Την 28η Οκτωβρίου λήγει η προθεσμία τριών εβδομάδων που έδωσε το χρηματιστήριο μετάλλων του Λονδίνου στα μέλη του και τους συναλλασσόμενους για να εκφράσουν τις απόψεις τους σχετικά με το ενδεχόμενο απαγόρευσης στη διαπραγμάτευση και αποθήκευση βιομηχανικών μετάλλων από την Ρωσία και τις Ρωσικές επιχειρήσεις.
Σύμφωνα με ρεπορτάζ του Reuters και του Σπύρου Αλεξόπουλου από την 7η Οκτωβρίου, η διοίκηση του LME έστειλε μία επιστολή στην οποία περιγράφει τρία πιθανά σενάρια και ζητά από τα μέλη του και τους συναλλασσόμενους την άποψή τους σχετικά με αυτά:
Το πρώτο προβλέπει την αναστολή διαπραγμάτευσης και αποθήκευσης μετάλλων από την Ρωσία. Αυτό σημαίνει πως οι ρωσικές εταιρείες δεν θα μπορούν να πουλήσουν την παραγωγή τους μέσω του χρηματιστηρίου LME και πως δεν θα μπορούν και να στέλνουν ποσότητες μετάλλων προς αποθήκευση στις αποθήκες του LME ανά τον κόσμο. Το χρηματιστήριο διευκρινίζει πάντως πως στην περίπτωση που επιλεγεί αυτό το σενάριο, δεν θα έχει αναδρομική ισχύ για τις ποσότητες μετάλλων που βρίσκονται ήδη αποθηκευμένες στις εγκαταστάσεις του.
Το δεύτερο προβλέπει τη διατήρηση της υφιστάμενης κατάστασης, όπου σε γενικές γραμμές τα ρωσικά μέταλλα μπορούν να διαπραγματεύονται ελεύθερα και να αποθηκεύονται χωρίς πρόβλημα. Μία εξαίρεση αποτελεί η απαγόρευση αποθήκευσης ρωσικού χαλκού, νικελίου, μολύβδου, καθαρού αλουμινίου και κραμάτων αλουμινίου στις αποθήκες του LME που βρίσκονται στο έδαφος του Ηνωμένου Βασιλείου (το LME έχει αποθηκευτικούς χώρους σε όλο τον κόσμο). Αυτό στην ουσία δεν σημαίνει πολλά πράγματα γιατί σε αυτές τις αποθήκες δεν υπάρχουν καθόλου χαλκός, μόλυβδος και αλουμίνιο παρά μόνο 200 περίπου τόνοι νικελίου, σημαντικά μειωμένοι από τους 1.416 τόνους που βρίσκονταν εκεί τον Απρίλιο.
Το τρίτο προβλέπει τον περιορισμό των ποσοτήτων ρωσικών μετάλλων που θα μπορούν να αποθηκεύονται στους αποθηκευτικούς χώρους του LME ανά τον κόσμο. Πιο συγκεκριμένα, αυτό σημαίνει πως μόλις τα ρωσικά μέταλλα μέσα στις αποθήκες θα περνούν ένα συγκεκριμένο προκαθορισμένο ύψος, το χρηματιστήριο θα απαγορεύει τις περαιτέρω παραδόσεις.
Η διοίκηση του LME, το οποίο πρέπει να υπενθυμίσουμε πως ανήκει εδώ και χρόνια στο χρηματιστήριο του Χονγκ Κονγκ, δεν εξέφρασε προτίμηση για κάποια από τις τρεις προτάσεις προς διαβούλευση. Απλώς δήλωσε πως στην περίπτωση που ληφθούν κάποια μέτρα θα προκληθεί βραχυπρόθεσμη αναταραχή στις αγορές των μετάλλων που διαπραγματεύονται αλλά η κατάσταση θα γίνει πιο ξεκάθαρη, ενώ στην περίπτωση που δεν αλλάξει κάτι υπάρχει ο κίνδυνος να εμφανιστούν ανωμαλίες στη λειτουργία της αγοράς.
Για ποιο λόγο όμως αποφάσισε η διοίκηση του LME να ασχοληθεί με αυτό το θέμα;
Όσο και αν φανεί παράξενο, η κίνηση αυτή δεν έχει άμεση σχέση με πολιτικές πιέσεις ούτε με την σωστή εφαρμογή κυρώσεων κατά της Ρωσίας και των επιχειρήσεών της, αφού τα μέταλλα εξαιρούνται από τις κυρώσεις. Έχει όμως άμεση σχέση με την πίεση που της ασκούν ορισμένες μεγάλες δυτικές μεταλλουργικές εταιρείες.
