«Το συγκεκριμένο έργο του Φώτη Κόντογλου θεωρώ ότι είναι το κορυφαίο του, καθώς συμπυκνώνεται μέσα σε αυτό όλη η κοσμοθεωρία του. Κοιτάζοντας κάποιος το έργο, βλέπει ψηλά, στην πρώτη ζώνη τους προσωπικούς του ήρωες, κατά κύριο λόγο ζωγράφους και φιλοσόφους. Κατεβαίνοντας στις επόμενες ζώνες, παρατηρεί κανείς κάποιες εικονογραφικές παραβολές, μέσα στις οποίες, ο Κόντογλου, κατά τη γνώμη μου, θίγει και ζητήματα ετερότητας, του οικείου με το ανοίκειο και τη σχέση μας με αυτό. Αυτά είναι ζητήματα που αναπτύσσει ο ίδιος και μέσα στα βιβλία του.
Αυτό το έργο με παρακίνησε να ασχοληθώ και να το μεταβολίσω, μέσα από τη δική μου αφηγηματική αντίληψη. Ο τίτλος του έργου μου είναι παρμένος από το βιβλίο του “Ευλογημένο Καταφύγιο”. Σε κάποιο σημείο του αναφέρει ο Κόντογλου ότι ο σύγχρονος άνθρωπος, ο αεικίνητος άνθρωπος της μηχανής και του παρά, δεν θα καταφέρει να ζήσει, ούτε σε 100, ούτε σε 200 χρόνια, να αισθανθεί, αυτό που αισθάνεται ο από μέσα άνθρωπος μέσα σε μία μόνο ώρα».
Ο Κωνσταντίνος Παπαμιχαλόπουλος δημιούργησε το ζωγραφικό έργο «Βίος Κόντογλου». Αφορμή της επαφής του με τον σπουδαίο ζωγράφο ήταν ο Γιάννης Τσαρούχης:
«Το έργο του Φώτη Κόντογλου το γνώρισα εξ’ αντανακλάσεως, μέσω Τσαρούχη. Ο ίδιος ο Τσαρούχης είχε εκείνη την ιδιότυπη σχέση του να είναι διχασμένος μεταξύ της διδασκαλίας του Παρθένη, του δασκάλου του στην Καλών Τεχνών και του Κόντογλου, με μια πιο αντιδυτική υπό μια έννοια, πιο βυζαντινίζουσα επιρροή. Ο ίδιος έλεγε ότι ο Κόντογλου του έχει δέσει κάποιους κόμπους, που σε όλη του τη ζωή, δεν κατάφερε να λύσει. Οι κόμποι αυτοί ήταν κυρίως αυτό το ιδιότυπο της ελληνικής τέχνης γενικότερα: η σχάση μεταξύ Ανατολής και Δύσης. Στην περίπτωση του Τσαρούχη, μεταξύ ποπ και λόγιου στοιχείου, λαϊκού και λόγιου στοιχείου. Αυτό μεταφράζεται και στα καθ’ ημάς υπό μια έννοια στο ότι κανείς έχει μια λόγια σπουδή από την Καλών Τεχνών, αλλά από την άλλη πλευρά, η δικιά μου γενιά και μετέπειτα, έχει πολύ μεγάλες επιρροές από τα βιντεοπαιχνίδια, τα κόμικς, τα έργα επιστημονικής φαντασίας.