Αθλητισμός

Μέσι εναντίον Μόντριτς: Το τανγκό θέλει πάντα δύο

Χορός είναι. Έκφραση ελεύθερη, όσο και αν δομείται με συγκεκριμένες κινήσεις. Όσο και αν οι παραλλαγές του τανγκό είναι αναρίθμητες. Όσες δηλαδή και οι πτυχές της κάθε έκφρασης, όσα τα συναισθήματα του κάθε χορευτή.

Χορός είναι. Έκφραση ελεύθερη, όσο και αν δομείται με συγκεκριμένες κινήσεις. Όσο και αν οι παραλλαγές του τανγκό είναι αναρίθμητες. Όσες δηλαδή και οι πτυχές της κάθε έκφρασης, όσα τα συναισθήματα του κάθε χορευτή. Μόνο σίγουρο, μόνο βέβαιο, πως χρειάζονται δύο για να χορευτεί. Πάντα και μόνο δύο.

Με τις κινήσεις του ενός συμπληρωματικές των κινήσεων του άλλου. Το κέντρο του σώματος να κινείται πρώτα, τα πόδια να ακολουθούν για να στηρίξουν, με βήματα όμως ικανά, αυτά πια, να αλλάξουν ρυθμό, φορά, κατεύθυνση, τόνο. Ανάλογα τη μουσική ή, ενίοτε, επιβάλλοντας και την αλλαγή της μελωδίας.

Abrazo λένε στην πατρίδα του τανγκό, στις κοίτες του Λα Πλάτα, τον μόνο επιβεβλημένο κανόνα: αγκαλιά. Έτσι ξεκινάει, έτσι συνεχίζει, έτσι καταλήγει ο χορός. Το πόσο σφιχτά, το πόσο κοντά, το πόσο κλειστά θα είναι αυτό το abrazo, αυτή η αγκαλιά του ζευγαριού, υποκειμενικό, γούστο τελείως. Κοινό συνήθως, μα όχι απαραίτητα.

Πάντα όμως, αγκαλιά.

Είτε χορεύεται στους οίκους ανοχής του Μπουένος Άιρες, που πρωτοξεκίνησε το τανγκό στα τέλη του 18ου αιώνα ώστε να προσφερθεί από τους πατρόνες μαγαζάτορες μια επιπλέον – τιμολογούμενη ή όχι – αίσθηση στα κέφια των απανταχού επισκεπτών.

Είτε χορεύεται σε δάπεδο από χορτάρι. Όχι με (τακούνια) στιλέτα στα πόδια ή περασμένα στα δεμένα χέρια των χορευτών, για να αναδειχθεί η εγγύτητα του abrazo και η ακρίβεια, η αρμονία των κινήσεων τους, αλλά φορώντας εξάταπα. Δύο σταθερά οι χορευτές, παρότι μεταξύ δεκαπλάσιου πλήθους στην πίστα.

Ρυθμίζοντας, αυτοί, αποκλειστικά πια τη μελωδία. Με την ορχήστρα, απλώς, να (συμ)παρίσταται και να ακολουθεί. Συμπληρώνοντας ναι, ο ένας τις κινήσεις του άλλου, αρμονικά πάντα, αλλά πια αντίθετα, επιδιώκοντας την επιβουλή, την επικράτηση. Χορεύουν μαζί, ξεχωρίζουν, διασκεδάζουν, ικανοποιούν τις αισθήσεις όσων τους βλέπουν, αλλά ο σκοπός τους δεν είναι πλέον αισθητικός.

Έκφραση παραμένει, αλλά με το ένστικτο να ξεχειλίζει. Δεν προσδοκούν, ούτε και θέλουν να ικανοποιήσουν τους επισκέπτες και τους θεατές, πόσο μάλλον ο ένας τον άλλον. Ψάχνουν την εκτόνωση χορεύοντας, αλλά σκοπός τους, αυτοσκοπός πια, να νικήσουν είναι. Πάντα ήταν. Όσες φορές και αν βρέθηκαν σε μια τέτοια πίστα.

