Πολιτική

Μεθοδεύεται αποστασία εναντίον της Κυβέρνησης;

Τα πολιτικά κόμματα συμμετέχουν στον πολιτικό αγώνα, καταθέτοντας πολιτικές ιδέες και πολιτικά προγράμματα, από την πειστικότητα των οποίων κρίνονται από το εκλογικό σώμα

Το ενδεχόμενο της ανατροπής της σημερινής κυβερνητικής πλειοψηφίας συζητείται ευρέως τους τελευταίους μήνες, ιδίως από τον Σεπτέμβριο και μετά.

Στην αρχή, είχε έναν περιθωριακό, μάλλον καφενειακό χαρακτήρα, αλλά ο κ. Σάκης Μουμτζής το θέτει με ευθύτητα και δίχως ερωτηματικό: «Μεθοδεύεται αποστασία». Πλέον το ενδεχόμενο συγκεντρώνει λογικά πιθανότητες επαλήθευσης.

Βέβαια, στις φιλελεύθερες κοινοβουλευτικές δημοκρατίες, ο συντακτικός νομοθέτης προβλέπει την εναλλαγή των πολιτικών κομμάτων στην κυβερνητική εξουσία. Η επιλογή αυτή, θεσμικά στρατηγική, αποσκοπεί στο να εκφράζεται ανόθευτα σε κυβερνητικό επίπεδο η εκλογική βούληση των ψηφοφόρων που υπερψηφίσουν το ένα ή το άλλο αντιπολιτευτικό κόμμα. Αποβλέπει επίσης στο να μην ταυτίζεται το κόμμα με την κυβερνητική εξουσία και το πρόσωπο με τον θεσμό του πρωθυπουργό. Η συνταγματική πρόβλεψη είναι ιστορικά επιβεβαιωμένη και νομικοπολιτικά σοφή.

Για να ισχύσει όμως στην πράξη, χρειάζεται η επιβεβαίωση της στο επίμαχο πεδίο της πράξης: και στην περίπτωσή μας, η κυβερνητική πλειοψηφία της Νέας Δημοκρατίας δεν φαίνεται να απειλείται στα σοβαρά από κανένα πολιτικό ενδεχόμενο που μετουσιώθηκαν σε πράξη.

Δεν τους βγαίνει τίποτα και ο πρωθυπουργός εύλογα τους απαντά: «Δεν μασάμε, κύριοι.

Και έχουν παρελάσει ποικίλες ποικιλίες απίθανων πολιτικών παικτών, ημιθανών κομματικών δυνάμεων, πολιτικά ετοιμόρροπων ηγεσιών.

Ωστόσο, καμία δημοσκόπηση της κοινής γνώμης δεν επιβεβαιώνει την καθόλα σεβαστή και, όπως προαναφέρθηκε, επιθυμητή ανάγκη αντιπολιτευτικών δυνάμεων να έρθουν μέσα από την κατάκτηση της λαϊκής συγκατάνευσης στην πολιτική εξουσία.

Ακόμη πιο συγκεκριμένα, φουσκώθηκαν τα πανιά της ηγεσίας του ΣΥΡΙΖΑ. Δεν χρειάζεται και, ίσως, δεν ενδιαφέρει να αναφερθεί από ποιους φουσκώθηκαν τα πανιά της Κουμουνδούρου. Το πλοίο όμως δεν σάλπαρε, αγκυροβολημένο είναι κάτω από το γραφείο του προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ, του Τσίπρα.

Για να σχηματισθεί λοιπόν μια νέα πλατιά προοδευτική – αριστερή πλειοψηφία, θα πρέπει να υπάρξει συνεργασία με τον μονίμως παραπονούμενο και διαρκώς μονοθεματικό κ. Ανδρουλάκη, αν βεβαίως συμφωνήσουν πολιτικά οι δύο πολιτικοί αρχηγοί.

Έως τώρα, αντί να συμβεί αυτό, που θα ελάμβανε τη μορφή ενός κοινού κυβερνητικού προγράμματος, καταγράφεται η προσπάθεια ορισμένων δακτυλομετρούμενων δημοσιογράφων και πολιτικών κηνσόρων, που, νυχθημερόν, κατηγορούν όσους βρίσκουν θετική τη μία ή την άλλη όψη της κυβερνητικής πολιτικής ως κουλίστας, μητσοτακίστας κ.λπ., ξεχνώντας το ιστορικό βάθος και την προοπτική της κεντροδεξιάς παράταξης και επιδεικνύοντας έναν σπάνιο αυτοερεθιζόμενο πολιτικό ναρκισσισμό που συναντάμε σε κύκλους δεξιάς της δεξιάς.

Κι όμως, για να επιστρέψουμε από εκεί που ξεκινήσαμε, τα πράγματα είναι απλά στην Τρίτη Ελληνική Δημοκρατία που θεμελίωσε ο Κωνσταντίνος Καραμανλής και εδραίωσε η Νέα Δημοκρατία. Τα πολιτικά κόμματα συμμετέχουν στον πολιτικό αγώνα, καταθέτοντας πολιτικές ιδέες και πολιτικά προγράμματα, από την πειστικότητα των οποίων κρίνονται από το εκλογικό σώμα.

Είναι πρόδηλο ότι τα πολιτικά επιχειρήματα δεν είναι αρκούντως πειστικά και είναι επίσης πρόδηλη η απογοήτευση που αισθάνονται αυτές οι πολιτικές δυνάμεις, όρος που δεν ταυτίζεται με το πολιτικό κόμμα.

Το ενδεχόμενο, λοιπόν, της αποστασίας είναι η τελευταία μέθοδος με την οποία μπορούν να ανατρέψουν την κυβερνητική πλειοψηφία. Το «δεν μασάμε» που τους είπε ο Πρωθυπουργός κατά πρόσωπο, ευθέως, όχι διά της τεθλασμένης, τούς ακολουθεί και τους χαρακτηρίζει.