Γαλλογερμανικό deal στην ενέργεια φαίνεται ότι δημιούργησαν οι ενεργειακές συνθήκες λόγω του Nord Stream 1 με τον Γάλλο πρόεδρο Εμανουέλ Μακρόν και τον Γερμανό καγκελάριο Όλαφ Σολτς να συμφωνούν ότι θα αλληλοστηριχθούν. Ο Μακρόν δεσμεύτηκε ότι η χώρα του θα δώσει περισσότερο αέριο στη Γερμανία, η οποία θα μπορούσε να παράσχει ηλεκτρική ενέργεια, εφόσον η κρίση συνεχιστεί τον χειμώνα. «Η Γερμανία χρειάζεται το φυσικό αέριό μας και εμείς χρειαζόμαστε ενέργεια από την υπόλοιπη Ευρώπη, κυρίως από τη Γερμανία», είπε ο Μακρόν στη συνέντευξη Τύπου που παραχώρησε μετά την επικοινωνία αυτήν.
Για το πλαφόν στο ρωσικό αέριο
Ο Μακρόν τάχθηκε υπέρ της επιβολής πλαφόν στην τιμή του ρωσικού φυσικού αερίου που παραδίδεται μέσω αγωγών. «Εάν η Κομισιόν αποφασίσει να βάλει πλαφόν στην τιμή του αερίου που αγοράζεται μέσω των αγωγών από τη Ρωσία, η Γαλλία θα στηρίξει αυτό το μέτρο», είπε. Επίσης, είπε ότι συμφωνεί με την πρόταση της αγοράς αερίου «από κοινού» με τις άλλες χώρες της ΕΕ ώστε να καταβάλλεται μικρότερο τίμημα.
Ο Μακρόν προτρέπει τους Γάλλους σε εξοικονόμηση
Για τον Μακρόν όλοι οι Γάλλοι πρέπει εθελοντικά να μετάσχουν στην κοινή προσπάθεια εξοικονόμησης ενέργειας, μειώνοντας τη χρήση κατά 10% τις επόμενες εβδομάδες και μήνες, ώστε να αποτραπεί ο κίνδυνος περιορισμένης διανομής με δελτίο και περικοπών τον χειμώνα, εν μέσω εντάσεων με τη Ρωσία εξαιτίας του πολέμου στην Ουκρανία.
Προκειμένου να μπει ένα φρένο στην εκτίναξη των τιμών της ενέργειας, ο Μακρόν είπε ότι τάσσεται υπέρ της πρότασης για αγορά αερίου «από κοινού» με τις άλλες χώρες της ΕΕ, ώστε να καταβάλλεται μικρότερο τίμημα. Πρόσθεσε, επίσης, πως η αγορά ηλεκτρικής ενέργειας της Ευρωπαϊκής Ένωσης πρέπει μεσοπρόθεσμα να μεταρρυθμιστεί, κυρίως ώστε να διασφαλιστεί ότι οι τιμές αγοράς θα είναι πιο ευθυγραμμισμένες με το πραγματικό κόστος παραγωγής.
Η περίπτωση της Γερμανίας
Για το σενάριο της πλήρους διακοπής της προμήθειας ρωσικού φυσικού αερίου προετοιμάζονται και στη Γερμανία, με τον υπουργό Οικονομίας, Ρόμπερτ Χάμπεκ, να ανακοινώνει ότι θα παραμείνουν σε εφεδρεία μέχρι τον Απρίλιο του 2023 δύο από τους τρεις τελευταίους σταθμούς παραγωγής πυρηνικής ενέργειας.