Άποψη

Η δύση του «πανοπτικού» ΣΥΡΙΖΑ του Τσίπρα

Ο Τσίπρας πέφτει ουσιαστικά θύμα της στρατηγικής του να πολώσει την πολιτική ατμόσφαιρα και να προσδώσει και έναν σαφή προσωπικό τόνο στην επόμενη εκλογική αναμέτρηση

Τα πρώτα υλικά της κρίσης, που τρέφει την αριστερή κανονικότητα, είναι παρόντα και στη χώρα μας, αλλά οι ιδεολογικές και ηγετικές ανεπάρκειες του ΣΥΡΙΖΑ είναι ακόμη πιο εμφανείς. Όλες ανεξαιρέτως οι σφυγμομετρήσεις κοινής γνώμης καταγράφουν τα όρια αυτής της δίδυμης κρίσης της αξιωματικής αντιπολίτευσης.

Στις πρόσφατες δηλώσεις του στη Μεγάλη Βρετανία, ο πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας μόνο αφελώς δεν σήκωσε το «γάντι» της αντιπαράθεσης, που, εδώ και μήνες, του έχει πετάξει ο επικεφαλής του ΣΥΡΙΖΑ. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης ήταν ξεκάθαρος: Στις επόμενες βουλευτικές εκλογές, οι πολίτες θα αποφασίσουν και θα επιλέξουν ανάμεσα, αφενός, στον Κυριάκο Μητσοτάκη και την Νέα Δημοκρατία και, αφετέρου, στον Αλέξη Τσίπρα και τον ΣΥΡΙΖΑ. Ο προσωπικός τόνος είναι σαφής, ο πρωθυπουργός υπογραμμίζει και το στοιχείο της προσωπικής αντιπαράθεσης. Ο Τσίπρας πέφτει ουσιαστικά θύμα της στρατηγικής του να πολώσει την πολιτική ατμόσφαιρα και να προσδώσει και έναν σαφή προσωπικό τόνο στην επόμενη εκλογική αναμέτρηση. Ο Κ. Μητσοτάκης ανταποκρίνεται στο προσωπικό κάλεσμα, που – φευ – ο ίδιος ο Α. Τσίπρας είχε απευθύνει πρώτος.

Κι όμως, πέρα από όλες τις δημοσκοπήσεις που επιβεβαιώνουν το εκλογικό προβάδισμα της ΝΔ και το συγκριτικό προεδρικό – ηγετικό πλεονέκτημά της, τα «υλικά» της μετωπικής πολιτικής αναμέτρησης με την κυβερνητική πλειοψηφία βρίσκονται στη διάθεση της ηγεσίας της Κουμουνδούρου, η οποία αδυνατεί να τα εκφράσει πολιτικά και να τα μετασχηματίσει σε εκλογικά κέρδη.

Οι διαδοχικές, μικρές ενεργειακές κρίσεις, η συναπτόμενη οικονομική κρίση, οι «φουσκωμένοι» λογαριασμοί του ρεύματος και οι αυξήσεις σε βασικά είδη διατροφής είναι κομμάτι της αδήριτης κοινωνικοοικονομικής πραγματικότητας που η ριζοσπαστική αριστερά δεν καταφέρνει να μετασχηματίσει πολιτικά και να κεφαλαιοποιήσει εκλογικά, στο βαθμό τουλάχιστον που θα το επιθυμούσε. Ο πόλεμος επανήλθε στη Γηραιά Ήπειρο, στα βορειοανατολικά της χώρας, και η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ αδυνατεί να κινηθεί σε κοινωνικά και πολιτικά ύδατα που, κάποτε, μπορούσε να κινηθεί σαν το ψάρι μέσα στο νερό.

Ευρύτερα, τα τρόφιμα και τα υλικά αγαθά που παράγονται φθάνουν να τραφεί και να ζει στον πλανήτη ο διπλάσιος πληθυσμός της γης, αλλά τα κρούσματα καθολικής υλικής αποστέρησης αφθονούν. Στις σημερινές συνθήκες, υπολογίζεται ότι σχεδόν ένα δισεκατομμύριο άνθρωποι υποσιτίζονται, περισσότερα από είκοσι εκατομμύρια λιποβαρή παιδιά γεννιούνται, ιδιαίτερα στην Αφρική και την Νότια Ασία, ένα Λαύριο άνθρωποι πεθαίνουν ημερησίως κυριολεκτικά από την πείνα.

