Κόσμος

DW: Γαλλία – Γερμανία κλείνουν 60 χρόνια Συνθήκη των Ηλυσίων

Γαλλία και Γερμανία γιορτάζουν πανηγυρικά στο Παρίσι τα 60 χρόνια της Συνθήκης των Ηλυσίων. Οι προσδοκίες από την κοινή συνεδρίαση των υπουργικών συμβουλίων

Με μια μεγαλειώδη τελετή στο διάσημο Πανεπιστήμιο της Σορβόνης, Γαλλία και Γερμανία γιορτάζουν σήμερα τα 60 χρόνια από την υπογραφή της Συνθήκης των Ηλυσίων στις 22 Ιανουαρίου του 1963 μεταξύ ντε Γκολ και Αντενάουερ, με την οποία μεταπολεμικά οι δύο χώρες έθεταν νέα θεμέλια στις διμερείς σχέσεις τους. Στην τελετή θα συμμετέχουν εκτός του γάλλου προέδρου Μακρόν και του γερμανού καγκελαρίου Σολτς κορυφαίοι αξιωματούχοι των δύο χωρών, ενώ στη συνέχεια θα πραγματοποιηθεί η τακτική κοινή συνεδρίαση του γερμανικού και γαλλικού υπουργικού συμβουλίου στο Μέγαρο των Ηλυσίων.

Η κοινή συνεδρίαση των δύο υπουργικών συμβουλίων είχε προγραμματιστεί για το περασμένο φθινόπωρο, αλλά τελικά ακυρώθηκε ή όπως ανακοίνωσε το Μέγαρο των Ηλυσίων «αναβλήθηκε». Η ακύρωση ήταν η κορύφωση μιας διένεξης μεταξύ Παρισιού και Βερολίνου. Το Βερολίνο εξέταζε τις πιθανότητες για μια νέα αντιπυραυλική ασπίδα χωρίς όμως τη συμμετοχή της Γαλλίας, ενώ ο πρόεδρος Μακρόν συμφώνησε με Ισπανία και Πορτογαλία για έναν αγωγό υδρογόνου και φυσικού αερίου παρακάμπτοντας τις γερμανικές αντιπροτάσεις.

Η Γερμανία υπέρ του ΝΑΤΟ, η Γαλλία υπέρ ενός ευρωπαϊκού στρατού

Η ακύρωση του κοινού υπουργικού συμβουλίου αφύπνισε Γαλλία και Γερμανία, δηλώνει ο Στέφαν Ζάιντεντορφ, αναπληρωτής διευθυντής του Γαλλογερμανικού Ινστιτούτου στο Λούντβιχσμπουργκ (DFI). «Ο κόσμος θεωρούσε δεδομένη την καλή λειτουργία των γαλλογερμανικών σχέσεων, αλλά δεν ήταν». Οι διμερείς συναντήσεις και οι εκατέρωθεν υπουργικές επισκέψεις πολλαπλασιάστηκαν. Στο επίπεδο κοινών ομάδων εργασίας οι διπλωματικές σχέσεις ξαναπήραν τα πάνω τους, εξηγεί ο Στέφαν Ζάιντεντορφ.

Παρόλα αυτά όμως οι δυσκολίες συντονισμού μεταξύ Βερολίνου και Παρισιού παρέμειναν, όπως δείχνει η απόφαση της Γαλλίας τον περασμένο μήνα να εξοπλίσει τους Ουκρανούς με το τροχοφόρο τεθωρακισμένο AMX-10RC. Μια ημέρα αργότερα Γερμανία και ΗΠΑ ανακοίνωναν ότι θα στείλουν και εκείνες στην Ουκρανία γερμανικά και αμερικανικά τεθωρακισμένα οχήματα μεταφοράς προσωπικού. «Αρχικά είχε προγραμματιστεί μια κοινή τριμερής ανακοίνωση για τα τεθωρακισμένα, όμως ο πρόεδρος Μακρόν ανέλαβε πρωτοβουλία διότι θεώρησε πως διαφορετικά δεν θα υπήρχαν ποτέ αποτελέσματα», λέει ο γερμανός ειδικός.

Ο Στέφαν Ζάιντεντορφ δεν αναμένει ότι σήμερα Γαλλία και Γερμανία θα ανακοινώσουν πανηγυρικά ένα κοινό σχέδιο στρατιωτικής ενίσχυσης των ουκρανικών ενόπλων δυνάμεων: «Πιο πιθανό είναι Βερολίνο και Παρίσι να συμφωνήσουν σε κοινή απάντηση στον αμερικανικό νόμο για την καταπολέμηση του πληθωρισμού (Inflation Reduction Act)», δηλώνει. Με συνολικά 430 δισεκατομμύρια δολάρια οι ΗΠΑ προωθούν βιώσιμες επιχειρήσεις με ένα μείγμα φοροελαφρύνσεων και επιδοτήσεων. Οι Ευρωπαίοι αντιλαμβάνονται τον αμερικανικό νόμο ως προσπάθεια προστασίας της εγχώριας οικονομίας, προφανώς και επειδή ενθαρρύνει τους πολίτες να αγοράζουν προϊόντα αμερικανικής παραγωγής. Γερμανία και Γαλλία είχαν ταχθεί τον Δεκέμβριο υπέρ μιας κοινής ευρωπαϊκής απάντησης.

Από την πλευρά της η Μπάρμπαρα Κουντς, επικεφαλής ερευνήτρια και ειδική στις γαλλογερμανικές σχέσεις στο Ινστιτούτο Έρευνας Ζητημάτων Ειρήνης και Πολιτικής Ασφάλειας στο Πανεπιστήμιο του Αμβούργου, δεν έχει μεγάλες προσδοκίες από το κοινό υπουργικό συμβούλιο ή τις γαλλογερμανικές σχέσεις. «Το μόνο πράγμα που θα κατάφερναν ίσως οι δύο χώρες είναι η διαχείριση κρίσεων. Η κρίση που προκλήθηκε από τον πόλεμο στην Ουκρανία αποκαλύπτει ωστόσο πόσο μακριά βρίσκονται πραγματικά Παρίσι και Βερολίνο. Η γερμανίδα ειδικός δίνει ένα παράδειγμα: Την ώρα που η Γαλλία και ο πρόεδρος Μακρόν τάσσεται υπέρ μιας «στρατηγικής αυτονομίας» από τις ΗΠΑ και υπέρ της σύστασης ευρωπαϊκής στρατιωτικής δύναμης η Γερμανία ποντάρει αποκλειστικά στη νατοϊκή συμμαχία.

Ο Στέφαν Ζάιντεντορφ από την πλευρά του εξακολουθεί να πιστεύει στη «γαλλογερμανική ατμομηχανή»: «Το κέντρο ισχύος της ΕΕ δεν έχει μετατοπιστεί ανατολικά. Εκεί εντοπίζονται βέβαια τα τρέχοντα προβλήματα και σημαντικό μέρος της υποδομής ενέργειας, όχι όμως υψίστης σημασίας ζητήματα όπως οικονομική, στρατιωτική και πολιτική ισχύς”, επισημαίνει. «Όσο οι δύο χώρες έχουν πολύ διαφορετικές προσεγγίσεις, ένας συμβιβασμός μεταξύ τους ενδέχεται να αποτελέσει υπόδειγμα στο μέλλον».

Διαβάστε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο