Η Δύση δεν είναι ακριβώς σε πόλεμο με τη Ρωσία. Ωστόσο, δεν είναι ούτε και σε ειρήνη, όπως σημειώνει ο νομπελίστας Αμερικανός οικονομολόγος Πολ Κρούγκμαν σε άρθρο του στους New York Times.
Τα δυτικά όπλα βοήθησαν την Ουκρανία όχι μόνο να ανακόψει τη ρωσική εισβολή αλλά και να βγει στην αντεπίθεση, και οι δυτικές οικονομικές κυρώσεις έχουν σαφώς προκαλέσει σοβαρά προβλήματα στη ρωσική βιομηχανία.
Η Ρωσία από την πλευρά της αντέδρασε επιβάλλοντας de facto εμπάργκο στις εξαγωγές φυσικού αερίου προς την Ευρώπη. Αυτό το στοιχείο όμως φανερώνει και το πώς ο ίδιος ο Ρώσος πρόεδρος Βλαντιμίρ Πούτιν αντιμετωπίζει τις εξελίξεις στο πολεμικό μέτωπο. Εάν ο Ρώσος ηγέτης δεν ανησυχούσε για την τροπή που έχουν πάρει οι στρατιωτικές εξελίξεις, δεν θα προχωρούσε σε μια τέτοια κίνηση, σύμφωνα με τον Κρούγκμαν.
Πλέον, έπειτα από το de facto εμπάργκο στις εξαγωγές φυσικού αερίου, κανείς δεν πρόκειται ποτέ ξανά να αντιμετωπίσει τη Ρωσία ως αξιόπιστο εμπορικό εταίρο, όπως σημειώνει ο νομπελίστας Αμερικανός οικονομολόγος μέσα από τις σελίδες των Τάιμς της Νέας Υόρκης. Ωστόσο, ο Πούτιν εμφανίζεται πρόθυμος να επωμιστεί αυτό το κόστος σε μια προσπάθεια να εκφοβίσει τη Δύση με απώτερο σκοπό να περιορίσει την στήριξη που παρέχουν οι Δυτικοί στην Ουκρανία.
Πριν από έξι μήνες, γινόταν ακόμη μεγάλη συζήτηση για το εάν η Ευρώπη θα μπορούσε ή το εάν θα έπρεπε να διακόψει τις εισαγωγές ενέργειας από τη Ρωσία. Επί του παρόντος ωστόσο, η ίδια η Ρωσία έχει πια από την πλευρά της επί της ουσίας επιλέξει να διακόψει αυτές τις εξαγωγές.
Όσο για την Ευρώπη, εκείνη παρουσιάζεται έτοιμη να ανταποκριθεί κάνοντας ό,τι κάνουν πάντα οι δημοκρατίες όταν έρχονται αντιμέτωπες με πληθωρισμό εν καιρώ πολέμου: επιβάλλοντας έκτακτους φόρους, ελέγχους τιμών και, ενδεχομένως, μέτρα περιορισμένης διανομής με δελτίο (rationing).
Το πρόβλημα επί του παρόντος είναι κυρίως ευρωπαϊκό, σημειώνει ο Κρούγκμαν στην ανάλυσή του, υπογραμμίζοντας το πώς η ίδια η Ευρώπη επέτρεψε τα περασμένα χρόνια να εξαρτηθεί από το ρωσικό φυσικό αέριο.
Ωστόσο, η Ευρώπη έχει επί του παρόντος αποθηκευμένες ποσότητες φυσικού αερίου που, σε συνδυασμό με τα μέτρα εξοικονόμησης ενέργειας που προωθούνται και με την εξασφάλιση εναλλακτικών πηγών ενεργειακού εφοδιασμού, δεν θα την αφήσουν να ξεπαγιάσει τον χειμώνα που έρχεται, σύμφωνα με τον Κρούγκμαν.
Το βασικό πρόβλημα λοιπόν, όπως σημειώνει ο Αμερικανός οικονομολόγος, είναι οικονομικό και κοινωνικό.
Οι τιμές του φυσικού αερίου στην Ευρώπη έχουν εκτοξευθεί στα ύψη και, καθώς οι αγοραστές στρέφονται σε εναλλακτικές πηγές, οι τιμές και των άλλων πηγών ενέργειας, συμπεριλαμβανομένης της πυρηνικής ενέργειας, των ΑΠΕ και του άνθρακα, έχουν επίσης αυξηθεί κατακόρυφα.
