Βδομάδα κλείνει το Μουντιάλ του Κατάρ και εκείνες οι ισορροπημένες, ψύχραιμες και πολυπρισματικές προσεγγίσεις του κρούσματος όλο και λαμβάνουν έναν περιθωριακό χαρακτήρα στα ελληνικά και διεθνή μέσα ενημέρωσης.
Οι εναπομείνασες αντιδράσεις για τη διάσωση της τιμής του πιο απλού και δημοφιλούς αθλήματος στον πλανήτη είναι δύο, όλες και όλες.
Η μία από αυτές μας αφηγείται να μην υπακούσουμε στη λογική και την προπαγάνδα των κομμουνιστών (αυτολεξεί) και η άλλη είναι κάπως πιο αποστασιοποιημένη από τα πράγματα, καλεί σε φυγές από το ποδοσφαιρικό τετριμμένο, στην αγκαλιά της… καλής μας (επίσης αυτολεξεί).
Αν έπρεπε καλά και σώνει να επιλέξει κάποιος μια στάση απέναντι στην αποτυχία Κατάρ, μια ελαφρά προτίμηση για την αναβίωση μιας ψυχροπολεμικού τύπου προτίμηση θα ήταν προτιμότερη από την άλλη που θυμίζει πρόχειρη ξεπατικούρα του Ρίλκε.
Γιατί αυτό που διαδραματίζεται από την Κυριακή και μετά στο Κατάρ, σε ελάχιστα θυμίζει τη μπάλα – με την έννοια της μπάλας – που παίζαμε στις αλάνες και θαυμάζαμε στα πόδια λαμπρών αθλητών και εθνικών ομάδων, με τις οποίες όλοι λίγο – πολύ ταυτιζόμασταν στον ενήλικό μας βίο σε καφετέριες, σε βεράντες, σε φιλικά σαλόνια.
Πλέον, η πιο άπληστη εμπορευματοποίηση και η απολιτική υπεροπολιτικοποίηση έχουν εκφύγει κάθε δημοσίου μέτρου. Οι «δυσοίωνες προβλέψεις», που εμείς οι «μετριοπαθείς» κρίναμε υπέρμετρες, επαληθεύτηκαν, επιβεβαιώθηκαν.
Η Εθνική Γερμανίας, το Ιράν, η Wall Street Journal, ο Guardian ή οι New York Times δεν επανδρώνεται από θιασώτες των άκρων, αριστερών ή δεξιών. Ειδικοί και επαγγελματίες του ποδοσφαίρου είναι.
Γραφικοί δεν είναι οι επαγγελματίες της κορυφαίας εθνικής ομάδας στην Ευρώπη και οι δημοσιογράφοι του Guardian. Τον τίτλο τον έχει κατακτήσει επάξια, πρώτα και πάνω από όλους, ο πρόεδρος της FIFA, ο Τζιάνι Ινφαντίνο, ο οποίος εκτοξεύει αιτιάσεις απέναντι σε ολόκληρο τον δυτικό κόσμο για «υποκρισία». Θα γινόταν, δυνητικά, πιστευτός, αν δεν σταματούσε να πλέκει εγκώμια υπέρ των εμίρηδων, που έχουν εδώ και μια δεκαετία να κάνουν βουλευτικές εκλογές στο Κατάρ. Αναπόφευκτα, η δυτική τηλεθέαση των αγώνων της κορυφαίας διοργάνωσης έχει αυτήν την «βουτιά».
Οι ποδοσφαιριστές της Εθνικής Ομάδας της Γερμανίας φορούν το περιβραχιόνιο με την ένδειξη «one love» για να διαμαρτυρηθούν για το ότι ο ομοφυλόφιλος προσανατολισμός παραμένει εκτός νόμου από τη δυναστεία που κυβερνά αδιάκοπα τη χώρα. Η διαμαρτυρία θα μπορούσε να κριθεί «ακραία» αν η FIFA επέμενε για ορισμένα θεμελιώδη ατομικά δικαιώματα, αλλά μονοδιάστατο οικονομικό προσανατολισμό είχαν οι δραστηριότητές της. Και ιδού το περίλαμπρο κατόρθωμα του Ινφαντίνο και του σκληρού διοικητικού πυρήνα της FIFA, το επίτευγμα της διαπόμπευσης του λαϊκότερου και δημοφιλέστερου αθλήματος.
Και οι παίκτες της Εθνικής του Ιράν φθάνουν στο σημείο να αρνηθούν να τραγουδήσουν τον πιο ωραίο ύμνο της χώρας τους, γιατί κάθε χώρα είναι σεβαστή: τον εθνικό τους ύμνο. Παραμένουν σιωπηλοί σε ένδειξη διαμαρτυρίας για τις πιο ακραίες κατασταλτικές κρατικές μεθόδους του καθεστώτος των Αγιατολάχ. Είναι και αυτοί «ακραίοι»; Ή μήπως είναι «παραμπουκωμένη» η ηγεσία της FIFA που γράφει στα παλαιότερα των υποδημάτων της τις καταγγελίες και τις διαμαρτυρίες της δυτικής κοινωνίας πολιτών; Ούτε μισή λέξη δεν τόλμησαν να αρθρώσουν οι άνθρωποι της FIFA απέναντι στους εμίρηδες για την καταπάτηση των γυναικείων δικαιωμάτων και την καταστρατήγηση των στοιχειωδών εργασιακών δικαιωμάτων, έστω από την Κυριακή και μετά.
Και για να το πάμε στοιχειωδώς παραπέρα, στην παρούσα φάση, δεν μπορεί παρά κάτι θα παραπάνω θα γνωρίζει ο Guardian που επιμένει στην καταγγελία για 6500 νεκρούς μετανάστες εργάτες. Και για ανθρώπους με ανήκεστες σωματικές βλάβες, σε ζωτικά μέλη του σώματός τους.
Και ο Monde συνεχίζει να καταγγέλει τον πρωτόγονο αντιφεμινισμό του καθεστώτος, την καταπάτηση ανθρωπίνων δικαιωμάτων, την καθολική έλλειψη στοιχειωδών δημοσίων ελευθεριών και παιδική καταναγκαστική εργασία.
Όλα είναι, βέβαια, πιθανά. Όλα τα ενδεχόμενα είναι στο τραπέζι.
Ένα είναι όμως σίγουρο: η αναβίωση του Αντιδιαφωτισμού.