Η Γερμανία δεν φαίνεται να προβαίνει τελικά στην πώληση της γερμανικής κατασκευάστριας εταιρείας ημιαγωγών Elmos, που εδρεύει στο Ντόρτμουντ, στην ανταγωνίστρια εταιρεία Silex ενός πανίσχυρου κινεζικού ομίλου, για λόγους εθνικής ασφαλείας, αλλά και περιορισμού της εξάρτησης από τον κινεζικό παράγοντα.
Συγκεκριμένα, με βάση τα όσα αναφέρονται στον διεθνή Τύπο,το γερμανικό υπουργείο Οικονομίας θέλει να αποτρέψει την εξαγορά εργοστασίου της κατασκευάστριας ημιαγωγών Elmos σε εταιρεία που δείχνει να είναι σουηδική, αλλά ανήκει σε κινεζικά συμφέροντα. Αυτή η αγορά, όπως αναφέρεται στον Τύπο, «θα αποτελούσε απειλή για τη δημόσια τάξη και εθνική ασφάλεια». Πρόκειται για μια απόφαση, που φαίνεται να εγγράφεται στη συνολικότερη απόφαση των Γερμανών να μειώσουν από εδώ και πέρα την οικονομική τους εξάρτηση από το Πεκίνο.
Ωστόσο, η εταιρεία είχε ανακοινώσει ότι θα πουλήσει το εργοστάσιό της έναντι 85 εκατομμυρίων ευρώ στη σουηδική εταιρεία Silex Microsystems, που ανήκει στην ιδιοκτησία του κινεζικού ομίλου Sai MicroElectronics.
Αυτή η αναδίπλωση, όμως, θα πρέπει να απορριφθεί μετά από πρόταση του υπουργείου Οικονομίας προς το γερμανικό Υπουργικό Συμβούλιο.
Ουσιαστικά, πρόκειται για είναι ζήτημα που άπτεται της κατασκευής και της εκμετάλλευσης μικροηλεκτρονικών εξαρτημάτων. Η εξαγορά θεωρείται ότι θα αποτελούσε πηγή κινδύνου για την εθνική ασφάλεια και τη δημόσια τάξη της χώρας.
Στα τέλη Οκτωβρίου, είχε προκληθεί ενδοκυβερνητική διαμάχη με την προώθηση της πώλησης του 25% του λιμενικού τερματικού σταθμού του Αμβούργου στην κινεζική Cosco, αν και αποφασίστηκε εντέλει να αποτραπεί οποιαδήποτε επιρροή σε στρατηγικές αποφάσεις.
Η οικονομική εξάρτηση της Γερμανίας από την Κίνα, η οποία είναι ο μεγαλύτερος εμπορικός της εταίρος, αποτελεί το αντικείμενο επανεξέτασης και ευρύτερων δημοσίων συζητήσεων, λόγω του φόβου της δημιουργίας μεγαλύτερων γεωπολιτικών εντάσεων μεταξύ της Κίνας και της Δύσης.
Ο Γερμανός καγκελάριος Όλαφ Σολτς δεν σκοπεύει να γυρίσει την πλάτη του, στον ασιατικό γίγαντα, όπως φαίνεται από το πρόσφατο ταξίδι του στην Κίνα. Αποβλέπει όμως σε ισότιμες και αμοιβαίες οικονομικές σχέσεις, ιδίως στον τομέα των επενδύσεων.
Η νέα στρατηγική του Βερολίνου συνίσταται στο να μειώσει τις μονόπλευρες εξαρτήσεις, να γίνει πιο ανεξάρτητο, να αποτρέψει τη διαρροή βασικών τεχνολογιών και να προστατεύσει καθαρές υποδομές και παραγωγικές ικανότητες. Αυτό το κρίσιμο γεωπολιτικό και οικονομικό διακύβευμα επανήλθε με την εν λόγω κινεζική επένδυση, η οποία όμως τελικά φαίνεται ότι αποτρέπεται.