Όλες οι προυποθέσεις της πολιτικής αντεπίθεσης συντρέχουν λοιπόν, αλλά η ριζοσπαστική αριστερά δεν δύναται να αποκαλύψει τις υπαρκτές λανθάνουσες θετικές δυνατότητες του παρόντος.

Οι καταφανείς αυτές αδυναμίες του εγχώριου αριστερού ριζοσπαστισμού δεν μπορούν να προσεγγισθούν, χωρίς επώδυνη ιδεολογικό και πνευματικό κόστος και δίχως σοβαρή οργανωτική αυτοκριτική.

Επί μακρόν, ο ΣΥΡΙΖΑ εμφανίσθηκε πεπεισμένος ότι η επάνοδος στην εξουσία, μετά το «διάλλειμα της δεξιάς» και του «μητσοτακισμού», είναι περίπου ένας αυτοκίνητος συρμός με διαδοχικές στάσεις την ανάκτηση της ιδεολογικής και πολιτικής ηγεμονίας, την επάνοδο στην κυβερνητική εξουσία και την εξάπλωση της αριστερής, κοινωνικής και πολιτικής, κυριαρχίας. Αυτή είναι άλλωστε και η κεντρική θέση του στα ντοκουμέντα του κόμματος, που την εντάσσει στην πουλαντζιανή προοπτική του δημοκρατικού δρόμου προς τον (δημοκρατικό) σοσιαλισμό. Αυτός ο «σοσιαλισμός με δημοκρατία και ελευθερία», που επαγγέλθηκε επί τόσα χρόνια, οδηγήθηκε, και αυτός, στην ήττα και στην υποχώρηση.

Ακόμη και αν εξετάσει κάποιος αυστηρώς μαρξιστικά αυτήν την στρατηγική ιδεολογική επιλογή, αν δηλαδή την εξετάσει στο μόνο πεδίο της πράξης, η ίδια η πραγματικότητα έρχεται να αρνηθεί την επιβεβαίωση σε αυτήν την στρατηγική ιδεολογική επιλογή. Ο υποκειμενικός παράγοντας βαπτίζεται συνεχώς υποκειμενισμός ή ακόμη και υποκειμενιστική παρέκκλιση, ενώ οι απορρέουσες από αυτήν την στρατηγική επιλογή απουσίες των πολιτιστικών κατηγοριών, των εθνικών αναφορών και των θρησκευτικών πεποιθήσεων φτωχαίνουν αποφασιστικά τα σχετικά επιχειρήματα.

Μάλλον πονηρά σκεπτόμενος, ο Α. Τσίπρας επέλεξε να «κρυφτεί» πίσω από αυτήν την νεουλιστική ένδεια και τις υποβόσκουσες θεωρίες περί εποικοδομήματος. Αφήνει απερίσπαστη την ομάδα των 53 να παράγει το ιδεολογικό έργο της και εκείνος προχωρά στην έφοδο προς την εξουσία, επιχειρώντας να διατυπώσει έναν συμπεριληπτικό πληβειακό λόγο.

Για να επιτύχει το προσωπικό στοίχημα, ο Α. Τσίπρας αντιμετωπίζει το ίδιο το κόμμα σαν οργανωτικό υποσύστημα. Στις κορυφές του εσωκομματικού πεδίου επιλέγει ανθρώπους πλήρους αφοσίωσης και απόλυτης εμπιστοσύνης. Η ανθρωπογεωραφία της Κουμουνδούρου θυμίζει ιστορικώς πεπερασμένα οργανωτικά σχήματα και τα αρμόδια τμήματα παραγωγής θέσεων υπολειτουργούν ή επεξεργάζονται προτάσεις, που η ηγεσία δεν λαμβάνει υπ’ όψη.

Αυτό το ιδιότυπο «πανοπτικό» κόμμα, στη διάθεση του προέδρου του, φαίνεται ότι φτάνει στα ιστορικά όριά του. Η οδός της προσωπικής αναμέτρησης, που ακολουθεί με αντίπαλο τον Πρωθυπουργό, είναι ολισθηρή, αν βέβαια δεν υπάρξει κάποια θεαματική εξέλιξη στην τελική ευθεία. Παρήγορο για το πολιτικό σύστημα είναι το γεγονός ότι στο παρασκήνιο καταγράφονται ορισμένες προκαταρτικές κινήσεις για την επόμενη μέρα, με δυνάμεις που επιθυμούν μια σύγχρονη, κεντροαριστερή ιδεολογική μετατόπιση και οργανωτική ανασυγκρότηση.

Διαβάστε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο