Κόσμος

Η επιστροφή Νετανιάχου στην εξουσία και η Ελλάδα

Συγκεκριμένα, με βάση τα αποτελέσματα από την καταμέτρηση του 78% των ψηφοδελτίων, η δεξιά πολυκομματική συμμαχία υπό την ηγεσία του Νετανιάχου βρίσκεται ένα βήμα από την κυβερνητική εξουσία.

Κατ’ αντίθεση προς ό,τι διακινείτο τις τελευταίες ημέρες, που προέβλεπαν εκλογικό «ντέρμπι» ο Μπεντζαμίν Νετανιάχου επιστρέφει στην εξουσία, ανατρέποντας τον κεντρώο συνασπισμό του Γ. Λαπίντ.

Συγκεκριμένα, με βάση τα αποτελέσματα από την καταμέτρηση του 78% των ψηφοδελτίων, η δεξιά πολυκομματική συμμαχία υπό την ηγεσία του Νετανιάχου βρίσκεται ένα βήμα από την κυβερνητική εξουσία.

Στη δεύτερη θέση βρίσκεται ο κεντρώος – κεντροαριστερός συνασπισμός υπό τον σημερινό Πρωθυπουργό και πρώην δημοσιογράφο Γ. Λαπίντ, ο οποίος φαίνεται ότι πληρώνει το εκλογικό – πολιτικό τίμημα πολιτικών που από τους Ισραηλινούς κρίνονται ως ακραία φιλελεύθερες.

Η πιθανότατα επάνοδος στην εξουσία του Νετανιάχου ενδιαφέρει άμεσα και τη χώρα μας.

Ο Μπ. Νετανιάχου θα κινηθεί πιθανότατα επάνω στις ράγες των στενών οικονομικών σχέσεων με την Χώρα μας.

Από τα τέλη της δεκαετίας 2000 – 2010, οι σχέσεις ανάμεσα στην ελλάδα και το Ισραήλ διανύουν μια καλή περίοδο, διότι η Αθήνα και η Ιερουσαλήμ έχουν δημιουργήσει έναν νέο στρατηγικό συνεταιρισμό. Η έναρξη της συμμαχίας μεταξύ των δύο χωρών έλαβε επίσημη μορφή το 2008, με την ιστορική ανταλλαγή επισκέψεων των του Νετανιάχυ και του τότε Έλληνα Πρωθυπουργού.

Επίσης, το 2013, υπεγράφη, ύστερα από μία καθυστέρηση δεκαπέντε μηνών, μεταξύ της Κύπρου, της Ελλάδας και του Ισραήλ ένα τριμερές Μνημόνιο Κατανόησης για την ενεργειακή συνεργασία. Αν και αρκετά γενικό και αόριστο από άποψη περιεχομένου, καθώς δεν προσδιορίζει συγκεκριμένο τρόπο εξαγωγής φυσικού αερίου, η πολιτική του σημασία παραμένει μεγάλη, γιατί αποτυπώνει την κοινή επιθυμία εξαγωγής έστω και μέρους του ισραηλινού ή/και του κυπριακού φυσικού αερίου προς την Ευρώπη μέσω Ελλάδας.

Ακόμη, άσχημες πρέπει να θεωρούνται ότι είναι οι σχέσεις ανάμεσα στον Νετανιάχου και τον Τούρκο Πρόεδρο Ερντογάν. Οι κακές σχέσεις μεταξύ των δύο ανδρών οφείλονται κυρίως σε δύο παράγοντες. Ο πρώτος σχετίζεται με το γεγονός ότι ο Νετανιάχου έχει ως «σταθερά» στη γεωπολιτική σκέψη του, ότι τα γεωπολιτικά και διεθνοπολιτικά συμφέροντα της χώρας του δεν περνούν μέσα από έναν αναξιόπιστο συνομιλητή, όπως θεωρεί ότι είναι ο Ερντογάν, αλλά κυρίως μέσα από την Αθήνα και την Ευρώπη. Ο δεύτερος λόγος σχετίζεται με το ότι ο Τούρκος Πρόεδρος φέρεται να υποστήριξε «υπογείως» τους εσωτερικούς πολιτικούς αντιπάλους του Νετανιάχου.