Δεν υπάρχει ιστορικό προηγούμενο σε αυτό το πολιτικό θρίλερ, που εξελίσσεται στη Μεγάλη Βρετανία, με την πανταχόθεν προαναγγελλόμενη παραίτηση της Λιζ Τρας από την αρχηγία των Συντηρητικών και της Πρωθυπουργίας.
Και δεν υπάρχει ιστορικό προηγούμενο, διότι μόλις έξι εβδομάδες διήρκεσε η πρωθυπουργική της θητεία, μετά τη θεαματική πολιτική επικράτηση του εσωκομματικού της αντιπάλου, Ρ. Σούνακ.
Δεν ενδιαφέρει εδώ να υπεισέλθουμε στην ονοματολογία, αν και τα πρόσωπα παίζουν πάντοτε τον δικό τους ρόλο στα πολιτικά πράγματα και με αυτά έχει κανείς το χρόνο να ασχοληθεί.
Με βάση τις δημοσκοπήσεις που διεξήχθησαν μέχρι και τον Ιανουάριο του 2022, οι Τόρηδες προπορεύονταν, διατηρώντας μια απόσταση ασφαλείας από το σταθερά δεύτερο σε προτιμήσεις κόμμα των Εργατικών.
Μάλιστα, καθ’ όλη τη διάρκεια της προηγούμενης δεκαετίας, η πολιτική δημοφιλία των Τόρηδων ήταν αναμφισβήτητη, έως τα τέλη του προηγουμένου έτους και τις αρχές αυτής της χρονιάς.
Πλέον, όμως, καταγράφεται μια δημσκοπική κατάρρευση, την οποία ο αναλυτής αδυνατεί να εντοπίσει σε προγενέστερες πολιτικές συγκυρίες και σε ολόκληρες πολιτικές περιόδους της βρετανικής πολιτικής ζωής.
Το ερώτημα, το οποίο εύλογα προκύπτει, είναι σε ποιους λόγους πρέπει να αποδώσουμε τη θεαματική κάμψη των Συντηρητικών και η απάντηση δεν μπορεί να είναι μονοσήμαντη. Όσο αλλόκοτη και αν θεωρηθεί η συμπεριφορά της Τρας, που δεν ήταν τόσο αλλόκοτη, όσο περίεργη και αν ήταν ο μίνι οικονομικός προϋπολογισμός, που αρχικά εισηγήθηκε και στη συνέχεια ανακάλεσε, όσο και ήταν ασύμφωνος και αν ήταν ο χαρακτήρας της με τον νέο βασιλιά Κάρολο Β’, που δεν ήταν τόσο ασύμφωνος και επιπλέον ο Κάρολος δεν αναμειγνύεται στη λήψη των κυβερνητικών αποφάσεων, δεν αρκεί για να αιτιολογήσει την πτώση της νεοεκλεγμένης Λιζ Τρας, μετά από μόλις επτά μήνες ανάδειξής της στην αρχηγία των Συντηρητικών και την προεδρία της Κυβέρνησης.
Ο παράγοντας Τρας δεν αρκεί για να ερμηνεύσει επαρκώς την πτώση Τρας.
Οι Εργατικοί του Στάρμερ
Βέβαια, είναι αναμφίβολο ότι οι οικονομικές της επιλογές επιβάρυναν τα δημόσια οικονομικά της χώρας και επιδείνωσαν την πορεία του εθνικού νομίσματος.
Ωστόσο, υπάρχει ένα στοιχείο που θα μπορούσε να ληφθεί υπ’ όψιν. Πρόκειται για τον έτερο πόλο του δικομματικού συστήματος, τους Εργατικούς.
Στην ηγεσία των Εργατικών, βρίσκεται πλέον ο Κιρ Στάρμερ, ο οποίος βλέπει το κόμμα του να προηγείται εκλογικά του ιστορικού του αντιπάλου με είκοσι ποσοστιαίες μονάδες. Ο Στάρμερ αντικαθιστά τον Κορμπιν, ο οποίος είχε την τάση να διολισθαίνει σε ακραία αριστερά σχήματα, που απωθούσαν τα μεσοστρώματα και, ευρύτερα, αυτό που είθισται πια να αποκαλείται «μεσαίες τάξεις».
Σε επίπεδο πολιτικής ρητορείας, ο Στάρμερ αρθρώνει έναν στρογγυλεμένο πολιτικό λόγο, πειστικό και διεισδυτικό στα προαναφερόμενα κοινωνικά στρώματα, που είθισται να αποτελούν την κύρια εκλογική βάση του αιωνίου αντιπάλου, των Συντηρητικών.
Οι καταβολές του εντοπίζονται στη μετριοπαθή πτέρυγα των Εργατικών, ξεδιπλώνει μια σοσιαλφιλελεύθερη προγραμματική ατζέντα και υψώνει τους τόνους της πολιτικής αντιπαράθεσης όταν διαβλέπει ότι ο πολιτικός του αντίπαλος δεν είναι «κάτω», αλλά αρχίζει, ξεκινά μια καθδική πορεία, στην οποία δίνει μια περαιτέρω ώθηση.
Η αναφορά στους Εργατικούς είναι αναγκαία, δείχνουμε μια τάση να την υποτιμούμε και, σίγουρα, θα μας φανεί χρήσιμη, προκειμένου να συγκρίνουμε την νέα ηγεσία των Τόρηδων, μετά την εικαζόμενη πτώση της Λιζ Τρας.