Άποψη

Παίζοντας χαμηλά τη μπάλα…

Ο Δημήτρης Μιχαλέλης γράφει στο pagenews.gr ότι η στρατηγική του «μεσαίου χώρου» παραμένει κυρίαρχη επιλογή στη ΝΔ, παρά τις εντάσεις και το τοξικό κλίμα που τροφοδοτούνται από τη σκανδαλολογία και τις σφοδρές πολιτικές αντιπαραθέσεις.

Η αλήθεια είναι ότι το κλίμα στο Μέγαρο Μαξίμου και στο στενό επιτελείο του Πρωθυπουργού δεν ήταν το καλύτερο δυνατό το τελευταίο διάστημα. Ως εκ τούτου κάποια «επιστημονικής φαντασίας σενάρια» περί διαδικασιών «διαδοχής» -και μάλιστα από συγκεκριμένα πρόσωπα- πέρα από τα χαμόγελα, δημιούργησαν… μικροκλίμα ψυχολογικής ανάτασης. Άλλωστε, ένα διάλλειμα «χαλαρότητας» πάντα βοηθάει στο να διασκεδάζεται η ένταση…

Όμως, όσο κι αν υπήρξαν χαμόγελα, εντούτοις δεν παύει το βασικό ζητούμενο της Κυβέρνησης και του Πρωθυπουργού να παραμένει σταθερό και δύσκολο: η επίτευξη του στρατηγικού στόχου, ο οποίος είναι, φθάνοντας στις εκλογές, να μπορεί ο Πρωθυπουργός να διεκδικήσει την επανεκλογή του έχοντας ως αφήγημα την επιτυχή διαχείριση των πολλαπλών κρίσεων και απευθυνόμενος στο ευρύτερο δυνατό ακροατήριο.

Η επιδίωξη

Αυτή η στρατηγική, θα υπηρετηθεί, μέσω βασικών πολιτικών στόχων, αλλά και μέσω της ρητορικής της κυβέρνησης. Οι κύριοι τομείς/στόχοι, μέσω των οποίων θα μπορέσει η Κυβέρνηση να οικοδομήσει το αφήγημά της είναι τέσσερεις:

  • Η οικονομία
  • Τα Εθνικά
  • Η σκανδαλολογία
  • Η διαχείριση της τοξικότητας στο δημόσιο βίο.

Παράλληλα, κι έχει ιδιαίτερη σημασία αυτό, φαίνεται ότι η Κυβέρνηση αρχίζει να υιοθετεί διαφορετική ρητορική στην αντιμετώπιση του ΠΑΣΟΚ και του ΣΥΡΙΖΑ. Είναι εμφανώς διαφορετικοί οι τόνοι της αντιπαράθεσης μεταξύ ΝΔ-ΠΑΣΧΟΚ, απ’ ό,τι ΝΔ-ΣΥΡΙΖΑ, τουλάχιστον από την πλευρά του κυβερνώντος κόμματος. Και τούτο δεν έχει να κάνει με τις πιθανότητες μετεκλογικών συνεργασιών, οι οποίες έτσι κι αλλιώς ποτέ δεν είχαν τεθεί στο τραπέζι του Μαξίμου, πραγματικά και σε ουσιαστική συζήτηση, πέρα από τα πολιτικό-δημοσιογραφικά σενάρια. Αυτό συνέβη, διότι η στρατηγική του Πρωθυπουργού -μέσω του συνθήματος περί «αυτοδύναμης Ελλάδας»- παρέμενε μια: ισχυρή και σταθερή κυβέρνηση. Δηλαδή το ζήτημα της επόμενης ημέρας, στο μυαλό του Κυριάκου Μητσοτάκη, δεν ήταν η σύνθεση της κυβέρνησης, αλλά η δυνατότητα κυβερνησιμότητας. Κι αυτό παραμένει. Παρά τις περί του αντιθέτου απόψεις και αναλύσεις που διακινούνται, ιδίως μετά την υπόθεση της παρακολούθησης του Νίκου Ανδρουλάκη.

Η «μάχη» του κέντρου

Τούτων δοθέντων, η επιδίωξη της «αυτοδύναμης Ελλάδας» δεν περνούσε και δεν περνάει μέσα από τη μετεκλογική συνεργασία  με το ΠΑΣΟΚ. Η επιδίωξη ήταν και παραμένει,  να επιτευχθεί, μέσω της προσέγγισης του μεσαίου χώρου. Γι’ αυτό οι τόνοι απέναντι στο ΠΑΣΟΚ ήταν -ως επί το πλείστον πιο χαμηλοί- και απέναντι στον ΣΥΡΙΖΑ πολύ πιο υψηλοί: αφενός η επιδίωξη είναι να υψωθεί «τοίχος» μεταξύ των κεντρώων ψηφοφόρων και της Κουμουνδούρου, αφετέρου να υπάρχουν πολιτικοί δίαυλοι με τους Πολίτες του κέντρου, οι οποίοι δεν συμμερίζονται την οξύτητα και την αντιπαράθεση με τοξικούς όρους.

