Ο Γερμανός καγκελάριος Όλαφ Σολτς και πρώην δήμαρχος του Αμβούργου, γίνεται στόχος μιας ολοένα και πιο έντονης κριτικής ακόμη και εντός του κυβερνητικού συνασπισμού της Γερμανίας για ένα σχέδιο μερικής πώλησης του λιμανιού του Αμβούργου στον κινεζικό όμιλο Cosco. Ο Σολτς τονίζει ότι «η Γερμανία δεν πρέπει να απαλλαγεί από ορισμένες χώρες», εννοώντας πρωτίστως την Κίνα, τη στιγμή που στις Βρυξέλλες οι 27 της ΕΕ προσπαθούν να βρουν κοινά αποδεκτή ενεργειακή λύση.
Οι αποκαλύψεις των καναλιών NDR και WDR για τη στήριξη του Γερμανού καγκελαρίου και πρώην δημάρχου του Αμβούργου Όλαφ Σολτς για τη μερική πώληση του λιμανιού του Αμβούργου στον κινεζικό όμιλο Cosco φέρνουν σε δύσκολη θέση τον Καγκελάριο. Το Αμβούργο είναι το πρώτο εμπορικό λιμάνι στη Γερμανία και το τρίτο στην Ευρώπη πίσω από το Ρότερνταμ (Ολλανδία) και την Αμβέρσα (Βέλγιο).
Σύμφωνα με αυτά τα μέσα ενημέρωσης, η Καγκελαρία σκοπεύει να εγκρίνει τη μεταφορά, παρά τις συμβουλές έξι ομοσπονδιακών υπουργείων. Πρόκειται για τα Υπουργεία Οικονομίας, Εσωτερικών, Άμυνας, Οικονομικών, Μεταφορών και Εξωτερικών.
Πρόκειται, πιο αναλυτικά, για την οριστικοποίηση της συμφωνίας που έγινε πριν από ένα χρόνο μεταξύ του φορέα εκμετάλλευσης του λιμένα του Αμβούργου (HHLA) και της πλοιοκτήτριας κινεζικής εταιρείας Cosco σχετικά με το μερίδιο 35% στη λειτουργία του τερματικού σταθμού εμπορευματοκιβωτίων Tollerort (CTT). Εάν η κυβέρνηση δεν αντιταχθεί σε αυτήν την επιχείρηση έως τα τέλη Οκτωβρίου, η απόφαση θα εγκριθεί.
Αυτή η διαφοροποίηση των οικονομικών εταίρων της Γερμανίας έρχεται να λάβει χώρα τη στιγμή που στις Βρυξέλλες η Ευρωπαϊκή Ένωση προσπαθεί εναγωνίως να βρει λύσεις στο σοβαρό ενεργειακό πρόβλημα που απασχολεί τις 27 χώρες μέλη της Ένωσης. Η Κομισιόν εισηγείται τη μία δέσμη μέτρων μετά την άλλη. Και κάθε συναινετικό μέτρο προσκρούει στην άρνηση του Βερολίνου, το οποίο επιμένει στον εθνικό δρόμο που ακολουθεί.
Πριν από μια εβδομάδα, ο Όλαφ Σολτς άφησε ανοιχτό το παράθυρο της συνεργασίας. Σε ομιλία του προς την Ένωση Γερμανών Βιομηχάνων, τόνισε ότι είναι αδύνατη η υπέρβαση της εθνικής ενεργειακής – οικονομικής κρίσης σε στενά εθνικά πλαίσια. Ουσιαστικά, προετοίμαζε το κλίμα για ενδεχόμενες συνεργασίες, όχι με τους Ευρωπαίους εταίρους, αλλά με την Κίνα, η οποία διατηρεί οικονομικές και ενεργειακές σχέσεις με το Κρεμλίνο του δικτάτορα Πούτιν.
Από την άποψη αυτή, ο Γερμανός Καγκελάριος δεν πρωτοτυπεί, αλλά ακολουθεί το παράδειγμα του ενεργειακού και οικονομικού πλουραλισμού που εισηγούνται και εφαρμόζουν στην πράξη προκάτοχοί του. Για παράδειγμα, ο σοσιαλδημοκράτης «σύντροφος» του νυν Καγκελαρίου, Γκ. Σρέντερ, προσφέρει τις υπηρεσίες του και την τεχνογνωσία του στη Ρωσική Ομοσπονδία.