Παρά τις συνεχείς προσπάθειες αλλά και τις επιτυχημένες ενέργειες των Αρχών επιβολής του νόμου για την κατάργηση πλατφορμών που επικεντρώνονται στη σεξουαλική κακοποίηση παιδιών, οι ομάδες που διευκολύνουν την ανταλλαγή υλικού στο Dark Web συνεχίζουν να πολλαπλασιάζονται και αποτελούν επίμονη απειλή.
Λόγω του διεθνοποιημένου χαρακτήρα του κυβερνοεγκλήματος η δραστική αντιμετώπισή του προϋποθέτει την ύπαρξη ενός ειδικού πλαισίου και κοινής αντεγκληματικής πολιτικής, όπως μεταξύ άλλων θα πει μιλώντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο διευθυντής της Διεύθυνσης Δίωξης Ηλεκτρονικού Εγκλήματος (ΔΔΗΕ), Βασίλης Παπακώστας. Ο ίδιος κρίνει επίσης σημαντική τη θέσπιση ενιαίας ευρωπαϊκής εισαγγελικής Αρχής κυβερνοεγκλήματος και τον ορισμό εξειδικευμένων εισαγγελέων Ηλεκτρονικού Εγκλήματος στο εσωτερικό κάθε χώρας, προς όφελος της αμεσότερης και ταχύτερης διερεύνησης και απονομής της Δικαιοσύνης. Ως επίσης και τη θέσπιση νομοθετικών διατάξεων για κυβερνοεγκλήματα, «επικεντρωμένες στον τρόπο δράσης των εγκληματιών και όχι στις μορφές και τις διαρκώς εξελισσόμενες και νεοεμφανιζόμενες τεχνολογίες».
Στην Ελλάδα
Η Διεύθυνση Δίωξης Ηλεκτρονικού Εγκλήματος του Αρχηγείου της Ελληνικής Αστυνομίας, μέσω του Τμήματος Διαδικτυακής Προστασίας Ανηλίκων και Ψηφιακής Διερεύνησης, συμμετέχει σε διεθνείς εκπαιδεύσεις για τεχνολογίες αιχμής, κλειστά forum αποκλειστικά για αρχές επιβολής νόμου και διεθνείς επιχειρήσεις αναφορικά με σεξουαλική εκμετάλλευση και πορνογραφία ανηλίκων μέσω διαδικτύου.Παράλληλα, διαθέτει ψηφιακά εργαλεία άμεσου εντοπισμού αντίστοιχου υλικού και συνεργάζεται με εισαγγελικές και διωκτικές Αρχές σε όλο τον κόσμο, ανταλλάσσει πληροφορίες μέσω διεθνών καναλιών αναφορικά με το κυβερνοέγκλημα, ενώ ενημερώνεται άμεσα για οποιαδήποτε νέα τάση και πρόκληση.
Διεθνείς συνεργασίες
Στη Γαλλία, η οποία με περίπου 11.000 ηλεκτρονικές διευθύνσεις παιδοπορνογραφικού χαρακτήρα έρχεται τρίτη παγκοσμίως, η αστυνομία ανησυχεί για την αύξηση το τελευταίο διάστημα της επί παραγγελία παιδικής πορνογραφίας ή ακόμη χειρότερα των επί παραγγελία βιασμών ανηλίκων. Έχουν εντοπιστεί ηλεκτρονικές σελίδες οι οποίες αναμεταδίδουν απ’ ευθείας βιασμούς ανηλίκων κοριτσιών και αγοριών. Σημαντικό ρόλο στην πάταξη της «ηλεκτρονικής παιδεραστίας» διαδραματίζει η ιστοσελίδα Pharos του υπουργείου Εσωτερικών, μέσω της οποίας οι πολίτες μπορούν να ενημερώνουν τις αρμόδιες δικαστικές και αστυνομικές αρχές όταν εντοπίζουν στο διαδίκτυο ύποπτο ή παράνομο περιεχόμενο. Μια από τις μεθόδους που χρησιμοποιούν οι αστυνομικές αρχές για την πάταξη της ηλεκτρονικής παιδεραστίας ή παιδοφιλίας (pédophilie είναι ο όρος που χρησιμοποιούν οι Γάλλοι), είναι η δημιουργία ψεύτικων προφίλ ανηλίκων κοριτσιών στο Facebook, μέσω των οποίων συχνά παγιδεύουν τους εγκληματίες. Τα τελευταία χρόνια ωστόσο έχει εκτιναχτεί και ο αριθμός των ιδιωτών-“κυνηγοί κεφαλών” που καταφεύγουν σε αυτού του είδους τις παγιδεύσεις.
