Το ερώτημα απασχόλησε τις διεθνείς, οικονομικές και πολιτικές, ελίτ από την πρώτη ημέρα εκδήλωσης του πολέμου της Ρωσίας κατά της Ουκρανίας. Η Δύση οδηγήθηκε στην επιβολή σοβαρών κυρώσεων κατά της Ρωσικής Ομοσπονδίας και ο Πούτιν απάντησε με ενεργειακές απειλές. Η απάντηση στο ερώτημα δεν μπορεί να είναι μονοσήμαντη και να έχει ένα οριστικό, βέβαιο χαρακτήρα.
Η Ρωσία ξανάρχισε τις προμήθειες φυσικού αερίου στην Ευρώπη μέσω του μεγαλύτερου αγωγού της, του Nord Stream 1, μετά από ένα διάλειμμα για συντήρηση.
Υπήρχαν φόβοι ότι η Μόσχα θα κρατούσε τις προμήθειες για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα ως απάντηση στις κυρώσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Και είναι αλήθεια ότι οι δυτικοί ηγέτες επέβαλαν μια σειρά κυρώσεων στο ρωσικό πετρέλαιο και φυσικό αέριο μετά την εισβολή στην Ουκρανία.
Η ΕΕ συμφώνησε στην απαγόρευση όλων των εισαγωγών ρωσικού πετρελαίου που εισέρχονται διά θαλάσσης έως το τέλος του έτους. Εκτός από αυτές τις κυρώσεις της ΕΕ, οι ΗΠΑ κήρυξαν, από τη μεριά τους, την πλήρη απαγόρευση των εισαγωγών ρωσικού πετρελαίου και φυσικού αερίου. Το δε Ηνωμένο Βασίλειο πρόκειται να καταργήσει σταδιακά τις εισαγωγές ρωσικού πετρελαίου μέχρι το τέλος του έτους.
Ο πρόεδρος Βλαντιμίρ Πούτιν απαίτησε από τα «μη φιλικά» έθνη στην Ευρώπη να πληρώσουν για το φυσικό αέριο σε ρωσικά ρούβλια, κάτι που θα βοηθούσε στην ενίσχυση της αξίας του εθνικού νομίσματος της Ρωσίας.
Η Πολωνία, η Βουλγαρία και η Φινλανδία αρνήθηκαν να το κάνουν και η Ρωσία διέκοψε τον εφοδιασμό τους. Αρκετές άλλες ευρωπαϊκές ενεργειακές εταιρείες πληρώνουν για φυσικό αέριο μέσω ρωσικών τραπεζικών λογαριασμών, οι οποίοι μετατρέπουν τις πληρωμές σε ευρώ σε ρούβλια. Επιμένουν ότι αυτές οι πληρωμές είναι σύμφωνες με τις κυρώσεις της ΕΕ.
Η Ρωσία προμήθευσε την ΕΕ με το 40% του φυσικού αερίου της πέρυσι. Η Γερμανία, η μεγαλύτερη οικονομία της Ευρώπης, ήταν ο μεγαλύτερος εισαγωγέας ρωσικού φυσικού αερίου το 2020, ακολουθούμενη από την Ιταλία.
Πολλά ευρωπαϊκά έθνη θα μπορούσαν να πιέσουν τις προμήθειες πετρελαίου τους λόγω της απαγόρευσης των ρωσικών εισαγωγών. Η Λιθουανία και η Φινλανδία πήραν περίπου το 80% του πετρελαίου τους από τη Ρωσία τον περασμένο Νοέμβριο, σύμφωνα με τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία.
Ωστόσο, οι χώρες της ΕΕ μπορούν πάντα να αγοράζουν πετρέλαιο από άλλους παραγωγούς.
Ο Διεθνής Οργανισμός Ενέργειας απελευθέρωσε αργό πετρέλαιο αξίας 120 εκατομμυρίων βαρελιών από τα αποθέματά τους και ο πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών, Τζο Μπάιντεν, διέταξε μια σημαντική απελευθέρωση πετρελαίου από τα αποθέματα της Αμερικής.
Βοηθούμενη από την άνοδο των τιμών της ενέργειας, η Ρωσία έλαβε περίπου 400 δισεκατομμύρια ευρώ τον περασμένο χρόνο από τις εξαγωγές πετρελαίου και φυσικού αερίου στην Ευρώπη.
Η ΕΕ υποστηρίζει εσχάτως ότι οι τελευταίες κυρώσεις της θα μπορούσαν να μειώσουν την ποσότητα πετρελαίου που αγοράζει από τη Ρωσία κατά 90%. Ωστόσο, οι κυρώσεις της θα χρειαστούν αρκετούς μήνες για να τεθούν σε πλήρη ισχύ και ακόμη και,, τότε η Ρωσία θα μπορεί να πουλάει το πετρέλαιό της αλλού.
Κράτη, όπως είναι η Σαουδική Αραβία, θα μπορούσαν να αποτελέσουν μια ενεργειακή διέξοδο, μετά τη στάση που τηρεί το Κρεμλίνο. Εναπόκειται όμως στην πολιτική βούληση των δημοκρατικά εκλεγμένων κυβερνήσεων και στην αποφασιστικότητα των οικονομικά κυρίαρχων να κινηθούν αποφασιστικά προς την κατεύθυνση του ενεργειακού απεγκλωβισμού από το Κρεμλίνο.