Μετά το πρόσφατο μνημόνιο συνεργασίας για την εξεύρεση και την εξόρυξη υδρογονανθράκων, δύο ακόμη συμφωνίες, στρατιωτικού χαρακτήρα αυτήν την φορά, συνήψαν η Τουρκία και ο Λίβανος στην Κωνσταντινούπολη. Σύμφωνα με τα διεθνή ειδησεογραφικά πρακτορεία αλλά και τις επίσημες ανακοινώσεις που ακολούθησαν, η πρώτη συμφωνία αφορά τη «βελτίωση των ικανοτήτων της πολεμικής αεροπορίας της Λιβύης χάρη στην τουρκική τεχνογνωσία στον τομέα αυτό», ενώ η δεύτερη συμφωνία περικλείει «αρκετές συμβάσεις εφαρμογής που σχετίζονται με τη συμφωνία ασφαλείας που υπογράφηκε το 2019» από την Άγκυρα και την πρώην κυβέρνηση της Τρίπολης. Αν και οι δύο αυτές συμφωνίες δεν αφορούν άμεσα την Χώρα μας, το ερώτημα που τίθεται, ανάμεσα στα άλλα, είναι με το γιατί η Τουρκία δείχνει αυτήν την ιδιαίτερη προτίμηση για την λιβανέζικη πλευρά.
Εδώ, τα πράγματα μόνον ως απλά δεν μπορούν να χαρακτηριστούν, γιατί αυτό που κυριαρχεί στην πολιτική σκηνή του Λιβάνου είναι η παρατεταμένη ρευστότητα. Άλλωστε, το μνημόνιο συνεργασίας, στις αρχές Οκτωβρίου, υπεγράφη βιαστικά στον Λίβανο, εγείροντας τις αντιδράσεις του λιβανέζικου κοινοβουλίου που το έκρινε παράνομο, ενώ και αυτές οι δύο συμφωνίες υπεγράφησαν, χωρίς όμως να έχουν τροφοδοτήσει αντιδράσεις, από τον Υπουργό Άμυνας της Τουρκίας Χουλουσί Ακάρ.
Την λιβανέζικη πλευρά εκπροσώπησε ο Πρωθυπουργός του Λιβάνου, Αμπντελχαμίντ Ντμπέïμπα, αν και η εκτελεστική λειτουργία κατανέμεται ανάμεσα στον Πρωθυπουργό και τον Πρόεδρο Μισέλ Αούν, ο οποίος θεωρείται ότι κινεί τα πολιτικά νήματα, ότι λαμβάνει τις σημαντικές πολιτικές αποφάσεις, σε μια χώρα, όμως, που μαστίζεται από σοβαρές, αλλεπάλληλες οικονομικές κρίσεις και η οποία περιμένει να οριστικοποιηθεί το πολιτικό status στις κορυφές του κράτους.
Το Κοινοβούλιο της χώρας απέτυχε στα τέλη Σεπτεμβρίου να εκλέξει νέο Πρόεδρο της Δημοκρατίας μετά από έναν πρώτο γύρο ψηφοφορίας, χωρίς να έχει βρεθεί ακόμη συναίνεση για την επιλογή του διαδόχου του απερχόμενου αρχηγού κράτους, Μισέλ Αούν, παρά την πρωτοφανή οικονομική κρίση.
Οι βαθιές διχόνοιες εντός της Συνέλευσης εγείρουν φόβους ότι ο Λίβανος θα μπορούσε να βρεθεί ξανά χωρίς Πρόεδρο για μήνες, μετά τη λήξη της θητείας του Μισέλ Αούν στα τέλη Οκτωβρίου, γεγονός που θα υπονόμευε ακόμη περισσότερο την εμπιστοσύνη των πιστωτών.
Η εκλογή του σημερινού Προέδρου έγινε το 2016 και πραγματοποιήθηκε μετά από σχεδόν τριάντα μήνες προεδρικής «χηρείας». Είναι ενδεικτικό του πολιτικού χάους, το οποίο επικρατεί στον Λίβανο, ότι οι βουλευτές προσπάθησαν – εις μάτην – σαράντα πέντε φορές, μέχρι να καταλήξουν σε συναίνεση για έναν υποψήφιο.
Το φαινόμενο χρονολογείται από πολύ παλιά, αλλά, από το 2019, ο Λίβανος έχει βυθιστεί σε μια βαθιά οικονομική κρίση, με μεγάλο μέρος του πληθυσμού να κατηγορεί την άρχουσα πολιτική ελίτ για κακοδιαχείριση και εκτεταμένη διαφθορά.
Κυρίως, όμως, ο Λίβανος βιώνει μια από τις χειρότερες οικονομικές κρίσεις στον κόσμο από τα μέσα του προπερασμένου αιώνα, μια κρίση που συνοδεύεται από ιλιγγιώδη άνοδο των τιμών, «βουτιά» του εθνικού νομίσματος και σοβαρές ελλείψεις σε αγαθά πρώτης ανάγκης.
Σύμφωνα με στοιχεία του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών, τέσσερις στους πέντε Λιβανέζους ζουν τώρα κάτω από το όριο της φτώχειας, σε μια κατάσταση άνευ προηγουμένου φτωχοποίησης.
Οι αποφάσεις που λαμβάνουν οι πολιτικές αρχές, δεν χαίρουν προφανώς πολιτικής νομιμοποίησης, δεν τυγχάνουν νωπής λαϊκής αποδοχής. Ο θεσμικός τραγέλαφος του μνημονίου συνεργασίας ανάμεσα στην Λιβύη και την Τουρκία είναι πολύ πρόσφατος, όταν η ίδια η νομοθετική εξουσία της χώρας κατήγγειλε το μνημόνιο ως αντίθετο προ το Σύνταγμα και την υφιστάμενη νομοθεσία.
Για την Τουρκία όμως, αυτά είναι «ψιλά γράμματα», που δεν την εμποδίζουν να συνάπτει συμφωνίες.