Είναι και θέμα ψυχολογίας το μπάσκετ. Ο Παναθηναϊκός έχοντας μαζεμένες τις ήττες ήταν λογικό να μην αισθάνεται καλά, να μην πατάει γερά στα πόδια του και κυρίως να μοιάζει ότι παίζει ένα μπάσκετ … πίσω από την εποχή. Η αλήθεια είναι ότι στον Ράντονιτς αρέσει ο ελεγχόμενος ρυθμός, όπως σε όλους τους Σέρβους προπονητές (η επιρροή των οποίων έχει σημαδέψει το ελληνικό μπάσκετ, μη το ξεχνάμε αυτό).
Δεν είναι όμως τρελός να μη θέλει από την ομάδα του, εκτός από καλές αμυντικές επιδόσεις, επιθετικό κρεσέντο σαν αυτό της τρίτης περιόδου. Τα πάντα ξεκίνησαν βέβαια από την αντιμετώπιση της Μπασκόνια, που για τριάντα-τριάντα δύο λεπτά, είχε επιβάλλει το παιχνίδι της με το γρήγορο τέμπο την καλή κυκλοφορία της μπάλας και τις πολλές κατοχές. Μαζί και την ευστοχία της από τα 6.75μ, που την έφερναν διαρκώς μπροστά στο σκορ.
Εξαίρεση το 11-0 του Παναθηναϊκού στο δεύτερο δεκάλεπτο, που γρήγορα οι Βάσκοι ξεπέρασαν, χτυπώντας κυρίως τον Γκουντάιτις στα πικ εν ρολ και εκμεταλλευόμενοι την όχι τόσο σθεναρή αντίσταση της άμυνας του Παναθηναϊκού στην περιφέρεια.
Η Μπασκόνια είναι μια καλή ομάδα, έχει όμως και αδυναμίες. Ειδικά όταν οι παίκτες της παίζουν περισσότερο με το ένστικτο, παρά με το μυαλό στο κεφάλι τους. Ο σπουδαίος σκόρερ Μάρκους Χάουαρντ είναι τρομερός σουτέρ, αλλά πάνω στον ενθουσιασμό του προσπαθεί να τους νικήσει όλους. Δεν είναι εύκολο να τον μαρκάρεις, μπορείς όμως να τον βγάλεις εκτός ρυθμού, όπως έκανε ο Παναγιώτης Καλαϊτζάκης με την σπουδαία άμυνα του.
Ο Πιέρια Χένρι, επίσης, μοιάζει ευάλωτος στην πίεση. Μπερδεύεται και κάνει εύκολα το λάθος. Έξι συνολικά έγραψε η στατιστική του, τα περισσότερα όταν ο Παναθηναϊκός τον κυνηγούσε ανελέητα στο μισό γήπεδο.
Κι ο Ρόκας Γκεντράιτιτς που προσπάθησε να τελειώσει… μόνος του το ματς στο +8 της Μπασκόνια, κάνοντας το ένα σουτ πίσω από το άλλο. Με την μπάλα να βρίσκει το σίδερο, όλα τα άστοχα σουτ του Λιθουανού κατέληγαν σε αιφνιδιασμό του Παναθηναϊκού, που επιτέλους πατούσε -χωρίς να φοβάται- το γκάζι.