Επί ενάμιση μήνα βίαζαν απανωτά 15χρονο μαθητή, κάποιοι άλλοι συμμαθητές του 15χρονου και αυτοί. Ένας από τους συμμαθητές δήλωσε, αυτολεξεί, «το κάναμε για πλάκα, δεν έγινε και τίποτα». Ο 15χρονος ήταν απόλυτα ειλικρινής, δεν ανακάλεσε έως αυτή τη στιγμή που αποτολμάται η γραφή αυτών των σειρών.
Πιθανώς, υπάρχουν και άλλα σπίτια, εγκαταλελειμμένα ή και μη εγκαταλελειμμένα.
Η έκφραση της λύπης για τους εφήβους αυτούς, που είναι όλοι θύματα, είναι βέβαια θεμελιωμένη με όρους, που η κλινική παιδοψυχολογία μελετά και καλά κάνει και μελετά, όσο της επιτρέπεται ακόμη.
Αυτά όμως είναι παιδιά, έφηβοι, αλλά ανήλικοι. Εμείς οι άλλοι όμως είμαστε ενήλικοι. Η ευθύνη για αυτό το γίβεντο δεν απασχολεί πια, «όσο θα περίμενεο μέσος πολίτης», ούτε τα μέσα ενημέρωσης, ούτε τα «κόμματα εξουσίας», ούτε τον «κόσμο της επιχειρηματικότητας».
Υπό κανονικές συνθήκες βέβαια, ως γενιές ενηλίκων θα διερωτώμασταν τι δεν κάναμε καλά, τι πήγε λάθος και φτάσαμε στο «το κάναμε για πλάκα, δεν έγινε και τίποτα». Όμως η δημόσια συνθήκη, που συνδημιουργήσαμε οι γενιές αυτές ενηλίκων, παρήγαγε αυτόν τον φαύλο δημόσιο δικαιωματισμό. Όλοι μας.
Αλλά όχι εξίσου, όχι στον ίδιο μέτρο και στον ίδιο έξαλλο βαθμό. Και να μην ενοχλείται μια ορισμένη περιφερόμενη πολιτική και πολιτειακή ελίτ για αυτό το δημιούργημα. Πέσαμε έξω, ως ενήλικες γενιές, που εκθέτουμε τις ορμές μας στους δρόμους και τα που ορισμένοι από εμάς ταξιδεύουν για σεξοτουρισμό με ανήλικα παιδιά στην Ταϊλάνδη. Και δεν είναι ανάγκη να είναι κάποιος του ενός ή του άλλου πολιτικού χρώματος για να το επισημάνει.
Μα είναι ήδη αργά.