Η Ευρώπη βρίσκεται αντιμέτωπη με ενεργειακές ελλείψεις. Οι υψηλότερες τιμές δίνουν κίνητρα προκειμένου να μετριαστούν αυτές τις ελλείψεις. Οι καταναλωτές καλούνται να χαμηλώσουν θερμοστάτες, να βελτιώσουν τις μονώσεις και να φορέσουν πουλόβερ. Οι παραγωγοί ενέργειας, από την άλλη, καλούνται να μεγιστοποιήσουν την παραγωγή.
Ωστόσο, όπως σημειώνει ο Κρούγκμαν, μέσα σε ένα τέτοιο πλαίσιο οι παραγωγοί ενέργειας των οποίων τα κόστη λειτουργίας δεν έχουν αυξηθεί θα αποκομίσουν τεράστια κέρδη, ενώ πολλές οικογένειες και ορισμένες επιχειρήσεις θα βρεθούν στον αντίποδα αντιμέτωπες με την οικονομική καταστροφή υπό το βάρος υπέρογκων λογαριασμών.
Η Ευρώπη έχει όμως ακόμη ισχυρά συνδικάτα, και ορισμένα από αυτά θα είναι σε θέση να απαιτήσουν αυξήσεις μισθών για να αντισταθμίσουν το αυξανόμενο κόστος ζωής, πράγμα που θα μπορούσε ωστόσο να οδηγήσει σε ένα ανοδικό σπιράλ μισθών – τιμών, όπως προειδοποιεί ο Κρούγκμαν, σύμφωνα με τον οποίο το να αφήσουν οι Ευρωπαίοι τις τιμές της ενέργειας να αυξάνονται δεν αποτελεί στην πραγματικότητα επιλογή.
Εναλλακτικά, οι Αρχές θα μπορούσαν να αρχίσουν να μοιράζουν εφάπαξ επιταγές αποζημιώνοντας τα νοικοκυριά που καλούνται να επωμισθούν υψηλότερα ενεργειακά κόστη. Στα χαρτιά αυτό μπορεί να μοιάζει με καλή ιδέα, καθώς τα νοικοκυριά θα εξακολουθούν να έχουν λόγους να περιορίσουν την κατανάλωση ενέργειας. Στην πράξη ωστόσο, διαφορετικές οικογένειες, ακόμη και αν έχουν παρόμοια εισοδήματα, μπορεί να έχουν πολύ διαφορετικούς λογαριασμούς ενέργειας – και οι άνθρωποι που τυχαίνει να ζουν σε σπίτια με κακή μόνωση δεν μπορούν να επιλύσουν αυτό το πρόβλημα από τη μια μέρα στην άλλη.
Η πρόεδρος της Κομισιόν Ούρσουλα Φον ντερ Λάιεν ανακοίνωσε την Τετάρτη πιθανά μέτρα, προτείνοντας μεταξύ άλλων τη μείωση της χρήσης ηλεκτρικής ενέργειας, την καταβολή εισφοράς αλληλεγγύης από τις εταιρείες ορυκτών καυσίμων και την επιβολή πλαφόν στα έσοδα των εταιρειών που παράγουν ηλεκτρική ενέργεια με χαμηλό κόστος.
Ο Πολ Κρούγκμαν υπογραμμίζει ότι η Φον Ντερ Λάιεν δεν είναι αρχηγός κυβέρνησης. Σύμφωνα με τον Αμερικανό οικονομολόγο ωστόσο, τα μέτρα που η πρόεδρος της Κομισιόν πρότεινε δίνουν πιθανώς μια αρκετά καλή ιδέα για το πού οδεύει η Ευρώπη.
Μπορούν αυτά τα μέτρα να λειτουργήσουν στην πράξη; Ο Κρούγκμαν εκτιμά πως πολλά πρόκειται να κριθούν στις λεπτομέρειες.
Αυτήν τη στιγμή, η προστασία των οικογενειών και η διατήρηση ενός αισθήματος δικαιοσύνης (preserving a sense of fairness) πρέπει να έχουν προτεραιότητα, καταλήγει ο ίδιος.