Από τότε, πρώτη μέρα της άνοιξης του 2006, σ’ ένα φιλικό. Στα 19 ο ένας, στα 22 ο άλλος. Μακρυμάλληδες αμφότεροι, φυσιογνωμίες ταιριαστές στο σκηνικό που τότε – και εφεξής – στήθηκε. Ο μικρότερος Λατίνος χρειάστηκε έξι λεπτά για να πανηγυρίσει. Για πρώτη, διεθνή φορά. Η πρωτιά του Βαλκάνιου σε εκείνο το πρώτο τους συναπάντημα, σε εκείνο τον παρθενικό χορό, ήταν η διεθνής συμμετοχή.

Πέρασαν δεκαέξι χρόνια. Συναντήθηκαν άλλες 26 φορές, οι 22 στο clasico. Πόλοι αντίθετοι εξ ορισμού. Μπαρτσελόνα ο ένας, Ρεάλ ο άλλος. Σε αυτές τις 22, ο Κροάτης ήταν που επικράτησε στις περισσότερες (12). Πολλοί στον πλανήτη, σε αυτά τα χρόνια, να υπερτερούν στο συνολικό core-a-core με τον Αργεντινό, δεν (πρέπει να) υπάρχουν.

Πριν τέσσερα χρόνια, στο προηγούμενο Παγκόσμιο Κύπελλο, ο Κροάτης και πάλι είχε πανηγυρίσει. Ήταν και αυτός που τότε πήγε μακρύτερα, φτάνοντας ως και στο τελευταίο παιχνίδι του τουρνουά. Τότε, χόρεψαν στους ομίλους. Απόψε (13/12, 21:00, ANT1, ANT1+ και LIVE SPORT24), το νέο τους ραντεβού, θα κρίνει ποιος θα έχει μια ακόμη ευκαιρία να παίξει σε έναν δεύτερο τελικό στην καριέρα τους.

Κανείς τους δεν κέρδισε. Το ’14 τον έχασε ο Αργεντινός. Το ’18 ο Κροάτης. Αμφότεροι αναγορεύτηκαν σε κορυφαίους των τουρνουά, αλλά, είπαμε, δεν χορεύουν για να ευχαριστήσουν, αλλά για να κερδίσουν. Και αυτό που λαχταρούν, δεν μπόρεσαν να το κερδίσουν, οπότε τι να τους πει η όποια – μια ακόμη – ατομική αναγνώριση;

Άλλη ευκαιρία για να το διεκδικήσουν αρχικά, για να συνεχίσουν να κυνηγάνε το μόνο που δεν έχουν, δεν προβλέπεται, βιολογικά ποδοσφαιρικά, να τους δοθεί. Για να διατηρήσουν την τωρινή ευκαιρία που και πάλι έφτιαξαν για πάρτη τους, πρέπει να κοντραριστούν. Να χορέψουν. Αντικριστά. Προλαμβάνοντας ο ένας τα βήματα του άλλου, πατώντας ο ένας στην περπατησιά του άλλου, κυριαρχώντας ο ένας στη φιγούρα του άλλου.

Αλλιώς δεν γίνεται. Και οι δυο και τότε και τώρα, και πάντα όσο φοράνε εθνόσημο, έχοντας το 10 στις πλάτες τους. Δύο από τους μόλις τέσσερις που από τότε που πρωτοεμφανίστηκαν στο διεθνές παλκοσένικο, σε εκείνο το φιλικό της πρωτομηνιάς του Μαρτίου του 2006, έχουν κερδίσει την Χρυσή Μπάλα, με τον Αργεντινό να κυριαρχεί (7), αλλά αυτή η μία του Κροάτη, να έρχεται ακριβώς μετά τα όσα έκανε στο προηγούμενο Παγκόσμιο Κύπελλο.

Ο ένας πια να περπατάει στα 36. Ο άλλος στα 38. Με δίψα όμως θαρρείς ακόμη μεγαλύτερη των νιάτων τους. Με πίστη ξέχειλη, ξεπερνώντας ακόμη και όρια αγώνα ιερού. Αλλιώς, να καλυφθούν και να αναπληρωθούν τα όσα με τον χρόνο φθίνουν, δεν γίνεται. Το abrazo όμως πάντα, ανεξαρτήτως χρόνων, κλειστό. Απόψε, πιο κλειστό από πότε. Σφιχταγκάλιασμα.

Λιονέλ Μέσι και Λούκα Μόντριτς, άλλο τέτοιο, δεν θα έχουν ξανά.

Χορεύετε;

Πηγή: sport24.gr

Διαβάστε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο