Ένα από τα μεγαλύτερα και οξύτερα προβλήματα που κλήθηκε να αντιμετωπίσει η μεταπολεμική δημοκρατία στη Γερμανία ήταν η άκρα δεξιά. Το πρόβλημα αναχαιτίσθηκε επί μακρόν. Ωστόσο, οργανώσεις της κοινωνίας πολιτών κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου για πιθανή επάνοδο της απειλής αυτής για τη δημοκρατία λόγω κυρίως της πληθωριστικής κρίσης, αλλά και παραλείψεων της τρικομματικής κυβέρνησης.
Με τη συμπλήρωση ενός χρόνου της κυβέρνησης συνασπισμού υπό τον Όλαφ Σολτς, μη κυβερνητικές οργανώσεις υποστηρίζουν ότι βρίσκουν ανεπαρκή τα βήματα που έγιναν στον αγώνα κατά της ακροδεξιάς, του ρατσισμού και του αντισημιτισμού και ζήτησαν έναν στρατηγικό και ολοκληρωμένο αγώνα ενάντια στην απειλή της ακροδεξιάς.
Εκπρόσωποι του Ιδρύματος Amadeu Antonio, που παρέχει, ανάμεσα στα άλλα, συμβουλευτικές υπηρεσίες στα θύματα της ακροδεξιάς βίας, αξιολόγησαν τον αγώνα της γερμανικής κυβέρνησης ενάντια στην ακροδεξιά απειλή σε συνέντευξη Τύπου που παραχώρησαν.
Επικρίνοντας την κυβέρνηση συνασπισμού, που σχηματίστηκε από το Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα (SPD), τους Πράσινους και τους Ελεύθερους Δημοκράτες (FDP), για αποτυχία εκπλήρωσης των υποσχέσεων που έδωσαν κατά την ανάληψη της εξουσίας, οι εκπρόσωποι προειδοποίησαν για την απειλή που συνιστά η ακροδεξιά και ρατσιστική βία.
Ο γενικός διευθυντής του Ιδρύματος Amadeu Antonio επεσήμανε ότι βίαιες ενέργειες και ρατσιστικές επιθέσεις γίνονται σχεδόν καθημερινά στη χώρα.
Ακόμη, επεσήμανε ότι αυτά τα κρούσματα δείχνουν την κλίμακα και τη σοβαρότητα της απειλής που αντιμετωπίζει η Γερμανία και πρόσθεσε ότι «όλες αυτές οι εξελίξεις αποκαλύπτουν την αυξανόμενη κοινωνική πίεση για μια συνολική και συνεκτική στρατηγική για την καταπολέμηση αυτής της απειλής».
Υπενθύμισε, επίσης, ότι, ενώ η κυβέρνηση έθεσε τους στόχους της ενίσχυσης της κοινωνικής αλληλεγγύης και της δημοκρατίας στη συμφωνία συνασπισμού, υποσχέθηκε να αναπτύξει μια στρατηγική για την πρόληψη του εξτρεμισμού. Ωστόσο, αυτή η στρατηγική δεν έχει αναπτυχθεί σχεδόν καθόλου μετά από ένα χρόνο.
Την καταπολέμηση ακροδεξιάς, του ρατσισμού και του αντισημιτισμού την οφείλουμε στα θύματα ακροδεξιάς βίας, ανέφερε ο εμπειρογνώμονας, δηλώνοντας ότι η γερμανική κοινωνία πολιτών θέλει να συμβάλει στην ανάπτυξη στρατηγικών που να μπορούν να αποτρέψουν νέες, εξτρεμιστικές επιθέσεις.
«Ελπίζουμε ότι η ομοσπονδιακή κυβέρνηση θα συνεργαστεί μαζί μας σε αυτή τη στρατηγική», συμπλήρωσε, ολοκληρώνοντας την ενημέρωσή του.