«Δεν υπάρχει ευνοϊκός άνεμος γι΄ αυτόν που δεν ξέρει που πηγαίνει» έλεγε ο Γάλλος δοκιμιογράφος Μισέλ Ντε Μονταίν. Και φαίνεται ότι οπαδός αυτής της ρήσης είναι και ο Πρωθυπουργός, ασχέτως αν κάποιος συμφωνεί ή διαφωνεί με τη στρατηγική του. Το βλέμμα του είναι σταθερό προσηλωμένο στο μεσαίο χώρο και στην υπηρέτηση ενός μοντέλου «θεσμικότητας». Κι αυτό φάνηκε και από τη διαχείριση του ζητήματος των υποκλοπών.

Οι επιλογές

Πρώτα, επελέγη η θεσμική οδός για να δοθούν απαντήσεις στα ερωτήματα της αντιπολίτευσης, αλλά και να θεραπευθούν προβλήματα ή δυσλειτουργίες που διαπιστώθηκαν ή θα διαπιστωθούν. Εν συνεχεία, η Κυβέρνηση ζήτησε -και μέσω της κοινοβουλευτικής διαδικασίας θα επιμείνει- προτάσεις από την αντιπολίτευση προκειμένου να θωρακιστεί το θεσμικό πλαίσιο. Τρίτον και πολύ βασικό: απέφυγε τη στείρα αντιπαράθεση με τη Χαριλάου Τρικούπη. Όχι, ασφαλώς, λόγω… «ενοχών» για τη διαχείριση της υπόθεσης, αλλά λόγω συγγένειας του χώρου, με τη βασική δεξαμενή Πολιτών που επιδιώκει να πείσει η Κυβέρνηση για την πολιτική της.

Ο Κυριάκος Μητσοτάκης, ασχέτως των προβλημάτων που εμφανίζονται, δεν αλλάζει τη στρατηγική του να απευθύνεται στο μεσαίο χώρο. Κι αυτό όχι με κομματικές συνεργασίες, αλλά μέσω συμπεριφορών -όπως είπαμε πιο πριν, αλλά και μέσω πολιτικών και αποφάσεων σε τέσσερα βασικά ζητήματα που προαναφέρθηκαν ως κρίσιμα για να οικοδομηθεί το κυβερνητικό αφήγημα.

Οικονομία και Εθνικά

Στην Οικονομία, επι παραδείγματι δεν υπάρχουν μόνο τα αρνητικά δεδομένα, όπως ακρίβεια, πληθωρισμός, ενεργειακή κρίση, αλλά και οι θετικές προσδοκίες: έξοδος από την ενισχυμένη  εποπτεία, μειώσεις λογαριασμών ρεύματος, ενισχύσεις σε νοικοκυριά και επιχειρήσεις, μειώσεις φόρων και εισφορών, αυξήσεις σε συντάξεις και μισθούς. Στόχος είναι, στον τομέα της οικονομίας να εδραιωθεί η πεποίθηση ότι όλοι οι Πολίτες, ιδίως δε οι πιο αδύναμες ομάδες, λαμβάνουν κάποιο μερίδιο της ανάπτυξης.

Οι ακρότητες είναι συμπεριφορές που δεν επιθυμούν οι Πολίτες, ούτε στα Εθνικά ζητήματα. Γι’ αυτό το λόγο η Κυβέρνηση τηρεί χαμηλούς τόνους και δεν ανταποδίδει τα πυρά που δέχεται από την αντιπολίτευση. Πολλώ δε μάλλον, όταν υπάρχει στο κυβερνητικό στρατόπεδο η άποψη πως ο Ερντογάν θα κλιμακώσει τις κινήσεις του εναντίον της Ελλάδας, όχι μόνο λόγω της εσωτερικής κατάστασης στην Τουρκία, αλλά -κυρίως- διότι οι συμμαχίες που έχει οικοδομησει η Ελλάδα, στενεύουν τα διαπραγματευτικά του πλαίσια δημιουργώντας του εκνευρισμό. Σε κάθε περίπτωση, τα Εθνικά -είτε οι εξελίξεις στα Ελληνοτουρκικά είτε στα Βαλκάνια- δεν θέλει η Κυβέρνηση να μπουν στο τραπέζι της πολιτικής αντιπαράθεσης.

Το ίδιο θα επιθυμούσε και για τη σκανδαλολογία και το τοξικό κλίμα, αλλά ξέρει ότι αυτό δεν μπορεί να το αποφύγει, ιδίως στην πορεία προς τις κάλπες. Εκείνο για το οποίο αισιοδοξεί όμως είναι ότι οι αντιπαραθέσεις σε τέτοιο κλίμα, δημιουργούν αποστροφή στους ψηφοφόρους του μεσαίου χώρου.

Το επόμενο δεκαήμερο -και με τα συζητήσεις στη Βουλή και με τις πρώτες δημοσκοπήσεις- θα φανεί αν η στρατηγική επιλογή της Κυβέρνησης παραμένει ορθή και βρίσκει ανταπόκριση.

Διαβάστε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο