Η Λιζ Τρας εκθέτει τα αίτια που, κατά τη γνώμη της, οδήγησαν σε αδυναμία εφαρμογής το οικονομικό πρόγραμμά της. Η ιδιότυπη φωνή του βρετανικού Συντηρητικού Κόμματος επιμένει στην ορθότητα της οικονομικής πολιτικής της, εκτιμά ότι υποτίμησε τα «παντοδύναμα μέσα ενημέρωσης» που έχουν κάνει την χώρα αριστερή και στηλιτεύει τον αριστερό καθωσπρεπισμό των οικονομικών ελίτ. Ο ανήσυχος φιλελευθερισμός της Τρας δεν βρήκε ευήκοα ώτα μεταξύ των Βρετανών πολιτών, τουλάχιστον όχι επαρκή, όπως λίγο πειστικά υποστηρίζει η ίδια.
Η πρωθυπουργική θητεία της Λιζ Τρας διήρκεσε μόλις 49 ημέρες, πριν από την παραίτησή της στις 20 Οκτωβρίου μετά την έναρξη της (νέας) οικονομικής κρίσης που προκλήθηκε από το σχέδιο μεταρρύθμισης του προϋπολογισμού της. Μετά την παραίτησή της, η Τρας ήταν αρκετά διακριτική. Η πρώην πρωθυπουργός έλυσε τη σιωπή της μέσα από τις στήλες της Telegraph, σε μια πολιτική εκμυστήρευση, η οποία, όμως, δεν καταλήγει σε πραγματική αυτοκριτική, αφού περισσότερο αναφέρεται σε αβλεψίες και σε λάθη των άλλων παρά σε δικές της άστοχες επιλογές.
Στο μακροσκελές κείμενο, η πρώην πρωθυπουργός και πρόεδρος των Τόρηδων αναγνωρίζει ότι δεν ήταν «άψογη». Εντούτοις, γρήγορα καταπιάνεται με τους βαθύτερους λόγους που, όπως λέει, εμπόδισαν τις μεταρρυθμίσεις του προϋπολογισμού της, ιδιαίτερα της μεταρρύθμισης των μεγάλων φορολογικών απαλλαγών, ένα εμβληματικό μέτρο της Τρας για την κατάργηση του υψηλότερου φόρου εισοδήματος. Αυτό το σχέδιο, το οποίο κόστισε δεκάδες δισεκατομμύρια λίρες στα έσοδα του κράτους, είχε πανικοβάλει το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο και είχε προκαλέσει πλήθος επικρίσεων, πολύ πέρα από το Ηνωμένο Βασίλειο, ιδίως σχετικά με τις καταστροφικές συνέπειες αναφορικά με τις οικονομικές και κοινωνικές ανισότητες. Η πολιτική της Τρας δημιούργησε πανικό στις χρηματοπιστωτικές αγορές, προκαλώντας άνοδο των επιτοκίων δανεισμού και ιστορική πτώση στην πορεία της λίρας.
Ωστόσο, η Λιζ Τρας δεν υποχωρεί: αυτή η πολιτική ήταν η σωστή, αλλά αντιμετώπισε τον «αριστερό κομφορμισμό των βρετανικών οικονομικών ελίτ». Αν και η πολιτική θύελλα που την οδήγησε στην πτώση της την έπληξε στο επίπεδο των προσωπικών πολιτικών φιλοδοξιών, η πρώην πρωθυπουργός συνεχίζει να πιστεύει ότι «μεσοπρόθεσμα», οι ιδέες της θα υποστήριζαν την επιστροφή της ανάπτυξης και θα επέτρεπαν τη μείωση του δημοσίου χρέους . Η σύντομη θητεία της στην προεδρία της κυβέρνησης, ωστόσο, σύμφωνα με τα λεγόμενά της, της έχει κοστίσει τον χαρακτηρισμό του «αποδιοπομπαίου τράγου» για τη γενική αρνητική απόδοση της βρετανικής οικονομίας, κατ΄΄α τα τελευταία χρόνια.
Έτσι, πιστεύει ότι αποτέλεσε αντικείμενο επιθέσεων, σε όλα τα επίπεδα, ακόμη και εντός του κόμματός της. Συγκεκριμένα, η Τρας υποστηρίζει: «Σκέφτηκα, όταν έφτασα στην Ντάουνινγκ Στριτ, ότι η εντολή μου θα γινόταν αποδεκτή, ότι θα γινόταν τουλάχιστον σεβαστή, αλλά έκανα ένα μεγάλο λάθος. Είχα φυσικά προβλέψει την αντίσταση του συστήματος ενημέρωσης στις μεταρρυθμίσεις μου, αλλά σαφώς την είχα υποτιμήσει».
Ειδικότερα, η Τρας υποστηρίζει ότι υπάρχει έλλειψη οικονομικής κουλτούρας στους συμπολίτες της: «Ειλικρινά, ήθελα να πάω κόντρα στο ρεύμα της κυρίαρχης σκέψης. Τα περισσότερα μέσα ενημέρωσης και η κοινή γνώμη έχουν αποξενωθεί από τις θεμελιώδεις αρχές της δημοσιονομικής πολιτικής και η χώρα έχει γίνει αριστερή».
Η πρώην επικεφαλής του Συντηρητικού Κόμματος συμπληρώνει: «Δεν μου δόθηκε καμία ευκαιρία να εφαρμόσω την πολιτική μου, λόγω της αντίστασης του κατεστημένου και της παντελούς έλλειψης υποστήριξης από το ίδιο μου το κόμμα». Η Τρας εκφράζει ακόμη τη λύπη της που «υποτίμησε την απροθυμία των συντηρητικών βουλευτών να δημιουργήσουν μια λιγότερο ρυθμισμένη και λιγότερο φορολογούμενη οικονομία ».
Ως παρηγοριά, ωστόσο, εκμυστηρεύεται ότι, μετά την αναχώρησή της από την Ντάουνινγκ Στριτ τον περασμένο Οκτώβριο, έχει λάβει πολλές επιστολές που δείχνουν την υποστήριξή της από Βρετανούς πολίτες, ιδιαίτερα από ανθρώπους που συμμερίζονται τον τρόπο οικονομικής σκέψης της και επιθυμούν να βγάλουν την χώρα από τον «οικονομικό λήθαργο» στον οποίο έχει περιέλθει.