Κάνει και δικό του κομπόδεμα. Δεν το σπαταλά ολόκληρο. Ξέρει μέχρι ποια ώρα πρέπει να ξενυχτήσει. Ξέρει πόσο πρέπει να πιει. Δεν παρεκτρέπεται και στο τετραόροφο, που χτίζει κάπου στην Αργυρούπολη, μεριμνά για τον γιο του, την γυναίκα του μα και για τα δυο αδέλφια του, τα εκ γενετής ασθενή. Ένα κατάστημα για τα αδελφάκια του. Το ενοίκιο. Η εξασφάλιση του αξιοπρεπούς βιοπορισμού.
Τον προλάβαμε στα «Φτηνά Τσιγάρα» του Ρένου Χαραλαμπίδη, σε ρόλο παρατηρητή και καπνιστή, και με τον Τσάκωνα να αποκτά φίλο τον Άλκη Παναγιωτίδη, μια αδελφή που δηλώνει φιλόσοφος και που διδάσκει στον Τσάκωνα της ωριμότητας να είναι απέριττος, λιτός, δωρικός με το «θύμα» του, όπως αποκαλεί την Λίτσα ο Παναγιωτίδης. Την εξιδανικευμένη «Λίτσα» του Τσάκωνα.
Απολαυστική η ερμηνεία του πρωταγωνιστή, που όπως το καλό κρασί, δεν ξινίζει, αλλά ωριμάζει όταν φθάσει σε μια ηλικία. Τον προλαβαίνει όμως το εγκεφαλικό, τον φυλακίζει σπίτι η αστάθεια και μετά, οι χημειοθεραπείες. Έφυγε εν ειρήνη, έχοντας όμως προηγουμένως επιτύχει όλους τους στόχους του. Μα όλους.