Σημαντικές διαπραγματεύσεις – βαρόμετρο όχι μόνο για τη Γερμανία αλλά και για ολόκληρη την ευρωπαϊκή οικονομία διεξάγουν αυτή την περίοδο τα μεγαλύτερα γερμανικά εργατικά συνδικάτα με τους εργοδότες στη χώρα. Το αποτέλεσμα των μισθολογικών αυτών διαπραγματεύσεων είναι πολύ σημαντικό επίσης και για τις αποφάσεις της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας αναφορικά με τα επιτόκια.
Το πανίσχυρο σωματείο εργατών μετάλλου IG Metall που αντιπροσωπεύει σχεδόν 4 εκατ. εργαζόμενους ζητά μισθολογικές αυξήσεις της τάξης του 8%, που είναι οι μεγαλύτερες από το 2008. Το επίσης πολύ ισχυρό εργατικό συνδικάτο Ver.di που αριθμεί 2,5 εκατ. μέλη κι εκπροσωπεί όσους εργάζονται στις υπηρεσίες -περιλαμβανομένων και δημόσιων υπαλλήλων- ζητά αυξήσεις της τάξης του 10,5% καθώς ο πληθωρισμός στη χώρα καλπάζει.
Σε συνδικαλιστικό, κοινωνικό, οικονομικό και πολιτικό επίπεδο έχει σημάνει γενικότερος συναγερμός. Ο Καγκελάριος Όλαφ Σόλτς φέρεται τώρα να επιθυμεί να αποφευχθούν μόνιμες μεγάλες αυξήσεις στους μισθούς επειδή φοβάται νέο ράλι τιμών στην οικονομία, που θα καθυστερούσε την υποχώρηση του πληθωρισμού, σύμφωνα με πληροφορίες που επικαλείται το γερμανικό ειδησεογραφικό δίκτυο RND. Κι άλλοι ηγέτες χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης φέρονται επίσης να θέλουν να παίξουν το χαρτί του περιορισμού στις πολύ μεγάλες αυξήσεις μισθών, με την κυβέρνηση μάλιστα της Τζόρτζια Μελόνι στην Ιταλία να ξεκινά άμεσα κοινωνικό διάλογο για το θέμα, λένε πληροφορίες του Euractiv.
Την ίδια στιγμή, η ΕΚΤ παρακολουθεί από κοντά τις εξελίξεις επειδή μέλη της ανησυχούν κι αυτά ότι σημαντικές μόνιμες αυξήσεις στις αποδοχές θα κάνουν τον πληθωρισμό να μείνει σε υψηλά επίπεδα για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα και θα κάνει πιο δύσκολο το έργο αντιμετώπισής του. Δεν είναι τυχαίο ότι η πρόεδρος της ΕΚΤ Κριστίν Λαγκάρντ ανέφερε ξεκάθαρα πως θεωρεί ως βασικό κίνδυνο «τις υψηλότερες από τις αναμενόμενες αυξήσεις μισθών», καθώς αυτές θα αποτελέσουν ουσιαστικό κριτήριο για το πότε θα σταματήσουν οι αυξήσεις των επιτοκίων, σχολίαζε το Bloomberg.
Οι εργοδότες ήδη από την πλευρά τους δεν δέχονται τόσο υψηλές αυξήσεις κι επικαλούνται τις μεγάλες επιβαρύνσεις από το ράλι στο κόστος της ενέργειας και πρώτων υλών. Η κατάσταση είναι τέτοια που οι διαπραγματεύσεις αναμένονται έντονες χωρίς να αποκλείονται εκτεταμένες απεργίες σε διάφορους κλάδους.
Τι δείχνει η Ιστορία
Η ιστορία δείχνει ότι μέχρι τώρα εργατικά συνδικάτα στη Γερμανία συμβιβάζονται με τις μισές περίπου αυξήσεις από αυτές που είχαν ζητήσει αρχικά. Με τον πληθωρισμό όμως να καλπάζει και τους μισθούς να μην έχουν αυξηθεί σημαντικά το προηγούμενο διάστημα λόγω των ιδιόμορφων συνθηκών που δημιούργησε στην οικονομία η πανδημία, η προσέγγιση αυτή τη φορά μπορεί να είναι διαφορετική.
Σε κάθε περίπτωση, πρόκειται για μισθολογικές αυξήσεις που ζητούνται οι οποίες δεν έχουν σχέση με τον κατώτατο μισθό στη χώρα, ο οποίος είναι υψηλός με βάση τα δεδομένα της ΕΕ.
Αρκετοί εργοδότες προτείνουν αντί για αυξήσεις στους μισθούς να δοθεί εφάπαξ ποσό στους εργαζομένους, της τάξης κάποιων χιλιάδων ευρώ, κάτι που όμως δεν δέχονται τα σωματεία. Πληροφορίες του Bloomberg θέλουν την IG Metall να απορρίπτουν την προσφορά εφάπαξ πληρωμών και να εμμένει σε μόνιμες αυξήσεις μισθών και εάν οι συνδικαλιστές θεωρήσουν ότι οι διαπραγματεύσεις καθυστερούν, είναι πιθανό να ανακοινώσουν ψηφοφορία για τις 17 Νοεμβρίου ώστε να αποφασιστεί εάν θα ξεκινήσουν απεργίες. Κάτι τέτοιο θα ισοδυναμούσε με μια μεγάλη κλιμάκωση που θα μπορούσε να πλήξει τις γραμμές παραγωγής σε ορισμένες από τις μεγαλύτερες εταιρείες της Γερμανίας, δείχνουν στοιχεία του διεθνούς ειδησεογραφικού πρακτορείου.
Από την πλευρά τους εκπρόσωποι των εργοδοτών υποστηρίζουν ότι οι εταιρείες έχουν δεχτεί πλήγμα από την ακριβή ενέργεια και από τα προβλήματα που εξακολουθούν να καταγράφονται λόγω των προβλημάτων της εφοδιαστικής αλυσίδας, τα οποία σχετίζονται με τον πόλεμο της Ρωσίας στην Ουκρανία. Επίσης προβάλλουν το επιχείρημα ότι πολλές εταιρείες χρησιμοποίησαν αποθέματα που είχαν σε ρευστό κατά τη διάρκεια της πανδημίας για να μην προχωρήσουν σε περικοπές προσωπικού.
Τρέχει ο πληθωρισμός
Ο πληθωρισμός της Γερμανίας ανέβηκε στο 10,4% τον Οκτώβριο σε ετήσια βάση, που είναι τα υψηλότερα επίπεδα από το 1990 όπως ανακοίνωσε η Ομοσπονδιακή Στατιστική Υπηρεσία (Destatis). “Ο ρυθμός πληθωρισμού έχει φτάσει σε υψηλό όλων των εποχών, από την επανένωση της Γερμανίας”, δήλωσε ο πρόεδρος της Destatis, Georg Thiel, προσθέτοντας ότι «οι τεράστιες αυξήσεις των τιμών των ενεργειακών προϊόντων εξακολουθούν να είναι ο κύριος λόγος για τον υψηλό τιμάριθμο”.
Παρά τα κυβερνητικά μέτρα οι τιμές της ενέργειας αυξήθηκαν κατά 43% σε σύγκριση με το προηγούμενο έτος σύμφωνα με το Destatis. Η αύξηση ήταν ιδιαίτερα έντονη (55%) για την ενέργεια που χρησιμοποιούν τα νοικοκυριά ενώ το κόστος του φυσικού αερίου υπερδιπλασιάστηκε.