Ζούμε μια πραγματικά ενδιαφέρουσα περίοδο στις σχέσεις μας με το καθεστώς του Ερντογάν. Μία ανελεύθερη δημοκρατία, που στη δυτική βιβλιογραφία αναφέρεται ως «illiberal democracy», έχει ξεκόψει, εδώ και τόσα χρόνια, κάθε γέφυρα με τον Φιλελευθερισμό. Πληρώνει την πολιτική απαξίωση των Τούρκων πολιτών, όπως ακριβώς την πληρώνει και η ιδεολογικώς θρυμματισμένη σε αντιθετικά κόμματα αντιπολίτευση. Παρά ταύτα, υπάρχουν φωνές που ζητούν από τους Έλληνες να κάνουμε διάλογο με αυτό το αλαλούμ κομματικό – πολιτικό σύστημα.
Να το δούμε λιγάκι αυτό, από τη σκοπιά του εσωτερικού παράγοντα της γείτονος.
Ο, μετά τη συνταγματική αναθεώρηση, σουλτάνος είναι σταθερά πίσω από τους πολιτικούς αντιπάλους του σε όλες τις δημοσκοπήσεις, ακόμη και στις βορειοκορεάτικου τύπου σφυγμομετρήσεις της κοινής γνώμης. Κατά τα ερντογονικά ειωθότα, ο Σουλτάνος υβρίζει και απειλεί την Ελλάδα, όπως και όλες (όλες!) τις εθνοτικές φωνές στο εσωτερικό της χώρας. Ο Ερντογάν δεν πρέπει λοιπόν να χάσει τις εκλογές. Πρέπει πάση θυσία να κερδίσει. Έτσι, «βγάζει» το Αμπντουλ Χαμίτ Χαν προς τα ελληνικά και ελληνοκυπριακά νερά για εξορύξεις και ενεργειακές έρευνες. Ταυτόχρονα, θέτει σε λειτουργία το μηχανάκι παραγωγής λόγου: αναθεωρητισμός των διεθνών συνθηκών που διέπουν το νομικό καθεστώς του Ανατολικού Αιγαίου και μιλιταριστικές απειλές, σαν αυτές που διδάσκονται σε Σχολές Πολέμου του τρίτου κόσμου.
Τα εκλογικά ποσοστά του Κόμματος Ανάπτυξης και Δικαιοσύνης δεν ανεβαίνουν
Ακολουθεί το αιματοκύλισμα που προκάλεσαν οι γνωστοί Κούρδοι τρομοκράτες στο κέντρο της Κωνσταντινούπολης. Ο Σουλειμάν Σοïλού, υπουργός Εσωτερικών της Τουρκίας, σπεύδει πάραυτα στο σημείο του τυφλού χτυπήματος και αποφαίνεται άμεσα: Κούρδοι τρομοκράτες προκάλεσαν την πυροδότηση εκρηκτικού μηχανισμού, σπέρνοντας – μαφιόζικα – κεφάλια και χέρια γυναικόπαιδων και πτώματα ανδρών, δεξιά και αριστερά. Τα εκλογικά ποσοστά του Κόμματος Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης παρουσιάζουν μια βελτίωση, τούτη τη φορά. Εκτός από τρεις βορειοκορέατικες δημοσκοπήσεις, καμία άλλη δεν φέρνει τον Ερντογάν πρώτο στις προτιμήσεις των πολιτών και το Κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης στην κορυφή των προτιμήσεων του τουρκικού εκλογικού σώματος.
Από την πλευρά της, η αντιπολίτευση είναι διασπασμένη σε πολλά και ανταγωνιστικά μεταξύ τους κόμματα και προσπαθεί να συγκροτήσει κοινό ψηφοδέλτιο και, ενωμένη, να παρουσιάσει έναν κοινό υποψήφιο στις εκλογές. Δεν τα καταφέρνει, όμως. Εν τω μεταξύ, όλες οι δημοσκοπήσεις, απολυταρχικού ή μη τύπου, καταγράφουν μια σοβαρή πολιτική κόπωση των Τούρκων. Αυτοί αρχίζουν να γυρίζουν την πλάτη και στο ΑΚΡ και στην πολυκερματισμένη αντιπολίτευση. Κρίση πολιτικής εκπροσώπησης και κρίση πολιτικής νομιμοποίησης λέγονται αυτά τα συμπτώματα.
Τον τελευταίο καιρό, κι ενώ αυξάνει η κόπωση των Τούρκων από τις εθνικιστικές εξάρσεις του Ερντογάν και μια πολυδιασπασμένη αντιπολίτευση, εμφανίζονται κάποιες ελληνικές, δημοκρατικές φωνές, που καλούν, με τον έναν ή τον άλλον τρόπο, σε διάλογο με τον Ερντογάν. Θέση του φιλελεύθερου δημοκρατικού μας καθεστώτος είναι ότι αντικείμενο ενός διαλόγου με την Τουρκία δεν μπορεί να είναι η οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας στη βάση των αρχών και των κανόνων του δημοσίου διεθνούς δικαίου και του δικαίου της θάλασσας. Η θέση αυτή είναι πάγια, δεν αλλάζει.
Από εκεί και πέρα, δεν μπορεί παρά να προσφέρει μια κάποιαδιασκέδαση στην ελληνική κοινή γνώμη το θέαμα δακτυλομετρούμενων πολιτικών, που επαναφέρουν το ζήτημα του διαλόγου με την Τουρκία. Και μαζί με αυτό, την έξωθεν αναγκαία νομιμοποίηση για ένα καθεστώς, το οποίο είναι και για γέλια και για κλάματα.
Πηγές: Deutsche Welle, Υπουργείο Εξωτερικών της Ελλάδας.