Κόσμος

Τα εύθραυστα Δ. Βαλκάνια και το ελληνικό συμφέρον

Μία από τις περιοχές που κατεξοχήν προσφέρεται για αδρές ιδεολογικές χρήσεις και ιδεολογικές προβολές είναι τα Δυτικά Βαλκάνια.

Μία από τις περιοχές που κατεξοχήν προσφέρεται για αδρές ιδεολογικές χρήσεις και ιδεολογικές προβολές είναι τα Δυτικά Βαλκάνια. Αυτό το μωσαϊκό κρατών έχει αποτελέσει αντικείμενο ιδεολογικών εμμονών, σε αφαίρεση από την απτή πραγματικότητα. Η είδηση του καθεστώτος της υποψήφιας χώρας για την Βοσνία – Ερζεγοβίνη έρχεται να υπενθυμίσει αυτό το δεδομένο.

Έτσι, πριν καλά – καλά στεγνώσει το μελάνι από το αίτημα της ένταξης του Κοσόβου στην Ευρωπαϊκή Ένωση, η Σερβία κινείται εναντίον της απόφασης αυτής του Κοσσυφοπεδίου, σε αντίθεση προς την Κροατία, που βιώνει μια σοβαρή εσωτερική πολιτική κρίση και σπεύδει να συγχαρεί τους Κοσοβάρους για την κίνησή τους.

Την ίδια στιγμή, η Ευρωπαϊκή Ένωση, διά του πολυπράγμονος Σαρλ Μισέλ, συγχαίρει τη Βοσνία – Ερζεγοβίνη, επιβεβαιώνει το καθεστώς της υποψήφιας χώρας στην προοπτική της ένταξης στην Ευρώπη των 27, τη στιγμή που ο πρωθυπουργός της Αλβανίας, Έντι Ράμα, ζητεί από τον Έλληνα Πρωθυπουργό κ. Κυριάκο Μητσοτάκη να του συγχωρέσει το λάθος, το οποί διέπραξε, κατηγορώντας τη χώρα μας για ηθελημένη παραποίηση των μακροοικονομικών δεικτών προκειμένου η Ελλάδα να επιτύχει την ένταξή της στην ζώνη του ευρώ.

Βέβαια, καθένα από αυτά τα ζητήματα συγκροτεί μία ιδιαίτερη θεματική, ιδιαίτερα αν εξετασθεί μέσα από το πρίσμα της προάσπισης των εθνικών δικαίων και συμφερόντων μας.

Για παράδειγμα, εξυπηρετείται πράγματι η σταθερότητα στην περιοχή από την προοπτική της ένταξης στην Ε.Ε. ενός κράτους αποτελούμενου από τρεις διαφορετικές εθνότητες – τους Μποσνιάκους, τους Σέρβους και τους Κροάτες; Ή ποιες δικλείδες ασφαλείας μας παρέχονται από την πλευρά του Κοσσυφοπεδίου για τον ουσιαστικό σεβασμό της ορθόδοξης κληρονομιάς; Ή, σε άλλο παράδειγμα, είμαστε βέβαιοι ότι το Βελιγράδι θα γυρίσει οριστικά την πλάτη του προς τη Μόσχα και θα στραφεί προς την υιοθέτηση της φιλελεύθερης δημοκρατίας και του σύγχρονου κράτους δικαίου, που θέτουν ως προαπαιτούμενα τα «κριτήρια της Κοπεγχάγης»;

Μπροστά σε αυτήν την πανσπερμία κρατών και εθνοτήτων αρκετοί αναλυτές εκφράζουν νοσταλγικά αισθήματα για την πρώην Γιουγκοσλαβία και τη «χρυσή σοσιαλιστική εποχή» του Τίτο, αφήνοντας να εννοηθεί ότι, στον σοσιαλισμό, τα περίπλοκα εθνικά ζητήματα βρίσκουν την επίλυσή τους. ΄πως άλλοι αναλυτές και δημοσιογράφοι, παρακινούμενοι συχνά από ιδιότυπη διανοητική οκνηρία, επαφίονται στις «αγορές» και στους κανόνες την αυτορρύθμισης για την επίλυση των προβλημάτων.

Όμως, τα ζητήματα αυτά είναι ιδιαιτέρως λεπτά, απαιτούν τον σεβασμό της εθνικής ιδιοπροσωπίας κάθε κράτους και κάθε εθνοτικής ομάδας και δικαιολογούν την υπό προϋποθέσεις ενθάρρυνση της διαδικασίας ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης. Κάθε φορά, συγκεκριμένα, με τους όρους που θέτει η ίδια η πραματικότητα.