Στη Βρετανία το Ίδρυμα Παρακολούθησης Διαδικτύου (IWF) διαδραματίζει πρωταγωνιστικό ρόλο στον έλεγχο και στην εξάλειψη της σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών στο διαδίκτυο. Είναι χαρακτηριστικό πως από την ίδρυσή του το 1996 μέχρι και σήμερα, οι συνεργάτες του έχουν εξετάσει μια προς μια σχεδόν 2 εκατ. αναφορές. Από αυτές οι μισές τουλάχιστον ήταν εικόνες σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών. Όπως όμως σημειώνει το Ινστιτούτο στην ετήσια έκθεση, το «2021 διερεύνησε περισσότερες αναφορές ύποπτης σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών από ό,τι τα πρώτα 15χρόνια της ύπαρξής του». Από την άλλη, η Εθνική Υπηρεσία για την καταπολέμηση του Εγκλήματος (NCA) σε έκθεσή της υπογραμμίζει συμπερασματικά ότι «παρά τις σημαντικές επιχειρησιακές και πολιτικές πρωτοβουλίες, η απειλή της σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών συνεχίζει να αυξάνεται, γεγονός που οφείλεται και στην αυξανόμενη διαδικτυακή δραστηριότητα». Εδώ και καιρό στη Βρετανία έχει ξεκινήσει μια έντονη συζήτηση για την αλλαγή του νομοθετικού πλαισίου. Έτσι, ήδη, συζητείται στο Βρετανικό κοινοβούλιο ένα νέο νομοσχέδιο που αφορά την ασφάλεια του διαδικτύου. Αν τελικά γίνει νόμος του κράτους εκτός των άλλων θα απαιτηθεί από τις εταιρείες τεχνολογίας να προστατεύουν τους χρήστες τους από παράνομο περιεχόμενο όπως είναι οι φωτογραφίες κακοποίησης ανηλίκων.
Ελλάδα: Τι λέει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο διευθυντής της Διεύθυνσης Δίωξης Ηλεκτρονικού Εγκλήματος (ΔΔΗΕ), Βασίλης Παπακώστας
Η εφιαλτική υπόθεση βιασμού και εκπόρνευσης της 12χρονης, στα Σεπόλια, με περισσότερους από 200 παιδεραστές παράλληλα να εκδηλώνουν ενδιαφέρον μέσω διαδικτύου, σύμφωνα με την ΕΛΑΣ, για να συνευρεθούν με το κορίτσι, σε συνδυασμό με τα αλλεπάλληλα περιστατικά σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών, δείχνουν τις ανησυχητικές διαστάσεις που έχουν λάβει η παιδεραστία, αλλά και το σεξ τράφικινγκ ανηλίκων.
