Οι διαδηλώσεις συνεχίζονται στις πόλεις της Κίνας και το ζήτημα που προκύπτει για το καθεστώς Σι Τζινπίνγκ έγκειται στο πώς θα καταφέρει να αναχαιτίσει το κύμα των διαδηλώσεων, πριν αυτό λάβει διαστάσεις εξέγερσης.
Σύμφωνα με τα πιο πρόσφατα δημοσιεύματα, εκατοντάδες διαδηλωτές συγκρούστηκαν με την αστυνομία το απόγευμα της Κυριακής στη Σαγκάη καθώς το κίνημα διαμαρτυρίας ενάντια στους δραστικούς περιορισμούς που επιβλήθηκαν στον κινεζικό πληθυσμό στον αγώνα κατά του COVID-19 φαίνεται να έχει εξαπλωθεί σε πολλές πόλεις σε όλη την χώρα τρεις ημέρες μετά τη φονική πυρκαγιά σε κτίριο κατοικιών.
Αυτό το κύμα ανυπακοής δεν έχει προηγούμενο στην Κίνα από τότε που ο Σι Τζινπίνγκ ανέλαβε την εξουσία το 2012, με την πολιτική «μηδενικού COVID» που επέβαλε ο Κινέζος ηγέτης να προκαλεί αυξανόμενη απογοήτευση στον πληθυσμό σχεδόν τρία χρόνια μετά την έναρξη της πανδημίας.
Από την πλευρά του, το ολοκληρωτικό καθεστώς δεν έχει ανοίξει τα χαρτιά του.
Πιθανολογείται, ωστόσο, ότι η αντίδραση του απολυταρχικού καθεστώτος θα κινηθεί σε δύο επίπεδα, ένα κατασταλτικό και ένα κοινωνικοοικονομικό.
Στον κατασταλτικό τομέα, το καθεστώς είναι πανίσχυρο σε αστυνομικές και στρατιωτικές δυνάμεις. Ένα μέρος της δύναμής του εκδηλώθηκε πρόσφατα, πριν από το 20ο Συνέδριο του Κομμουνιστικού Κόμματος, όταν οι διαδηλώσεις κατεστάλησαν άμεσα και βίαια.
Οι τελευταίες, όμως, πληροφορίες θέλουν τον Κινέζο Πρόεδρο προβληματισμένο και για τα κοινωνικοοικονομικά μέτρα που θα μπορούσε να λάβει, προκειμένου τα συγκεντρωμένα πλήθη να πεισθούν για την ορθότητα της πολιτικής που ακολουθεί.
Η πολιτική του μηδενικού covid δείχνει να αποτελεί στρατηγική επιλογή της κυβέρνησης. Δύσκολα, ο Σι Τζινπίνγκ θα δεχθεί να αλλάξει την πολιτική του. Οριακά, θα μπορούσε να την χαλαρώσει.
Ο Πρόεδρος Σι γνωρίζει καλά ότι υπάρχει και οικονομική αγανάκτηση που έχει σωρευθεί τα τελευταία χρόνια. Για τον λόγο αυτό, στοχεύει να βελτιώσει τις υλικές συνθήκες διαβίωσης των πολιτών.
Η κινεζική οικονομία έχει επιβραδυνθεί σημαντικά για περισσότερο από ένα μήνα λόγω της πολιτικής της «μηδενικού Covid», συνώνυμη με τους αυστηρούς περιορισμούς. Προκειμένου να αναζωογονήσει την ανάπτυξη και να εδραιώσει την οικονομία, η Κινεζική Κεντρική Τράπεζα αποφάσισε την Παρασκευή να μειώσει το υποχρεωτικό επιτόκιο των τραπεζικών αποθεματικών με την ελπίδα ότι οι τράπεζες θα εισφέρουν ρευστότητα στην οικονομία. Αυτή η πρωτοβουλία αναμένεται ότι θα επιτρέψει την έγχυση περίπου 500 δισεκατομμυρίων γιουάν, κάπου 67 δισεκατομμύρια ευρώ, στην κινεζική οικονομία, που κλονίζεται σε μεγάλο βαθμό από την πολιτική του μηδενικού covid.
Ο πρόεδρος Σι Τζινπίνγκ δεν φέρεται να έχει λάβει τις οριστικές αποφάσεις του, αλλά το πιθανότερο είναι να κινηθεί, σε έναν πρώτο χρόνο, κατασταλτικά και στη συνέχεια, να τονώσει το κοινωνικοοικονομικό κλίμα της χώρας του.