Η Κίνα ήταν και είναι η δεύτερη πιο ισχυρή οικονομικά χώρα του πλανήτη, μετά τις Ηνωμένες Πολιτείες. Επιπλέον, μετά την επιτυχή ολοκλήρωση των εργασιών του 20ου Συνεδρίου του Κομμουνιστικού Κόμματος, την πλήρη εδραίωση του Σι Τζινπίνγκ στο πηδάλιο της χώρας και του ιστορικού ΚΚ και τα πρόσφατα ανοίγματα της Γερμανίας του Όλαφ Σολτς προς τους Κινέζους επενδυτές και την Cosco, η δημόσια εικόνα μιας οικονομικά ισχυρότατης χώρας φαίνεται αναντίρρητη, αν και ορισμένα στοιχεία δείχνουν ότι οι εξελίξεις κινούνται προς αποκλίνουσα κατεύθυνση.
Ας εξετασθούν ορισμένες παρατηρήσεις σε σχέση με την όντως ισχυρή οικονομία της «χώρας της ευγένειας και του σεβασμού».
Όλες οι κεντρικές τράπεζες αυξάνουν τα επιτόκιά τους, σε αντίθεση προς την Κίνα, η οποία είναι, το μόνο έθνος με μεγάλη οικονομία σε πλανητική κλίμακα, που τα μειώνει. Οι κινεζικές αρχές δεν μπορούν πλέον να κρύψουν το χάσμα που διευρύνεται ολοένα και περισσότερο με τις Ηνωμένες Πολιτείες και το οποίο είναι της τάξης των 8,3 δισεκατομμυρίων δολαρίων σήμερα έναντι 5,3 δισεκατομμυρίων πέρυσι, με βάση σχετικές εκτιμήσεις της Παγκόσμιας Τράπεζας.
Επίσης, η αδύναμη εθνική ανάπτυξη της Κίνας, αλλά κυρίως η αποδυνάμωση του εθνικού νομίσματος και η ουσιαστική ανατίμηση του δολαρίου είναι δυνατόν να προκαλέσουν ακόμη και ύφεση στην οικονομία της χώρας.
Ο Πρόεδρος Σι Τζινπίνγκ, εκλεγμένος για τρίτη συνεχόμενη φορά, δεν έπαψε ποτέ, με την παραμικρή ευκαιρία, να δηλώνει ότι η Ανατολή θα ξεπεράσει πολύ σύντομα μια παρακμάζουσα Δύση και να υποστηρίζει ότι η χώρα του βρισκόταν στο σημείο να ξεπεράσει τις Ηνωμένες Πολιτείες.
Η κυριαρχία του Κινέζου Προέδρου είναι ουσιαστικά καθολική, μετά την ηχηρή εκστρατεία του κατά της διαφθοράς, η οποία συνίστατο κυρίως στην εκκαθάριση των αντιπάλων του και όσων πολιτών αμφισβητούσαν τη διακυβέρνησή του.
Όμως, μετά από τριάντα χρόνια τεράστιας ανάπτυξης, μετά την κατασκευή εντυπωσιακών πόλεων εκπληκτικού γιγαντισμού και την κατασκευή τρένων υψηλής ταχύτητας, αυτό που καταγράφεται ως εξέλιξη, είναι ανησυχητικό, εκτός βέβαια από την προαναφερόμενη μείωση των επιτοκίων. Πρόκειται για την αμφισβητήσιμη απόφασή του να εγκαταλείψει την αγορά ακινήτων στην κατάρρευσή της, το κυνήγι μαγισσών που έχει εξαπολύσει ενάντια στους τεχνολογικούς γίγαντες της χώρας και την αρνητική τοποθέτησή του έναντι των πρωτοβουλιών που θέλουν να αναλάβουν οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις.
Η σοσιαλιστική οικονομία της αγοράς, αυτή η ιδιόμορφη έκφραση που συμπυκνώνει τον οικονομικό προσανατολισμό της Κίνας, γίνεται ολοένα και πιο «σοσιαλιστική», πιο κρατοκεντρική.