«Οι δράστες εκμεταλλεύονται τα τρωτά σημεία για να έρθουν σε επαφή και να κερδίσουν την εμπιστοσύνη των ανηλίκων στο διαδίκτυο, προτού προχωρήσουν στην κακοποίηση», τονίζει στο Αθηναϊκό – Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων ο διευθυντής της Διεύθυνσης Δίωξης Ηλεκτρονικού Εγκλήματος (ΔΔΗΕ), Βασίλης Παπακώστας. «Με πλαστές ταυτότητες συχνά αποκτούν υλικό που δημιουργείται από τους ίδιους, μέσω χειραγώγησης ή εκβιασμού», σημειώνει και προσθέτει: «Τα δίκτυα κοινής χρήσης αρχείων peer-to-peer (P2P) παραμένουν ένα σημαντικό κανάλι για την κοινή χρήση υλικού στο οποίο εικονίζονται ανήλικοι από χρήστη σε χρήστη ή μέσα σε μικρές ομάδες. Οι κακόβουλοι χρήστες εκμεταλλεύονται τεχνολογίες κρυπτογράφησης συνομιλιών και αρχείων, όπως και απόκρυψης των ψηφιακών ιχνών τους και των στοιχείων τους».
Η Διεύθυνση Δίωξης Ηλεκτρονικού Εγκλήματος του Αρχηγείου της Ελληνικής Αστυνομίας, μέσω του Τμήματος Διαδικτυακής Προστασίας Ανηλίκων και Ψηφιακής Διερεύνησης, συμμετέχει σε διεθνείς εκπαιδεύσεις για τεχνολογίες αιχμής, κλειστά forum αποκλειστικά για αρχές επιβολής νόμου και διεθνείς επιχειρήσεις αναφορικά με σεξουαλική εκμετάλλευση και πορνογραφία ανηλίκων μέσω διαδικτύου. Παράλληλα, διαθέτει ψηφιακά εργαλεία άμεσου εντοπισμού αντίστοιχου υλικού και συνεργάζεται με εισαγγελικές και διωκτικές Αρχές σε όλο τον κόσμο, ανταλλάσσει πληροφορίες μέσω διεθνών καναλιών αναφορικά με το κυβερνοέγκλημα, ενώ ενημερώνεται άμεσα για οποιαδήποτε νέα τάση και πρόκληση.
«Σημαντικό εργαλείο», επισημαίνει ο κ.Παπακώστας, «αποτελεί και η δυνατότητα απενεργοποίησης (takedown) ιστοσελίδων στην Ελλάδα που προβλέπεται περιοριστικά σε πέντε περιπτώσεις και στη φραγή ιστοσελίδων με υλικό πορνογραφίας ανηλίκων, κατόπιν διάταξης του αρμόδιου εισαγγελέα σε συνεργασία με τις εταιρείες παροχής υπηρεσιών διαδικτύου (ISPs), κατ’ εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 18 του Ν. 4267/2014 “Καταπολέμηση της σεξουαλικής κακοποίησης και εκμετάλλευσης παιδιών και της παιδικής πορνογραφίας”. Για την ολιστική αντιμετώπιση αυτών των περιστατικών η Υπηρεσία μας στελεχώνεται από αξιωματικούς γενικών και ειδικών καθηκόντων με εξειδίκευση στην επιστήμη της πληροφορικής, της νομικής, των οικονομικών αλλά και εξειδικευμένο ψυχολόγο, οι οποίοι είναι διαθέσιμοι καθημερινά, όλο το 24ωρο, για την άμεση υποστήριξη των εμπλεκομένων σε κάθε υπόθεση».
Πάντως, όπως διευκρινίζει ο διευθυντής της ΔΔΗΕ, παρά τις επιτυχημένες ενέργειες Αρχών επιβολής του νόμου για την κατάργηση πλατφορμών που επικεντρώνονται στη σεξουαλική κακοποίηση παιδιών, οι ομάδες που διευκολύνουν την ανταλλαγή υλικού στο Dark Web συνεχίζουν να πολλαπλασιάζονται και αποτελούν επίμονη απειλή. Οι παραβάτες συχνά μοιράζονται παράνομο περιεχόμενο σε αυτές τις ομάδες μέσω απευθείας συνδέσμων με κεντρικούς υπολογιστές εικόνας στο Clearnet και στο Dark Web. Τα φόρουμ είναι καλά δομημένα και οι χρήστες οργανώνονται ιεραρχικά ανάλογα με τους ρόλους τους.
