Στην πρώτη του ομιλία προέβη ο Ρίσι Σούνακ, ως Πρόεδρος των Συντηρητικών και Πρωθυπουργός του Ηνωμένου Βασιλείου, με σαφείς διακηρυκτικούς στόχους αλλά με ασάφειες και απροσδιοριστίες, ιδίως σε σχέση με την προκάτοχό του Λιζ Τρας.
Ο Σούνακ έχει υπηρετήσει και έχει διακριθεί ως Υπουργός Οικονομικών, με υψηλό δείκτη εργατικότητας και αποτελεσματικότητας.
Συνεπώς, γνωρίζει άριστα ότι η οικονομία είναι, πριν και πάνω από όλα, εμπιστοσύνη, η οποία δεν προσφέρεται σε κάποιον ως δώρο, αλλά κατακτιέται σταδιακά και, σε ορισμένες περιπτώσεις, επώδυνα.
Προτεραιότητα της κυβέρνησής του είναι, λοιπόν, η αποκατάσταση της αποκατάστασης της οικονομικής σταθερότητας και της εμπιστοσύνης. Αυτό σημαίνει λήψη «δύσκολων αποφάσεων», αν δεν θέλουν οι Βρετανοί, όπως ο ίδιος τόνισε, να αφήσουν στα παιδιά τους ένα δημόσιο χρέος που δεν θα μπορούν να πληρώσουν.
Απώτεροι, στρατηγικοί στόχοι είναι ένα ισχυρότερο εθνικό σύστημα υγείας, καλύτερα σχολεία, ασφαλέστερα οδικά δίκτυα, οικονομική υποστήριξη των Ενόπλων Δυνάμεων και ουσιαστικότερη προστασία του περιβάλλοντος.
Κι αν κάποιος μπορεί, κατά τη γνώμη μας δικαιολογημένα, με τον κεφαλαιώδη ρόλο της εμπιστοσύνης στο οικονομικό γίγνεσθαι και με τη λήψη δύσκολων αποφάσεων, δεν μπορεί να πει το ίδιο για τους τρόπους που θα καταφέρει, μέχρι την επόμενη εκλογική αναμέτρηση, να διασφαλίσει τους πόρους για να χρηματοδοτήσει όλους τους στρατηγικούς στόχους.
Στο σημείο αυτό, ο Ρίσι Σούνακ εξέπληξε δυσάρεστα, θυμίζοντας όσους αναλυτές και δημοσιογράφους υποστήριξαν ότι η Τρας αναγκάστηκε σε παραίτηση επειδή τρομοκράτησε τις αγορές με τις «νεοφιλελεύθερες» πολιτικές που εξήγγειλε περί φορομειώσεων υπέρ του κεφαλαίου και των πλουσίων.
Υπενθυμίζουμε ότι οι αγορές, την εμπιστοσύνη των οποίων ορθά θέλει να αποκαταστήσει ο Ρίσι Σούνακ, δεν τρόμαξαν από τις εξαγγελθείσες φοροαπαλλαγές, αλλά από το γεγονός ότι, ενώ αυτές θα οδηγούσαν χαμηλότερα τα έσοδα, δεν συνοδεύονταν από αντίστοιχες η μεγαλύτερες μειώσεις δαπανών.
Έτσι, λοιπόν, αντιλήφθηκαν ότι η διατήρηση ανέπαφων των δαπανών σε περιβάλλον χαμηλότερων εσόδων συνεπάγεται μεγάλη διεύρυνση των ελλειμμάτων του προϋπολογισμού και δημοσιονομική ανισορροπία.
Κατά προέκταση, το αξιόχρεο και η πιστοληπτική αξιολόγηση της Χώρας κινδυνεύουν να υποβαθμιστούν σοβαρά. Λογική εξέλιξη η αύξηση του ρίσκου των υποψηφίων δανειστών και, συνακόλουθα, των ασφαλίστρων κινδύνου, δηλαδή των επιτοκίων. Οι αγορές ενδιαφέρονται και αξιολογούν τη δημοσιονομική υγεία των οικονομιών και τη δυνατότητα τους να εξυπηρετούν και να αποπληρώνουν τα χρέη τους.
Οι συγχύσεις αυτές ελπίζεται βάσιμα, ωστόσο, να οφείλονται στο συναισθηματικά φορτισμένο τόνο της ημέρας, που ευνοούν λεκτικές υπερβολές.