Είναι πράγματι θορυβώδης η αντίδραση ορισμένων κύκλων απέναντι στην διπλωματία που αναπτύσσεται τις τελευταίες ημέρες από την ελληνική πλευρά. Είναι η αντίδραση του Ελληνομέτρη, που με κάποια αυταρέσκεια κινείται – μονίμως – στα δεξιά της ΝΔ και του Κυριάκου Μητσοτάκη, χάνοντας από το οπτικό πεδίο ουσιαστικά νέα δεδομένα στην Τουρκία και στις σχέσεις με αυτήν.
Τα νεκρά θύματα των σεισμών υπολογίζονται σε εκατό ή και σε διακόσιες χιλιάδες, με βάση τις εκτιμήσεις σεισμολόγων και από τις δυο πλευρές του Αιγαίου και σε ευρωπαϊκή επίπεδο. Η αποστολή ανθρωπιστικής βοήθειας και η ανεπιτήδευτη εκδήλωση ενδιαφέροντος από την πολιτική ηγεσία του τόπου προς αυτά τα εκατοντάδες χιλιάδες θύματα υπαγορεύεται από τον στοιχειώδη ανθρωπισμό, που αισθάνεται κάθε (πολιτικά εξημερωμένος) λαός, όσο κι αν αυτό λυπεί τους διαπρύσιους κήρυκες της απόλυτης αδιαλλαξίας.
Για την Ελλάδα, «ήταν μια κίνηση ανθρωπισμού» και «δεν εξυπηρετούσε σε σκοπιμότητες εξωτερικής πολιτικής», ανέφερε ο πρωθυπουργός, υπενθυμίζοντας ότι η αξία της αλληλεγγύης δεν είναι πάντοτε ένα γενικόλογο και αφηρημένο ιδεώδες μα μετασχηματίζεται σε απτές ενέργειες και σε καθαρές κουβέντες. Αλλιώς, δεν υφίσταται, αναιρείται στα πεδία της πράξης.
Η αρωγή έχει ως πρωταρχικό αποδέκτη τον λαό της Τουρκίας, δεν απευθύνεται μονοσήμαντα στην πολιτική και στρατιωτική της ηγεσία. Και η σχετική διάκριση σε λαό και ηγεσία αποκτά στην προκειμένη περίπτωση τα νοήματα που της αναλογούν. Λαός και ηγεσία, αυτή η «μυθολογική» διάκριση που συναντούσε κανείς κάποτε σε αριστερά έντυπα, διακρίνονται στον φιλελεύθερο πραγματισμό, όταν ο ηγέτης είναι ένας εξακολουθητικά παραβατικός παίκτης.
Τέτοια είναι και η φιγούρα του Ερντογάν, από τον οποίο δεν περιμένει κάποιος εχέφρων να αλλάξει τρόπους και κώδικες συμπεριφοράς μετά είκοσι χρόνια εξουσιαστικού δείγματος αλαζονείας και προκλητικότητας. «Οι χώρες δεν αλλάζουν έτσι, από τη μια στιγμή στην άλλη, ούτε θα ακυρωθεί από τη μια στιγμή στην άλλη ο τουρκικός αναθεωρητισμός», ισχυρίστηκε ο πρωθυπουργός, που, για μια ακόμη φορά, έπρεπε να στοχοποιηθεί εθνοπρεπώς από την φυλή των αδιαλλάκτων.
Αυτοί όμως θα πρέπει να ξεκαθαρίσουν στην σκονισμένη διεθνοπολιτική σκέψη τους τι είδους Ελλάδα θέλουν να κληροδοτήσουν στις νεότερες γενιές. Εάν επιθυμούν μια Ελλάδα ισχυρή ή ανίσχυρη. Εάν δηλαδή φαντάζονται μια Ελλάδα αυτιστική και απομονωμένη ή μια Πατρίδα ισχυρή, ορατή στους διεθνείς θεσμούς και παρούσα στις διεθνείς εξελίξεις, αξιοσέβαστη και αξιοπρεπή, με πρωτοβουλίες και με ενέργειες, όπως αυτές που εντάσσονται στην διπλωματία των σεισμών.