Τι μπορεί, όμως, να γίνει για τη δραστική αντιμετώπιση της παιδεραστίας και του σεξ τράφικινγκ ανηλίκων μέσω διαδικτύου;
«Η αντιμετώπιση των κυβερνοεγκλημάτων από τις διωκτικές Αρχές και τα νομικά ζητήματα που σχετίζονται με εγκλήματα του κυβερνοχώρου, προϋποθέτουν την ύπαρξη ειδικού νομικού πλαισίου και κοινής αντεγκληματικής πολιτικής, λόγω του διεθνοποιημένου χαρακτήρα του κυβερνοεγκλήματος», υπογραμμίζει ο κ.Παπακώστας. «Απαραίτητη είναι η θέσπιση νέων αντικειμενικών υποστάσεων εγκλημάτων, που να θέτουν κανόνες και όρια στη συμπεριφορά των παρόχων διαδικτυακών υπηρεσιών και φιλοξενίας ιστοχώρων, αλλά και των χρηστών, λαμβάνοντας σε κάθε περίπτωση υπόψη τις ισχύουσες συνταγματικές Αρχές και παράλληλα διαφυλάσσοντας και προστατεύοντας την ελευθερία του λόγου και τα προσωπικά δεδομένα. Σημαντική κρίνεται η θέσπιση ενιαίας ευρωπαϊκής εισαγγελικής Αρχής κυβερνοεγκλήματος και να οριστούν εξειδικευμένοι εισαγγελείς Ηλεκτρονικού Εγκλήματος στο εσωτερικό κάθε χώρας, προς όφελος της αμεσότερης και ταχύτερης διερεύνησης και απονομής της Δικαιοσύνης. Η εναρμόνιση των νόμων είναι απαραίτητη σε ένα παγκοσμιοποιημένο ψηφιακό περιβάλλον. Τα κράτη καλούνται να ενισχύσουν τις ουσιαστικές και αποδοτικές διόδους επικοινωνίας και αναφοράς του σοβαρού και οργανωμένου διαδικτυακού εγκλήματος».
Επιπλέον, όπως σημειώνει ο επικεφαλής της ΔΔΗΕ, «σημαντική κρίνεται η θέσπιση νομοθετικών διατάξεων για κυβερνοεγκλήματα, επικεντρωμένες στον τρόπο δράσης των εγκληματιών και όχι στις μορφές και τις διαρκώς εξελισσόμενες και νεοεμφανιζόμενες τεχνολογίες, όπως για παράδειγμα κρυπτονομίσματα, αποθήκευση cloud και άλλα. Παράλληλα, σημαντικά είναι είναι και τα στοχευμένα και εξειδικευμένα εκπαιδευτικά προγράμματα κατάρτισης των συμμετεχόντων στις διαδικασίες ποινικής διερεύνησης κυβερνοεγκλημάτων – εισαγγελικές, δικαστικές και αστυνομικές Αρχές – στη διαρκώς μεταβαλλόμενη τεχνολογία που χρησιμοποιούν οι δράστες, καθώς και η τυποποίηση περαιτέρω διαδικασιών συνεργασίας».
Καίριος είναι και ο ρόλος του διεθνούς δικαίου, αλλά και του εσωτερικού κάθε χώρας, σύμφωνα με τον κ.Παπακώστα. «Φυσικά, η εξέλιξη του διαδικτύου και η παγκοσμιοποιημένη μορφή του», αναφέρει, «δεν μπορούν να αφήσουν ανεπηρέαστο το διεθνές αλλά και το εσωτερικό δίκαιο κάθε χώρας. Οι συντάκτες του πρέπει να αντιμετωπίζουν κάθε νέα πρόκληση της τεχνολογίας ισορροπώντας αφενός μεταξύ των κανόνων δικαίου και της οριοθέτησης της συμπεριφοράς των διαδικτυακών χρηστών και αφετέρου με την προστασία των ατομικών ελευθεριών και δικαιωμάτων τους, όπως η ελεύθερη έκφραση και διακίνηση των ιδεών».