Μια σειρά από ενέργειες κυβερνήσεων που κινούνται στα δεξιά του φιλελεύθερου – συντηρητικού χώρου έχουν απασχολήσει τις παραδοσιακές πολιτικές δυνάμεις της κεντροδεξιάς. Οι Γάλλοι δεξιοί της Εθνικής Συσπείρωσης της Λε Πεν, η νέα πρωθυπουργός της Ιταλίας, ο δηλωμένος ξενοφοβικός πρωθυπουργός της Ουγγαρίας Βίκτορ Όρμπαν, κινούν το ενδιαφέρον, πάντοτε ευπρεπές, των κεντροδεξιών δυνάμεων.
Πιο πρόσφατο επεισόδιο είναι αυτό της Τζόρτζια Μελόνι, με την μάλλον περιπετειώδη εμφάνισή της στις Βρυξέλλες, δεικτική ενός ευρύτερου κλίματος στάσεων και συμπεριφορών.
Πιο αναλυτικά, στην Ουγγαρία, το κόμμα Φίντες του πρωθυπουργού Βίκτορ Όρμπαν καταργεί σταδιακά τη συνταγματική προστασία για το κράτος δικαίου και τους δημοκρατικούς θεσμούς της χώρας. Πιο πρόσφατα, η Μελόνι και το κόμμα Αδέλφια της Ιταλίας κέρδισαν τις ιταλικές βουλευτικές εκλογές.
Τα ακροδεξιά κόμματα είναι παρόντα στην ευρωπαϊκή πολιτική σκηνή εδώ και πολύ καιρό, αλλά τα φιλελεύθερα και δημοκρατικά κόμματα εξακολουθούν να προσπαθούν να αναπτύξουν μια σαφή γραμμή δράσης απέναντί τους.
Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο είναι το κατάλληλο μέρος για να παρατηρήσει κάποιος τα διλήμματα που αντιμετωπίζουν τα παραδοσιακά κόμματα έναντι των ακροδεξιών κομμάτων, ειδικά όταν έχουν εκλεγεί δημοκρατικά και αποτελούν μέρος ενός δημοκρατικού θεσμού, όπως είναι το υπερεθνικό κοινοβούλιο της Ευρώπης των 27.
Στο σημείο αυτό, είναι αναγκαίο να υπενθυμίσουμε ότι το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το μόνο άμεσα εκλεγμένο όργανο της ΕΕ, έχει 705 εκλεγμένα μέλη από 206 πολιτικά κόμματα των εθνικών κρατών.
Οι περισσότεροι από αυτούς τους δεξιούς radical συγκεντρώνονται σε διαφορετικές πολιτικές ομάδες που μοιράζονται, ωστόσο, παρόμοιες ιδεολογίες. Η ακροδεξιά είναι παρούσα σε αρκετές από αυτές τις ομάδες, γεγονός που δείχνει πόσο αναπόσπαστη έχει γίνει στο σύστημα διακυβέρνησης.
Το κόμμα της Λε Πεν συγκαταλέγεται στην ομάδα «Ταυτότητα και Δημοκρατία», το κόμμα της Τζόρτζια Μελόνι ανήκει στην ομάδα «Ευρωπαίοι Συντηρητικοί και Μεταρρυθμιστές» ενώ το κόμμα του Ούγγρου Πρωθυπουργού Βίκτορ Όρμπαν δεν ανήκει, στην παρούσα φάση, σε κάποια από τις υπάρχουσες πολιτικές ομάδες.
Από την πλευρά τους, οι κεντροδεξιοί έχουν προσχωρήσει εδώ και αρκετό καιρό σε μια άτυπη συμφωνία που εμποδίζει τα μέλη της ακροδεξιάς να αποκτήσουν θέσεις – κλειδιά στο Κοινοβούλιο.
Οι σχέσεις ανάμεσα στα δύο άτυπα μπλοκ του φιλελεύθερου και συντηρητικού χώρου είναι ακόμη σχέσεις αμοιβαίας υποψίας. Οι κεντροδεξιοί επιμένουν να μην παρασύρονται από την ατζέντα των «ακραίων» και παρατηρούν ότι, σε μεγάλο βαθμό, η εκλογική πελατεία των radical προέρχεται από τους κόλπους τους. Αλλά και οι δεξιοί/ακροδεξιοί τηρούν τις αποστάσεις τους, διαφοροποιούνται συχνά από αυτούς και προσπαθούν να διατηρήσουν την ιδιοπροσωπία τους, πολιτική και ιδεολογική. Είναι πιθανότερο να τους δει κανείς να αναμετρώνται πολιτικά με τους ευρωπαϊστές κεντρώους – κεντροδεξιούς παρά με τις δυνάμεις της αριστεράς. Ο λόγος είναι κυρίως η κάλπη και ο συναφής εκλογικός ανταγωνισμός.