Το σκηνικό είναι βγαλμένο από κατασκοπευτικό θρίλερ: Κρυστάλλινα νερά κάτω, χιονισμένες Ελβετικές Άλπεις πάνω και ενδιάμεσα, μια εξαιρετικά ασφαλής εγκατάσταση που ερευνά τα πιο θανατηφόρα παθογόνα στον κόσμο.
Όπως αποκαλύπτει το πρακτορείο Reuters, σε εκτενές του αφιέρωμα, πρόκειται για το εργαστήριο Spiez, γνωστό για το ερευνητικό του έργο σε χημικές, βιολογικές και πυρηνικές απειλές από τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο.
Πέρυσι ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας ανέθεσε στο Spiez να είναι το πρώτο σε ένα παγκόσμιο δίκτυο εργαστηρίων υψηλής ασφάλειας που θα αναπτύξει, θα αποθηκεύσει και θα μοιραστεί νεοανακαλυφθέντα μικρόβια που θα μπορούσαν να ξεκινήσουν την επόμενη πανδημία.Το πρόγραμμα BioHub του ΠΟΥ γεννήθηκε, εν μέρει, από την απογοήτευση για τα εμπόδια που αντιμετώπισαν οι ερευνητές στη λήψη δειγμάτων του ιού SARS-CoV-2, που εντοπίστηκε για πρώτη φορά στην Κίνα, για να κατανοήσουν τους κινδύνους του και να αναπτύξουν εργαλεία για την καταπολέμησή του.
Τα εμπόδια
Αλλά λίγο περισσότερο από ένα χρόνο αργότερα, οι επιστήμονες που συμμετείχαν στην προσπάθεια αντιμετώπισαν εμπόδια. Αυτά περιλαμβάνουν την εξασφάλιση εγγυήσεων που απαιτούνται για την αποδοχή δειγμάτων παραλλαγής του κορωνοϊού από διάφορες χώρες, η πρώτη φάση του έργου. Μερικές από τις μεγαλύτερες χώρες του κόσμου ενδέχεται να μην συνεργαστούν. Και δεν υπάρχει ακόμη μηχανισμός κοινής χρήσης δειγμάτων για την ανάπτυξη εμβολίων, θεραπειών ή δοκιμών χωρίς να παραβιάζει την προστασία της πνευματικής ιδιοκτησίας.
«Εάν έχουμε άλλη πανδημία όπως ο κορωνοϊός, ο στόχος θα ήταν να παραμείνει όπου κι αν ξεκινήσει», δήλωσε στο Reuters η Isabel Hunger-Glaser, επικεφαλής του έργου BioHub στο Spiez, σε μια σπάνια συνέντευξη στα μέσα ενημέρωσης στο εργαστήριο. Εξ ου και η ανάγκη μεταφοράς δειγμάτων στον κόμβο, ώστε να μπορεί να βοηθήσει τους επιστήμονες σε όλο τον κόσμο να αξιολογήσουν τον κίνδυνο.
«Συνειδητοποιήσαμε ότι είναι πολύ πιο δύσκολο» από ό,τι πιστεύαμε, είπε.