο ρόλος του Προέδρου της Δημοκρατίας είναι περισσότερο συμβολικός και εθιμοτυπικός.
Προϋποθέσεις εκλογιμότητας και κωλύματα
Η εκλογή του Προέδρου της Δημοκρατίας γίνεται από την Βουλή των Ελλήνων και οι υποψήφιοι προτείνονται μόνο από τις κοινοβουλευτικές ομάδες. Για να εκλεγεί κάποιος στο αξίωμα του Προέδρου της Δημοκρατίας πρέπει να πληροί τέσσερις βασικές προϋποθέσεις:
- Να είναι Έλληνας πολίτης για πέντε τουλάχιστον έτη
- Να έχει από έναν από τους δύο τουλάχιστον γονείς του ελληνική καταγωγή
- Να έχει συμπληρώσει το τεσσαρακοστό έτος της ηλικίας του
- Να έχει τη νόμιμη ικανότητα του εκλέγειν
Από τη στιγμή που συντρέχουν οι παραπάνω προϋποθέσεις, μπορεί οποιοσδήποτε να προταθεί από τις κοινοβουλευτικές ομάδες για το αξίωμα. Αν και απαιτείται να δοθεί όρκος ενώπιον της Βουλής σύμφωνα με το ορθόδοξο χριστιανικό δόγμα (άρθρο 33 παρ. 2), κρατεί η άποψη ότι δεν αποτελεί προϋπόθεση η θρησκεία του υποψηφίου. Σύμφωνα με το Σύνταγμα, η επανεκλογή του ίδιου προσώπου επιτρέπεται μία μόνο φορά, ενώ Πρόεδρος της Δημοκρατίας δεν μπορεί να συμμετάσχει στην εκλογή που ακολουθεί εξαιτίας της παραίτησής του.
Διαδικασία εκλογής
Συνήθως ένα μήνα πριν λήξει η θητεία του εν ενεργεία Προέδρου της Δημοκρατίας συγκαλείται από τον Πρόεδρο της Βουλής συνεδρίασή της με σκοπό την εκλογή του διαδόχου του. Η ψηφοφορία γίνεται ονομαστικά, ψηφίζουν όλοι οι βουλευτές και δεν προηγείται συζήτηση. Αν και τους υποψηφίους τους προτείνουν οι κοινοβουλευτικές ομάδες, ψήφοι υπέρ προσώπων που δεν έχουν προταθεί δεν θεωρούνται άκυρες, εκτός από την 6η ψηφοφορία που θεωρούνται έγκυρες μόνο οι ψήφοι μεταξύ των δύο επικρατεστέρων (βλ. παρακάτω). Πρόεδρος εκλέγεται αυτός που στην πρώτη ψηφοφορία θα συγκεντρώσει τα 2/3 του συνόλου των βουλευτών (200 έδρες).Σε περίπτωση που δεν υπάρξει αποτέλεσμα επαναλαμβάνεται η ψηφοφορία μετά από πέντε μέρες και, αν και πάλι δεν επιτευχθεί αποτέλεσμα, πραγματοποιείται τρίτη ψηφοφορία, πάλι μετά από πέντε μέρες, αλλά αυτή τη φορά απαιτείται πλειοψηφία των 3/5 του συνόλου των βουλευτών (180 έδρες). Αν και πάλι δεν εκλεγεί κάποιος, η Βουλή διαλύεται μέσα σε δέκα μέρες και προκηρύσσονται εκλογές. Δεν απαιτείται η προσυπογραφή του Διατάγματος για την διάλυση της Βουλής από τον εκάστοτε Πρωθυπουργό.
Μετά το πέρας των εκλογών, η Βουλή συνέρχεται αμέσως και διεξάγει νέα ψηφοφορία στην οποία απαιτείται αρχικά πλειοψηφία των 3/5 του συνόλου, ήτοι 180 έδρες.Αν δεν επιτευχθεί ούτε αυτή η πλειοψηφία, προβλέπεται πέμπτη ψηφοφορία με την απόλυτη πλειοψηφία των εδρών, ήτοι 151 έδρες.Στην περίπτωση που δεν αναδειχθεί Πρόεδρος της Δημοκρατίας ούτε και τότε, η ψηφοφορία επαναλαμβάνεται μεταξύ των δύο επικρατεστέρων, δηλαδή αυτών που συγκέντρωσαν τις περισσότερες ψήφους και εκλέγεται αυτός που θα συγκεντρώσει τη σχετική πλειοψηφία. Αν οι δύο αυτοί ισοψηφήσουν, τότε πραγματοποιείται κλήρωση.
Η θητεία του Προέδρου της Δημοκρατίας μπορεί να παραταθεί σε περίπτωση πολέμου ή μη εκλογής εγκαίρως νέου Προέδρου. Η αναπλήρωση δε συνιστά λόγο εκλογής νέου Προέδρου και ενεργείται από τον Πρόεδρο της Βουλής, σε περίπτωση δε που αυτή έχει διαλυθεί, από τον Πρόεδρο της τελευταίας Βουλής και, αν αυτός αρνείται ή δεν υπάρχει, από την Κυβέρνηση συλλογικά. Όσο διαρκεί η αναπλήρωση, ο αναπληρωτής Πρόεδρος της Δημοκρατίας δεν μπορεί να κάνει χρήση όλων των προεδρικών αρμοδιοτήτων.
Oι Πρόεδροι της Δημοκρατίας και οι κυβερνήσεις κατά την διάρκεια των οποίων θήτευσαν, κατά χρονολογική σειρά:
- Παύλος Κουντουριώτης
- Θεόδωρος Πάγκαλος
- Παύλος Κουντουριώτης
- Αλέξανδρος Ζαΐμης
- Γεώργιος Παπαδόπουλος
- Φαίδων Γκιζίκης
- Μιχαήλ Στασινόπουλος
- Κωνσταντίνος Τσάτσος
- Κωνσταντίνος Καραμανλής
- Χρήστος Σαρτζετάκης
- Κωνσταντίνος Καραμανλής
- Κωνσταντίνος Στεφανόπουλος
- Κάρολος Παπούλιας
- Προκόπης Παυλόπουλος
- Αικατερίνη Σακελλαροπούλου