Τις τελευταίες εβδομάδες, όλη η Ουάσιγκτον βουίζει από φήμες: θα προλάβει ο πρώην πρόεδρος των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ τη διακήρυξη της υποψηφιότητάς του για τις προεδρικές εκλογές του 2024 ή όχι;
Σκόπελος είναι, αναμφίβολα, τα επεισόδια στο Καπιτώλιο.
Ένας αντάρτης εξτρεμιστών είχε εισβάλει στο Καπιτώλιο υπό την ενθάρρυνση του εν ενεργεία τότε προέδρου, που ηττήθηκε από τον Τζο Μπάιντεν δύο μήνες πριν. Ο Τραμπ, αφού ποτέ δεν αναγνώρισε την απόλυτα ξεκάθαρη ήττα του (306 ψήφοι εκλογικού σώματος έναντι 232 και 7 εκατομμύρια περισσότερες ψήφοι για τον Μπάιντεν), προσπάθησε να ενθαρρύνει τον πρώην αντιπρόεδρο Μάικ Πενς να μην επικυρώσει τα αποτελέσματα. Και δεν δίστασε να ενθαρρύνει τους υποστηρικτές του να τους αμφισβητήσουν με βία στην καρδιά της νομοθετικής εξουσίας των Ηνωμένων Πολιτειών.
Οι κατηγορίες εναντίον του Τραμπ έχουν αυξηθεί τις τελευταίες εβδομάδες, με τις καταδικαστικές μαρτυρίες συνεργατών, πολύ κοντινών στον πρώην επικεφαλής του Λευκού Οίκου, όπως ο πρώην υπουργός Δικαιοσύνης, ο πρώην αναπληρωτής σύμβουλος ασφαλείας ή ο πρώην σύμβουλος επικοινωνίας της Προεδρίας.
Η πλειοψηφία των ανεξάρτητων ψηφοφόρων θεωρεί πλέον τον Τραμπ άμεσα υπεύθυνο για τα γεγονότα του Ιανουαρίου 2021. Ο μεγιστάνας Ρόμπερτ Μέρντοκ, επικεφαλής της πανίσχυρης δημοσιογραφικής ομάδας του, έχει επίσης περάσει οριστικά στο στρατόπεδο των λεγομένων «σκεπτικιστών». Σύμφωνα με την εφημερίδα του New York Post, «ο Τραμπ δεν είναι άξιος να ηγηθεί ξανά αυτής της χώρας».
Όμως, ο Τραμπ εμφανίζεται αποφασισμένος να εκθέσει τον εαυτό του στην εκλογική ετυμηγορία, ακόμη και πριν από τις φετινές ενδιάμεσες εκλογές. Αυτό δεν θα διευκόλυνε το έργο των Ρεπουμπλικανών υποψηφίων για το Κογκρέσο, που έχουν ήδη διχαστεί μεταξύ υποστηρικτών και αντιπάλων του Τραμπ. Έτσι, η πλειοψηφία στη Γερουσία, που είναι το βασικό θέμα του ερχόμενου Νοεμβρίου, δεν μπόρεσε να πάει στους Ρεπουμπλικάνους λόγω του ιδιαίτερα προσωπικού και διχαστικού παιχνιδιού του πρώην προέδρου. «Οι ακροάσεις της επιτροπής της 6ης Ιανουαρίου έχουν προβληματίσει την Αμερική. Αν ναι, οι Ρεπουμπλικάνοι υποψήφιοι θα πρέπει να λογοδοτήσουν για τις ενέργειες του Τραμπ», δήλωσε στην «Washington Post» ένας υποστηρικτής του Μπάιντεν . Θα μπορούσαν να ακολουθήσουν κι άλλες ακροάσεις και άλλες έρευνες από το υπουργείο Δικαιοσύνης.
Ο Τραμπ, όμως, φαίνεται έτοιμος να κάνει οτιδήποτε το δημαγωγικό για να ανακτήσει την εξουσία, πολλαπλασιάζοντας, μεταξύ άλλων, τα ξενοφοβικά σχόλια και ξαναζωντανεύοντας τον «μπαμπούλα» της παράνομης μετανάστευσης. Και η μεγάλη πλειοψηφία των πολιτικών αναλυτών στις ΗΠΑ συγκλίνει ως προς αυτό: ο Ντόναλντ Τραμπ είναι αποφασισμένος να κάνει ένα δυναμικό come back. Για το χρόνος αναγγελίας της υποψηφιότητάς του διατυπώνονται αποκλίνουσες εκτιμήσεις.