Ρεπορτάζ του Bloomberg αναφέρεται σε επιστολή που απέστειλε την 29η Σεπτεμβρίου προς το LME η Alcoa (AA NYSE) που είναι η μεγαλύτερη αμερικανική εταιρεία παραγωγής αλουμινίου. Στην επιστολή, την ύπαρξη και το περιεχόμενο της οποίας έχει επιβεβαιώσει η αμερικανική εταιρεία, η Alcoa ζήτησε την απαγόρευση της διαπραγμάτευσης και αποθήκευσης ρωσικού αλουμινίου μέσα από τους μηχανισμούς του LME. Η αμερικανική εταιρεία δεν είναι η μόνη που το ζητά, καθώς σύμφωνα με το διεθνές πρακτορείο και άλλες μεγάλες επιχειρήσεις όπως η Rio Tinto (RIO US, LONDON), η Norsk Hydro (NHY OSLO) και η Aurubis (NDA XETRA) συμμερίζονται τους προβληματισμούς της αλλά δεν τους έχουν εκφράσει ακόμα δημοσίως.
Αυτό που φοβούνται είναι πως οι ρωσικές εταιρείες, όπως π.χ. η Rusal η οποία παράγει σχεδόν το 5% του αλουμινίου παγκοσμίως, οι οποίες αυτή την περίοδο (τουλάχιστον κατά τους δυτικούς ανταγωνιστές τους) δυσκολεύονται να βρουν αγοραστές για την παραγωγή τους λόγω της απροθυμίας των δυτικών πελατών τους να αγοράσουν, θα αποφασίσουν να πουλήσουν την παραγωγή τους μέσα από το LME και όχι μέσω διμερών συμφωνιών όπως γίνεται συνήθως. Αυτό, πάντα κατά την Alcoa και τις υπόλοιπες δυτικές επιχειρήσεις, είναι πολύ πιθανόν να δημιουργήσει σοβαρές πιέσεις στην τιμή του αλουμινίου κατά την διαπραγμάτευσή του στο LME.
Στην ουσία λένε πως η Rusal θα προσπαθήσει να «ξεφορτωθεί» το αλουμίνιό της μέσω του χρηματιστηρίου μετάλλων με αποτέλεσμα την σημαντική πτώση της τιμής του. Επειδή όλες οι διμερείς συμφωνίες μεταξύ των παραγωγών και των πελατών τους γίνονται λαμβάνοντας υπόψη τους τις επικρατούσες κάθε φορά τιμές στο χρηματιστήριο μετάλλων του Λονδίνου, αυτό σημαίνει πως τελικά οι δυτικές εταιρείες θα αναγκαστούν να πουλήσουν φθηνότερα στους πελάτες τους και θα ζημιωθούν. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίον πιέζουν το LME να σταματήσει να δέχεται τα ρωσικά μέταλλα.
Από την μεριά της η Rusal έστειλε και αυτή επιστολή προς το LME, υποστηρίζοντας πως δεν έχει καμία πρόθεση να πουλήσει μεγάλες ποσότητες αλουμινίου μέσω αυτού ούτε να στείλει αλουμίνιο στις αποθήκες του χρηματιστηρίου, καθώς δεν αντιμετωπίζει κανένα πρόβλημα στην πώληση του αλουμινίου που παράγει. Πρόσθεσε επίσης πως τυχόν αποβολή των ρωσικών μετάλλων θα δημιουργούσε σοβαρή αβεβαιότητα για τον ρόλο του ιστορικού χρηματιστηρίου στην παγκόσμια αγορά μετάλλων.
Η κατάσταση είναι πραγματικά λίγο περίπλοκη, όχι τόσο γιατί δεν μπορούμε να καταλάβουμε το τι υποστηρίζουν η Alcoa και οι δυτικοί της συνάδελφοι, όσο γιατί δεν είναι καθόλου βέβαιο πως μία τέτοια κίνηση θα έχει το αποτέλεσμα που επιθυμούν. Αν κοιτάξουμε την πρώτη αντίδραση της αγοράς αλουμινίου όταν, πριν δύο εβδομάδες, φάνηκε πως εγείρεται θέμα αποκλεισμού των ρωσικών μετάλλων από το LME, είναι λογικό να υποθέσουμε πως ξέρουν τι ζητούν.
Την ημέρα εκείνη η τιμή του αλουμινίου ανέβηκε κατά 8,5% χωρίς τις επόμενες ημέρες να «δώσει πίσω» την άνοδο.
Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του Bloomberg η άνοδος οφείλεται στο γεγονός πως πολλοί συναλλασσόμενοι στην αγορά είχαν πουλήσει αλουμίνιο εκτιμώντας πως θα συμβεί αυτό ακριβώς που φοβάται η Alcoa και όταν αντιλήφθηκαν πως τα πράγματα μπορεί να αλλάξουν έσπευσαν να κλείσουν τις θέσεις τους αγοράζοντας το μέταλλο με συνέπεια την άνοδο της τιμής.
Όμως δεν είναι καθόλου βέβαιο πως στην περίπτωση που το χρηματιστήριο αποφασίσει τελικά να προχωρήσει στον αποκλεισμό, μερικό ή ολικό, των ρωσικών βιομηχανικών μετάλλων το αποτέλεσμα θα είναι η άνοδος της τιμής τους, όπως υπονοούν η Alcoa και οι άλλες επιχειρήσεις.
Διαβάζοντας στο Bloomberg τις απόψεις ορισμένων ειδικών της αγοράς δυσκολευόμαστε λίγο να βγάλουμε συμπέρασμα. Αυτό που θεωρείται σίγουρο είναι πως οι πιέσεις στην τιμή του αλουμινίου, του χαλκού και των άλλων μετάλλων θα μειωθούν, καθώς θα απομακρύνεται η πιθανότητα «βομβαρδισμού» του χρηματιστηρίου με ρωσικά αποθέματα. Από κει και πέρα, φαίνεται σχεδόν βέβαιο πως θα υπάρχουν και παρενέργειες που θα φέρουν σε δύσκολη θέση τις δυτικές εταιρείες οι οποίες έχουν μακροπρόθεσμα συμβόλαια με ρωσικές επιχειρήσεις.
Ένα πιθανό πρόβλημα είναι πως οι δυνητικοί αγοραστές των ρωσικών μετάλλων θα δυσκολεύονται να βρουν χρηματοδότες, καθώς οι τράπεζες είναι πιθανόν να μην δέχονται το μέταλλο ως εγγύηση για τα δάνεια που θα δώσουν. Εκτός από αυτό, πολλές φορές τα συμβόλαια αυτά προβλέπουν πως τα μέταλλα που θα αγοραστούν πρέπει να είναι αποδεκτά από το χρηματιστήριο μετάλλων του Λονδίνου, καθώς έτσι διασφαλίζεται πως θα έχουν τις σωστές προδιαγραφές. Από την στιγμή που δεν θα είναι πλέον αποδεκτά από το LME υπάρχει περίπτωση αναγκαστικής ακύρωσης των συμβολαίων.
Το συμπέρασμα είναι πως η τυχόν εξορία των ρωσικών μετάλλων θα έχει ως πιθανότερο αποτέλεσμα την αναζήτηση νέων πελατών για τους Ρώσους μεταλλουργούς και νέων προμηθευτών για τους δυτικούς επιχειρηματίες. Το που θα οδηγήσει μία τέτοια διαδικασία δεν είναι καθόλου εύκολο να πούμε. Ο Colin Hamilton, επικεφαλής του τμήματος ανάλυσης για εμπορεύματα στην BMO Capital Markets, τις εκτιμήσεις του οποίου φιλοξένησε το Bloomberg, πιθανολογεί πως η ανάγκη των ρωσικών επιχειρήσεων να βρουν νέους πελάτες για να τους πουλήσουν τα μέταλλά τους θα υπερισχύσει της ανάγκης των δυτικών επιχειρήσεων να βρουν νέους προμηθευτές μετάλλων και το τελικό αποτέλεσμα θα είναι μία υποχώρηση των τιμών. Αν έχει δίκιο, τότε η Alcoa δεν θα πρέπει να χαρεί και πολύ, αφού δεν θα αποφύγει τελικά αυτό που φοβόταν, δηλαδή τις χαμηλότερες τιμές για το αλουμίνιό της.
Εμείς όμως πρέπει να ομολογήσουμε πως μας θυμίζει λίγο την κατάσταση που δημιουργήθηκε με το ρωσικό πετρέλαιο, όταν οι Ρώσοι αναγκάστηκαν να πουλάνε με έκπτωση αλλά οι διεθνείς τιμές τελικά ανέβηκαν για όλους τους άλλους. Δύσκολη λοιπόν η οποιαδήποτε πρόβλεψη για την επίδραση των πιθανών αποφάσεων του LME πάνω στις τιμές των μετάλλων αλλά και τον αντίκτυπό τους στην λειτουργία του και την φήμη του. Για να δώσουμε και μια καλλιτεχνική χροιά, η θέση της διοίκησής του LME μας θυμίζει λίγο το γνωστό τραγούδι των Clash «Should I stay or should I go».